Ο άγνωστος Δημαράς

Η μεγάλη σημασία του έργου του Κ. Θ. Δημαρά (1904-1992) δεν χρειάζεται επιχειρήματα για όσους ασχολούνται με τα νεοελληνικά γράμματα

4' 57" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Η μεγάλη σημασία του έργου του Κ. Θ. Δημαρά (1904-1992) δεν χρειάζεται επιχειρήματα για όσους ασχολούνται με τα νεοελληνικά γράμματα. Η σημασία μάλιστα αυτού του έργου, αντίθετα από ό,τι ισχύει για άλλους σπουδαίους νεοελληνιστές, είναι πολύ ευρύτερη από την καθαυτό φιλολογική και ιστοριογραφική συμβολή του. Ο Δημαράς, επινοητικός εισηγητής συνθετικών ερμηνευτικών σχημάτων, δεν είναι απλώς ένας μελετητής της νεοελληνικής κίνησης ιδεών, αλλά αποτελεί μέρος του ζητήματος της νεοελληνικής ιδεολογίας. Το έργο του έχει επαινεθεί και τιμηθεί από τους δεκάδες μαθητές του, αλλά δεν έχει μελετηθεί ακόμη αναλυτικά, δεν έχει καν ολοκληρωθεί η συναγωγή σε βιβλίο των διάσπαρτων σε εφημερίδες και περιοδικά κειμένων του. Στην εργογραφία που εκπόνησε ο Φίλιππος Ηλιού («Εργογραφία Κ. Θ. Δημαρά, 1917-2004», Βιβλιολογικό Εργαστήρι – Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2005) ο αριθμός των λημμάτων ανέρχεται σε 2.825. Αν εξαιρέσουμε τα εκδοθέντα βιβλία, από τα υπόλοιπα λήμματα, δεν έχουν θησαυριστεί σε βιβλίο ούτε τα μισά. Η τελευταία τέτοια συναγωγή κειμένων του εκδόθηκε πριν από δώδεκα χρόνια: «Σύμμικτα Δ΄», επιλογή κειμένων Φίλιππος Ηλιού, επιμέλεια Πόπη Πολέμη (ΜΙΕΤ και Βιβλιολογικό εργαστήρι «Φίλιππος Ηλιού» – Μουσείο Μπενάκη, 2013), ενώ ο Β΄ τόμος των «Συμμίκτων» εκκρεμεί.

Πολέμιος του Κοραή

Φέτος εκδόθηκε η πρώτη αναλυτική μελέτη για τον Δημαρά: Γιάννης Δημητρακάκης, «Διαδρομές της σκέψης του Κ. Θ. Δημαρά», εκδόσεις Σοκόλη, Φεβρουάριος 2025. Το βιβλίο απαρτίζεται από έξι κεφάλαια και παρακολουθεί τη σκέψη του από το 1927 έως το 1935. Ο αναγνώστης που γνωρίζει τον κοραϊκό και διαφωτιστή Δημαρά θα εκπλαγεί, ανακαλύπτοντας έναν εντελώς άλλο Δημαρά, θερμό χριστιανό, σφοδρό πολέμιο του Κοραή, και άλλα πολλά (ακόμη και περιστασιακό ποιητή υπερρεαλιστικών ποιημάτων, σ. 35).

Κεντρικό κεφάλαιο του βιβλίου για την κατανόηση της χριστιανικής περιόδου του Δημαρά είναι το δεύτερο, «Το νεανικό έργο του Δημαρά και η γαλλική ρωμαιοκαθολική διανόηση», όπου ο Δημητρακάκης δείχνει τον Δημαρά να παρακολουθεί μέρα τη μέρα τη γαλλική πνευματική ζωή και να επηρεάζεται καθοριστικά από Γάλλους καθολικούς στοχαστές, και κυρίως από τον Ζακ Μαριτέν. Πολλά ερωτήματα τίθενται γι’ αυτή τη χριστιανική περίοδο της ζωής και του έργου του Δημαρά. Eνα πρώτο είναι πόσο κρατάει. Ο Δημητρακάκης σταματάει τη μελέτη του στα τέλη της δεκαετίας του ’30. Σημαίνει αυτό ότι τότε κλείνει και η χριστιανική περίοδος του Δημαρά; Διόλου. Το 1961 δημοσιεύει κριτική για το βιβλίο του Γιώργου Θεοτοκά «Ταξίδι στη Μέση Ανατολή και στο Aγιον Oρος», όπου γράφει επί λέξει (και παραθέτει ο Δημητρακάκης, σ. 125): «Ούτε μια μέρα δεν εβρέθηκα μακριά από τη χριστιανική πίστη» («Aγιοι Τόποι», Το Βήμα, 28.4.1961). Η διατύπωση είναι εμφατική: «Ούτε μια μέρα…». Μέχρι πότε άραγε ο Δημαράς θα υπέγραφε μια τέτοια δήλωση; Ο Ηλιού έχει μεταφέρει αφήγηση του ίδιου του Δημαρά ότι η στροφή του «από την πίστη στην απιστία» «συνέβη ύστερα από ένα ταξείδι στον Aγιον Ορος» (Φίλιππος Ηλιού, «Οι ασέβειες του ιστορικού. Τρία κείμενα για τον Κ. Θ. Δημαρά», Ερμής 2003, σ. [9]). Το ταξίδι αυτό τοποθετείται από τον Ηλιού, χωρίς ακριβή χρονολόγηση, πριν από την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά δηλώνεται προσεκτικά ότι αυτή η μετατόπιση δεν έγινε από τη μια μέρα στην άλλη (σ. [10], 45). Αν όμως το περίφημο αυτό ταξίδι προκάλεσε στον Δημαρά τέτοιο «συγκλονισμό», όπως γράφει ο Ηλιού, ώστε να χάσει την πίστη του, πώς μπόρεσε, το 1943, να ασκήσει δριμεία κριτική στον Ζαχ. Παπαντωνίου ότι στο βιβλίο του «Aγιον Oρος» (1934) «είχε πλησιάσει το ιερό βουνό με την ψυχή του κλεισμένη, με τις παρωπίδες του ορθολογισμού στα μάτια του και δεν ένιωσε τίποτε από το μεγαλείο, δεν είδε τίποτε από τη μυστική εμορφιά της Μοναδικής Πολιτείας» («Τα λογικά και τα παράδοξα», Ελεύθερον Βήμα, 4. 9.1943, «Σύμμικτα, Δ΄», τόμ. πρώτος, σ. 142-143).

Το τέλος της χριστιανικής περιόδου του δεν το προκάλεσε κανένα συγκλονιστικό γεγονός. Η πίστη του απλώς ατρόφησε και έσβησε, όπως ακριβώς συνέβη και σε εκατομμύρια άλλους στον εικοστό αιώνα.

Η δήλωση, θέλω να πω, του 1961 δεν είναι η μόνη, υπάρχουν πάμπολλες παρόμοιες στα κείμενά του, τις οποίες δεν μπορούμε να προσπερνάμε αβασάνιστα. Το 1941, σχεδόν δύο μήνες μετά την αρχή της γερμανικής κατοχής, πλέκει το θερμό εγκώμιο όχι της χριστιανικής πίστης και του ευαγγελίου γενικά, αλλά της ελληνικής Εκκλησίας: «Ετσι ένα από τα χτυπητά πορίσματα της μεταγενέστερης περιόδου [i.e. της χιλιόχρονης ιστορίας μας] είναι η ουσιώδης σημασία της Εκκλησίας μέσα στις εξελίξεις μας· τη βοήθειά της και την καθοδήγησή της πρέπει να αποδέχεται ο πνευματικός κόσμος και την στιγμή αυτή. Εκείνη θα μας φέρει και πάλι στον δρόμο της θυσίας και της αγάπης που οικοδομεί· από κείνην θα ζητήσουμε, άλλη μια φορά, τη δύναμη που χρειάζεται για να δουλέψουμε. Η πνευματική περισυλλογή που θα πρέπει ο καθένας να την εφαρμόσει στον εαυτό του, πριν αποπειραθεί να την γενικεύσει, θα βρει το φυσικό της έρεισμα στην Πίστη. Μ’ εκείνην παραστάτη θα εργαστούμε για να φανούμε ακόμη μια φορά άξιοι της αιώνιας αποστολής του Ελληνισμού». («Πνευματική περισυλλογή», Ελεύθερον Βήμα, 31.5.1941, «Σύμμικτα, Δ΄», τόμ. πρώτος, σ. 110).

Αγνωστο σημείο καμπής

Δεν είναι εύκολο να ορίσουμε ακριβώς το χρονικό τέλος της χριστιανικής περιόδου του Δημαρά. Το μόνο βέβαιο είναι ότι δεν το προκάλεσε κανένα συγκλονιστικό γεγονός, δεν υπάρχει καμία αποκαλυπτική τομή. Η πίστη του απλώς ατρόφησε και έσβησε, όπως ακριβώς συνέβη και σε εκατομμύρια άλλους στον εικοστό αιώνα. Ο Αλέξης Πολίτης, αναφερόμενος σε αυτή την πνευματική μετατόπιση του Δημαρά, γράφει ότι κατέληξε «ρητά άθεος» (Κ. Θ. Δημαράς, «Σύμμικτα, Α΄», Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, 2000, σ. 14). Δεν έχω βρει πουθενά να αυτοχαρακτηρίζεται ο Δημαράς άθεος. Απεναντίας, στη γνωστή συζήτησή του, το 1988, με τον Στέφανο Πεσμαζόγλου και τον Νίκο Αλιβιζάτο, όταν καλείται να εξηγήσει τη μετατόπισή του «από την πίστη […] στην αθεΐα», θα απαντήσει: «Αλλά δεν πρέπει να μιλούμε για αθεΐα προκειμένου για μένα: είναι αδιαφορισμός. Δηλαδή είναι ένα πρόβλημα που εβγήκε από τη ζωή μου. […] Η αθεΐα είναι μια μορφή φανατισμού. Εγώ απλώς αποτραβήχτηκα από αυτά τα θέματα, έπαυσα να γράφω γι’ αυτά» (Κ. Θ. Δημαράς και Νίκος Σβορώνος, «Η μέθοδος της ιστορίας», Αγρα, 1995, σ. 76-77). Ο Αλ. Πολίτης, πάντως, δεν θα πεισθεί: «Καθόλου δεν ήταν έτσι· και άθεος ήταν, και φανατικός, εύκολα μάλιστα» («…Δράξασθε παιδείας», Ελευθεροτυπία – Βιβλιοθήκη, 7.1.2005). Θα χρειαστεί να συνεχίσουμε τη συζήτηση.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT