Είναι αυτά τα ανώνυμα ιδιωτικά παλιά σπίτια που συναντά ο περιπατητής σε ιστορικούς δρόμους του Πειραιά, που σε αιχμαλωτίζουν με την πρώτη ματιά, καθώς στέκουν συνήθως σιωπηλά σε παράταξη, ανάμεσα σε πολυκατοικίες και πίσω από μια σειρά νεραντζιές. Οπως αυτό το στιβαρό, ώριμο, νεοκλασικό σπίτι που ήρθε να γεμίσει το βλέμμα μου στην οδό Κουντουριώτου 192. Είναι σε ένα καλό σημείο, πολύ κοντά στη 2ας Μεραρχίας, κοντά στη θάλασσα, λίγο πιο κάτω βγαίνεις στη μαρίνα Ζέας, στο Πασαλιμάνι. Αυτός ο πειραιώτικος αέρας είναι στο σημείο αυτό βαθιά αστικός. Νιώθεις παρελθόν, ρίζες στον χρόνο. Ηδη ο περίπατος στο κέντρο της πόλης προσφέρει πλέον καλύτερη ατμόσφαιρα, νιώθεις αλλαγές, ίσως να οφείλεται και στις ευκολίες που έφερε το μετρό.
Εκεί όμως όπου περπατούσα, στα στενά που βγαίνουν στη 2ας Μεραρχίας, είχα την αίσθηση ότι ο Πειραιάς άφηνε ένα αποτύπωμα αλλοκαιρινό, από τον βαθύ, βαθύτατο 20ό αιώνα, και με σκιές του 19ου ακόμη. Ηταν ένα αμάλγαμα αισθήσεων και εντυπώσεων, σκέψεων και συνειρμών, σαν ονειροβασία σε αστικό δάσος σπιτιών. Σπίτια-σπίτια υπήρχαν ελάχιστα, αλλά ένα διαμέρισμα σε αυτές τις πολυκατοικίες που έβλεπα, τις καλοβαλμένες της δεκαετίας του ’60 και του ’70, ήταν και αυτό σπίτι, με όλη τη σημασία της λέξης.
Tο παλιό, έρημο τριώροφο, με δωρικές παραστάδες, με κάγκελο-κέντημα στο μπαλκόνι και σειρά τα ακροκέραμα να το στεφανώνουν, ήταν όχι μόνο μάρτυρας μιας μακρινής αστικής ζωής, αλλά και πηγή ομορφιάς και έμπνευσης.
Εστρεψα όμως και πάλι το βλέμμα σε αυτό το απομεινάρι της αλλοτινής εποχής στον αριθμό 192 της οδού Κουντουριώτου. Ηταν ανέκαθεν μεσοτοιχία και με τη δύναμη της φαντασίας μπορούσε ο καθένας να φέρει στον νου παρόμοια σπίτια που γειτόνευαν πριν γκρεμιστούν και γίνουν πολυκατοικίες… Με συγκινούσε το γεγονός ότι και οι πολυκατοικίες που αντικατέστησαν τα αρχοντικά του Πειραιά είναι πλέον και αυτές παλιές, και σε λίγα χρόνια, όταν θα έχει ενηλικιωθεί μία ακόμη γενιά, θα είναι παλαιότατες, κομμάτια μιας εποχής χαμένης σε ένα θολό θυμικό.
Αυτά φέρνει ο κύκλος του χρόνου. Μπροστά μου, το παλιό, έρημο, κλειστό τριώροφο της Κουντουριώτου, βουτηγμένο σε ώχρα πειραιώτικη, με δωρικές παραστάδες, με κάγκελο-κέντημα στο μπαλκόνι, με σειρά τα ακροκέραμα που στεφάνωναν το σπίτι, ήταν όχι μόνο μάρτυρας μιας μακρινής αστικής ζωής, αλλά και πηγή ομορφιάς και έμπνευσης. Είχα επισκεφθεί τη γειτονική Ιστορική Βιβλιοθήκη του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη, στεγασμένη στο θαυμάσιο από κάθε άποψη νεοκλασικό αρχοντικό που είχε χτίσει ο έμπορος, τραπεζίτης, ναυλομεσίτης και πολιτικός Γεώργιος Στρίγκος (1878-1956). Είχα εκτεθεί, εμποτιστεί με εικόνες ομορφιάς και ερεθίσματα υψηλής αξίας, οπότε, θωρακισμένος από τις εμπειρίες αυτές, το συναπάντημα με τον παλιό Πειραιά λειτουργούσε μέσα από φίλτρα και αυτόματους αναβλύζοντες συνειρμούς.
Τα μεγάλα νεοκλασικά σπίτια του Πειραιά, πολλές φορές τριώροφα, καθώς είχαν δύο ή τρία διαμερίσματα στο ύφος του 1890-1910, ήταν καθρέφτες εκείνου του αστικού εκσυγχρονισμού στο γύρισμα του προπερασμένου αιώνα. Ηταν εποχή που ο Πειραιάς κρατούσε ακόμη συμπαγή την αστική του τάξη και, παρά τα πυκνά οικοδομικά τετράγωνα χωρίς πολλές ανάσες, η αίσθηση που άφηνε ήταν αυτή μιας ευημερούσας πολιτείας, που διέθετε όλη την κοινωνική κλίμακα. Πολλά από τα κτίρια που σώθηκαν στη διάρκεια του κύματος των κατεδαφίσεων πριν από 50-60 χρόνια στέκουν πολλές φορές κλειστά και ερειπωμένα. Παράδειγμα και το γειτονικό μεγάλο νεοκλασικό κτίριο στη 2ας Μεραρχίας 23 (ο «Αρχιμήδης» με τις τεχνικές σχολές άλλοτε), όπως και πιο κάτω το εξαίρετο νεοκλασικό τριώροφο, στη γωνία Υψηλάντου και 2ας Μεραρχίας. Η πολιτιστική αξία των κτιρίων αυτών είναι ανυπολόγιστη. Πίσω από τις κλειστές πόρτες της οδού Κουντουριώτου 192 ακούγεται ο αχός του παλιού Πειραιά.

