Τα στοιχειώδη σωματίδια της γυναίκας

Ως γνωστόν, ούτε ένας κούκος ούτε ένα χελιδόνι φέρνουν την άνοιξη. Απ’ ό,τι φαίνεται ούτε ένα καναρίνι μπορεί να κάνει μυθιστόρημα μια συλλογή πεζών. Ωστόσο, η Κατερίνα Παπαντωνίου χαρακτηρίζει το βιβλίο της μυθιστόρημα σε 22 επεισόδια, βάζοντας ένα καναρίνι να πεταρίζει ανάμεσά τους

3' 21" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

ΚΑΤΕΡΙΝΑ Ι. ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ 
Συνθετική ορμόνη
εκδ. Καστανιώτη, 2025, σελ. 224 

Ως γνωστόν, ούτε ένας κούκος ούτε ένα χελιδόνι φέρνουν την άνοιξη. Απ’ ό,τι φαίνεται ούτε ένα καναρίνι μπορεί να κάνει μυθιστόρημα μια συλλογή πεζών. Ωστόσο, η Κατερίνα Παπαντωνίου χαρακτηρίζει το βιβλίο της μυθιστόρημα σε 22 επεισόδια, βάζοντας ένα καναρίνι να πεταρίζει ανάμεσά τους. Πέρα από το καναρίνι, κοινό στοιχείο των πεζών είναι η γυναικεία φύση, η οποία βιώνεται από τις ηρωίδες σαν κοσμογονικό γεγονός. Στο εναρκτήριο κείμενο ένα κορίτσι πέφτει σε έκσταση ανακαλύπτοντας τη σεξουαλική διέγερση. Εδώ, μαζί με το αναπόφευκτο παιδικό ιδίωμα που μαστίζει τη γυναικεία γραφή, έχουμε και την ανάγκη της συγγραφέως να καταθέσει τεκμήρια γνωστικής μυθοπλασίας από μαθήματα δημιουργικής γραφής.

Το οκτάχρονο κορίτσι είναι όλο σώμα. Στο πάρκο σέρνεται πάνω σε μια σιδεριά, απολαμβάνοντας τον πόνο ανάμεσα στα πόδια· «σκαρφάλωνα, χαιρόμουν το τσούξιμο στην εσωτερική πλευρά των ποδιών, πονούσα, κι όσο ανέβαινε ο πόνος προς τα εκεί απ’ όπου κατουρούσα, χαιρόμουν όλο και πιο πολύ». Αλλες φορές ξερνούσε από ενσαρκωμένη ναυτία, όταν αυτή «άρχιζε να κουνάει αργά την ουρά της, και τα λέπια απ’ τις άκρες της ουράς έξυναν το στομάχι» της. Αλλοτε η γλώσσα της έβγαζε θηλές και θήλαζε τα πίσω παράθυρα του αυτοκινήτου. Ανθρωπομορφισμοί και ζωομορφισμοί απαντούν συχνά στα πεζά. Για παράδειγμα, μια γυναίκα φοβάται πως η καρυδένια βιβλιοθήκη, που την παραμόνευε κάτω στο πεζοδρόμιο, την απειλούσε με εφόρμηση στο σπιτικό της. Στην πιο τρομακτική στιγμή της η βιβλιοθήκη μεταμορφώνεται σε «καρυδένιο γελάδι» με «χοντροποδάρες», «μαστάρια» και «κουδούνα». Μια άλλη νομίζει πως καταδιώκεται από την Εμπουσα, τον θηλυκό δαίμονα που τρόμαζε τα παιδιά στην αρχαιότητα.

Ο θρήνος της μπιγκόνιας

Στο σουρεαλιστικό σύμπαν των πεζών, παραζαλισμένων από την παραισθητική γραφή, υπάρχουν και πολλές μπιγκόνιες. Μία απ’ αυτές ξαφνικά ζωντανεύει, παίρνοντας τη μορφή μεσόκοπης, έμπιστης υπηρέτριας «που γέρνει τόσο ανεπαίσθητα το κεφάλι όσο ανεπαίσθητα αναπνέει». Η γυναίκα που κάθεται δίπλα στην ένσαρκη μπιγκόνια, νιώθει να φυτρώνουν στην πλάτη της «πρασινοβιολετί φτερά». Παρ’ όλα αυτά, διόλου δεν ελαφραίνει και συνεχίζει να θρηνεί τον έρωτά της για έναν ανήλικο ανιψιό. Αλλού «η στρίγκλα μνήμη» πατάει τους πεθαμένους στο κεφάλι, «γελάει με επινίκια ικανοποίηση και τραντάζεται η σκληρή κοιλιά της».

Πέρα από ροπή στην παράνοια και στην ποίηση, οι ηρωίδες του βιβλίου διαθέτουν και καλλιέργεια. Τις συγκινούν τα έργα του Τζιότο, του Μοντριάν, του Καραβάτζο και του Μπέικον, διαβάζουν Μέλπω Αξιώτη, Πεντζίκη και Μπέκετ, βλέπουν ερωτικά όνειρα σαγηνευμένες από τον Λακλό και τον υποκόμη Ντε Βαλμόν. Μία μάλιστα, πριν μπει στη φυλακή, παίρνει μαζί της ένα λεξικό.

Το βιβλίο της Παπαντωνίου βρίθει από μυθοπλαστικές εκκεντρικότητες, που στέκουν στη σελίδα ξεκάρφωτες και αμήχανες. Το γκροτέσκο δεν είναι απλώς ένα ψιμύθιο. Περισσότερο είναι βλέμμα. Τα 22 πεζά πασχίζουν με αλλόκοτα γλωσσικά και μυθοπλαστικά εφευρήματα, που δείχνουν υπερβολικά τεχνητά, να διασαλεύσουν την πραγματικότητα, αλλά ούτε στιγμή δεν διαφεύγουν από αυτήν. Το βλέμμα της συγγραφέως δεν αποκλίνει ποτέ από το βασικό ενδιαφέρον της γραφής της, τη γυναικεία φύση. Σε όσες φιοριτούρες και αν καταφεύγει για να προβάλει τις πολλαπλές τους μεταμφιέσεις, οι γυναίκες του βιβλίου παραμένουν κοινότοπες και, το χειρότερο, κακόμοιρες. Φιλοσοφούν, φαντασιώνονται, παραλογίζονται, σπαράζουν (και στα τρία πρόσωπα του ενικού), μονολογούν («Μιλώ πολύ, σε εμένα»), ερωτεύονται η μία την άλλη, κυοφορούν η μία την άλλη, καταπίνουν η μία την άλλη. Πόσα πια να κάνει μια γυναίκα;

«Τι κάθομαι και γράφω;»

Φυσικά όλες γράφουν. Το ζήτημα της συγγραφής επανέρχεται στις σελίδες και μαζί η υπόνοια πως κάτι δεν πήγε καλά στα μαθήματα δημιουργικής γραφής. Μια γυναίκα αναρωτιέται: «Τι κάθομαι και γράφω αντί να μαζεύω το αλάτι κόκκο κόκκο σ’ ένα πιθάρι;». Η αλήθεια είναι πως υπάρχει πολλή θάλασσα στα πεζά. Ετσι το ερώτημα της γυναίκας αποκτά βάθος, υποδηλώνοντας τη διάσταση μεταξύ ζωής και τέχνης, τη στέρηση της μιας προς όφελος της άλλης.

Η αίσθηση που αφήνει το βιβλίο της Παπαντωνίου είναι το προγλωσσικό σκούξιμο ενός νηπίου που έχει αποχωριστεί από τη μητέρα του. «Ποια καταλαβαίνει όσα γράφω, όπως τα γράφω, κλάμα βρέφους που μόνο η μάνα του καταλαβαίνει τι θέλει, κλάμα βρέφους που ούτε η μάνα του καταλαβαίνει τι θέλει». Προφανώς η Παπαντωνίου γράφει για γυναίκες, αλλά και προς τις γυναίκες. Μπορεί κάποιες άλλες να την καταλάβουν.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT