Μερικοί σπουδαίοι τύποι

Είναι μερικοί σπουδαίοι τύποι. Τους βλέπω συνήθως έξω από βιβλιοπωλεία και αίθουσες εκδηλώσεων, στο τέλος ενός λογοτεχνικού απογεύματος. Είναι συγγραφείς, εκδότες, κριτικοί, δημοσιογράφοι, μπλόγκερ. Μάλλον θα υπάρχουν και βιβλιόφιλοι

4' 37" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Είναι μερικοί σπουδαίοι τύποι. Τους βλέπω συνήθως έξω από βιβλιοπωλεία και αίθουσες εκδηλώσεων, στο τέλος ενός λογοτεχνικού απογεύματος. Είναι συγγραφείς, εκδότες, κριτικοί, δημοσιογράφοι, μπλόγκερ. Μάλλον θα υπάρχουν και βιβλιόφιλοι. Εχουν βγει από γραφεία, μπαρ, εκδοτικούς οίκους, καφετέριες για να συναγελαστούν με αφορμή την επιτυχία κάποιου συναδέλφου. Τους βλέπω γιατί κινούμαι ανάμεσά τους. Μοιράζομαι το αίσθημα της σπουδαιότητάς μας. Χαμογελάμε και είμαστε υπέροχοι μες στην υπεροψία μας. Ασφαλώς πρόκειται για πρόσοψη, για συγκάλυψη. Πίσω από τα χαμόγελα σοβεί μια καλά κρυμμένη καχυποψία, ενίοτε και μοχθηρία.

Οι άνθρωποι του βιβλίου βιώνουμε μια αντίφαση σχεδόν υπαρξιακή. Από τη μια διαθέτουμε το απαραίτητο πείσμα να παραγάγουμε έργο σε έναν τομέα παντελώς απαξιωμένο και από την άλλη δεν μπορούμε παρά να αγανακτούμε για τους χιλιάδες συμβιβασμούς που μας επιβάλλει η απροκάλυπτη, κυρίως θεσμική, περιφρόνηση του βιβλίου, αποδεχόμενοι εντέλει τη νομοτέλεια της ματαιότητας. Μερικοί, οι πιο ακμαίοι, παραμένουν αιθεροβάμονες. Μετά τη δόξα θέλουν και λεφτά. Φαντασιώνονται, λόγου χάριν, επί πληρωμή παρουσιάσεις, επί πληρωμή κείμενα, επί πληρωμή συνεργασίες. Κάποιοι, ανίατα φαντασιόπληκτοι, εκτραχύνονται, γίνονται προκλητικοί, μιλούν για μισθούς. Τολμούν να αποτιμήσουν την αξία τους σε ευρώ. Βέβαια, δεν αργούν να καταλάβουν πως παραλογίζονται. Ας είναι η ανταμοιβή τους τα χειροκροτήματα ημετέρων. Ας ικετεύουν επαίνους, ακόμα και τους πλέον αναξιόπιστους. Ας ημερεύουν τη ζηλοφθονία τους με υπεσχημένες αλληλοβραβεύσεις. Βραβεία υπάρχουν πολλά. Βραβεύοντες πολύ περισσότεροι.

Μέσα σε αυτό το κλίμα ιλαρότητας και απογοήτευσης, έρχεται η είδηση πως κλείνει το βιβλιοπωλείο «Επί λέξει» στην Ακαδημίας. Οι πιο κυνικοί ανάμεσά μας θα πουν πως σε μια ακραία καπιταλιστική κοινωνία, ο ιδιοκτήτης έχει δικαίωμα να ζητά ό,τι ενοίκιο του καπνίσει. Οσοι γνωρίζουμε τη Μαρία Παπαγεωργίου και τη χτισμένη μες στα βιβλία ιδιοσυστασία της, αντιλαμβανόμαστε το μέγεθος της απώλειας. Την ίδια στιγμή, οι αντιδράσεις μας περιορίζονται σε συναισθηματισμούς και ευγενικά λόγια συμπαράστασης. Στην ουσία τίποτα δεν γίνεται. Οι σπουδαίοι άνθρωποι που πέρασαν ώρες στο πεζοδρόμιο μπροστά στη βιτρίνα του βιβλιοπωλείου, δεν μπορούν να κάνουν το παραμικρό. Τώρα γεμίζουν την ανάρτηση στο Facebook με σπαραξικάρδιους αποχαιρετισμούς. Λουλούδια σε μνήμα.

Και οι αναγνώστες; Πού είναι οι αναγνώστες; Η αλήθεια είναι πως δεν τους βλέπω καθαρά. Δεν ξέρω πού κινούνται, τι επιλογές κάνουν, τι τους επηρεάζει στις επιλογές αυτές. Φυσικά δεν τους επιρρίπτω ευθύνη για το κλείσιμο του «Επί λέξει». Ακόμα και αν ήταν πιο γενναιόδωροι στις αγορές τους, αμφιβάλλω αν οι εισπράξεις θα κάλυπταν το τεράστιο ενοίκιο. Αλλωστε, και γενναιόδωροι να ήταν, δεν είναι αρκετοί. Ποτέ δεν ήταν και τώρα λιγοστεύουν ολοένα περισσότερο. Εχω την υποψία πως δεν τους ενδιαφέρουν τα σπουδαία έργα. Φαίνεται πως το αναγνωστικό κοινό δεν συμμερίζεται την εκτίμηση που μερικοί σπουδαίοι τύποι φέρουν για τον εαυτό τους. Σε συνθήκες συναγελασμού θα καταδέχονταν να αγοράσουν ένα αντίτυπο με αντάλλαγμα την υπογραφή κάποιου σπουδαίου. Το τρόπαιο μιας πληκτικής βραδιάς.

Ας προστεθεί εδώ πως η σπουδαιότητα ως αξιολογική κρίση δεν διεκδικεί ούτε την ελάχιστη αντικειμενικότητα. Πρόκειται για αυτόβουλη διάκριση. Είναι κρίση υποκειμενική, μια έννοια απροσδιόριστη και ευμετάβλητη, νεφελώδης όσο η σφαίρα της πνευματικότητας. Η σπουδαιότητα είναι μια αφηρημένη ιδιότητα, που το άτομο αποδίδει στον εαυτό του, συχνά με μονοπωλιακές διαθέσεις. Κάποιες ευλογημένες στιγμές η αυταπάτη του συγκλίνει με αυτήν ενός άλλου. Και είναι τότε αμφότεροι εξίσου σπουδαίοι και ευτυχισμένοι.

Οι αντιδράσεις στην είδηση πως κλείνει το βιβλιοπωλείο «Επί λέξει» περιορίζονται σε ευγενικά λόγια συμπαράστασης και σπαραξικάρδιους αποχαιρετισμούς στο Facebook. Λουλούδια σε μνήμα.

Αναμφίλεκτα, αναγνώστες υπάρχουν και έχουν τα στέκια τους. Το πιστοποιούν τα εκλεπτυσμένα μικρά βιβλιοπωλεία της Αθήνας. Η απαισιοδοξία και οι θεσμικές αντιξοότητες δεν κάμπτουν την ελπίδα και το πείσμα. Το βιβλίο δεν βιάζεται να εγκαταλείψει τη ζωή της πόλης. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης το αγαπούν παράφορα. Ομορφα κορίτσια ποζάρουν με φρεσκοτυπωμένα βιβλία. Ενα περιποιημένο μανικιούρ πάνω στο εξώφυλλο οπωσδήποτε μετράει. Ενα στυλό και ένα φλιτζανάκι με καφέ υποδηλώνουν σαφώς προϊούσα βιβλιοφαγία. Κάποιες φορές αρκεί μια γλάστρα, έτσι ώστε να ποτίζεται και ο βασιλικός.

Τα βιβλία έχουν τους συγγραφείς τους. Πέρα από τα εξώφυλλα στο Facebook και στο Instagram, υπάρχουν και αρκετοί πρωτοεμφανιζόμενοι πεζογράφοι, ορισμένοι εκ των οποίων διαθέτουν ιδιότυπες ιδέες, ζωντανή γραφή και δικαιολογημένες αξιώσεις. Ετσι δημιουργείται μια, τρόπον τινά, άμιλλα ανάμεσα στους καταξιωμένους λογοτέχνες, που ενίοτε δείχνουν να δυσκολεύονται να συμπορευτούν με τη σημερινή εποχή, και στους νέους συγγραφείς, που ακόμη πειραματίζονται με το ύφος και τη μορφή, καταλήγοντας συχνά σε ενδιαφέρουσες συνθέσεις.

Η «Γεννήτρια»

Μαζί με τα εξευγενισμένα βιβλιοπωλεία και τους φιλόδοξους νέους συγγραφείς, κάνουν την εμφάνισή τους μικροί εκδοτικοί οίκοι, με προσεγμένους τίτλους και τυπογραφική ποιότητα. Πρόσφατα γεννήθηκε η «Γεννήτρια» του Παναγιώτη Κεχαγιά. Αναρωτιέμαι πόση ελπίδα, θέληση και αγωνία σφυρηλάτησαν την απόφασή του, αν ο αντίκτυπος θα είναι αντάξιος του κόπου του. Μακάρι η «Γεννήτρια» να γίνει με τον καιρό εκκολαπτήριο φωτεινών φωνών. Γνωρίζοντας πόσο σοβαρός συγγραφέας και μεταφραστής είναι ο Παναγιώτης Κεχαγιάς, του εύχομαι ολόψυχα να εκπληρωθεί η αισιοδοξία του. Τελικά η πικρία δεν είναι παρά το ίζημα. Μια στυφή επίγευση, σαν την τελευταία σταγόνα σε ένα ποτήρι κρασί. Πίκρα που δεν διώχνει την ευφορία. Μας βλέπω στη γωνιά μας, στριμωγμένους στο κράσπεδο ενός πεζοδρομίου. Είμαστε χαμογελαστοί και αυτάρεσκοι, κρατώντας στο χέρι ένα ποτήρι κρασί, στο τέλος ενός λογοτεχνικού απογεύματος. Εχουμε ανταλλάξει ευφυολογήματα και επαίνους, τις οφειλόμενες σπονδές σε ιερά τέρατα του πνεύματος (φυσικά νεκρά), κρυφές μπηχτές και αγκαλιές. Με αίσθημα ομοθυμίας, που παραδόξως δεν είναι ξέχωρο από τη ματαιοδοξία, έχουμε καταλήξει στο ίδιο συμπέρασμα. Είμαστε υπερβολικά σπουδαίοι για αυτή τη χώρα.

Ολόκληρη η πολιτεία μάς λέει με χίλιους τρόπους πως είμαστε ασήμαντοι, αμελητέοι, περιττοί. Σκέφτομαι πως αν μας έβλεπε από καμιά υπερυψωμένη κόγχη η συνονόματη πρωθιέρεια του πολιτισμού δεν θα συγκρατούσε τον καγχασμό της. Παρ’ όλα αυτά, παραμένουμε απτόητοι. Στεκόμαστε περήφανα στη γωνιά μας, αθέατοι, απρόσβλητοι, αγέρωχοι και κάνουμε τρομερό σαματά. Μεταξύ μας πάντα. Κλαιγόμαστε, οργιζόμαστε, ενθουσιαζόμαστε, αυταπατόμαστε, κατακρημνίζουμε και κατακρημνιζόμαστε. Κάποιες φορές αλληλοδιαβαζόμαστε.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT