Λίγο αφότου ξεσπάει το έντονο χειροκρότημα των θεατών φέρνοντας ξανά και ξανά τους συντελεστές στη σκηνή, βγαίνω κάπως βιαστικά από το Λύκειο Ομπανέλ όπου φιλοξενείται η παράσταση «MΑΜΙ» του Μάριο Μπανούσι.
Σχεδόν τρέχοντας κατηφορίζω τα πλακόστρωτα σοκάκια για να φθάσω στην πύλη της μεσαιωνικής πόλης προκειμένου να προλάβω την επόμενη παράσταση σε ένα πρόγραμμα πολύ πλούσιο σαν αυτό του Φεστιβάλ της Αβινιόν. Ετσι αφήνω πίσω μου τη μικρή γιορτή που ετοιμάζεται στο προαύλιο του Ομπανέλ με καλεσμένες σημαντικές προσωπικότητες του γαλλικού πολιτισμού, ανάμεσά τους η Ιζαμπέλ Ιπέρ και η εικαστικός Σοφί Καλ.
Η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση έχει κάθε λόγο να γιορτάζει αυτή τη νύχτα. Από τη μια μεριά χαίρεται για την επιτυχία του «MAMI», της παραγωγής με την οποία συμμετέχει για τέταρτη φορά στην ευρωπαϊκή θεατρική Μέκκα. Από την άλλη έχει συμβάλει στην πρώτη παρουσίαση ενός σκηνοθέτη αλβανικής καταγωγής στη συγκεκριμένη διοργάνωση, όπου κάθε Ιούλιο χτίζεται διεθνώς η φήμη δημιουργών στις παραστατικές τέχνες.

Φέτος, για την 79η έκδοση του φεστιβάλ μερικές από τις κριτικές των γαλλικών ΜΜΕ εστιάστηκαν στο πολυπολιτισμικό στίγμα της: συμμετείχαν 48 καλλιτέχνες, 46% Γάλλοι και 54% διεθνείς. Ειδικά στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αρκετοί διαφώνησαν με την επιλογή της αραβικής ως τιμώμενης γλώσσας θεωρώντας ότι το φεστιβάλ και ο διευθυντής του, ο Πορτογάλος σκηνοθέτης Τιάγκο Ροντρίγκες, τοποθετήθηκαν πολιτικά κατά του Ισραήλ. Ωστόσο, η πλειονότητα των θεατών που έχει μια μακρόχρονη σχέση με την Αβινιόν ξέρει ότι εδώ στόχος είναι πάντα ένας δημοκρατικός καλλιτεχνικός διάλογος, ακόμη κι αν φέρνει αντιμέτωπες διαφορετικές κοσμοθεωρίες ή και αισθητικές αντιλήψεις.
Η Στέγη καμαρώνει αφενός για την επιτυχία της παραγωγής με την οποία συμμετείχε και αφετέρου για την παρουσίαση ενός σκηνοθέτη αλβανικής καταγωγής στην ευρωπαϊκή θεατρική Μέκκα.
Μετά το τέλος των παραστάσεων στην Αβινιόν παραδοσιακά δεν λείπει η αντιπαράθεση, και τα «boo» συνυπάρχουν ενίοτε με τα «bravo». Πλέον όμως έξω από την πύλη της ασφυκτικά γεμάτης πόλης κάθε βράδυ σταθμεύουν αστυνομικά οχήματα και ασθενοφόρα, ενώ τις χαρούμενες υπαίθριες παραστάσεις διασχίζουν οπλισμένες περίπολοι. Η Γαλλία έχει αντιμετωπίσει στην περίοδο 2015-2018 πάνω από 20 τρομοκρατικές επιθέσεις, με εκατοντάδες θύματα και τραυματίες. Παίρνει λοιπόν τα μέτρα της.
Γκρεμίζοντας σύνορα
«Θεωρώ ότι ειδικά σε αυτή την εποχή που η Ευρώπη αναρωτιέται πώς θα αντισταθεί στη λαίλαπα της φασιστικής απανθρωπιάς και ποια είναι η θέση της σε σχέση με την παιδεία και τον πολιτισμό, ο Μάριο Μπανούσι έρχεται να διευρύνει πολιτιστικά τα σύνορά της μέσα από μια βαλκανική σύνθεση», λέει η καλλιτεχνική διευθύντρια του Ιδρύματος Ωνάση Αφροδίτη Παναγιωτάκου σχετικά με το «MAMI». «Το έργο αγκαλιάζει τη βαλκανική ψυχή της οποίας είμαστε κι εμείς μέρος, και την τοποθετεί μέσα στην ευρωπαϊκή κουλτούρα διαμέσου του προσωπικού βιώματος του δημιουργού της».
Είναι η επόμενη ημέρα της πρεμιέρας, και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από την ευρεία αποδοχή του έργου και μια σειρά από εγκωμιαστικά δημοσιεύματα του γαλλικού Τύπου. «Είναι ένα αναμφισβήτητο σοκ», γράφει το περιοδικό «Théâtral». «Ο Μάριο Μπανούσι δομεί την αφήγησή του μέσα από διαδοχικά ταμπλό που πάντα τοποθετούν τις γυναίκες στο επίκεντρο: η μαία της θλίψης, μια παρθένα σε βασανιστήρια, μια γυναίκα-νάνος που εναλλάξ υποδύεται τη μαία και τη θηλάζουσα μητέρα. Και πάντα αυτή η μελαγχολική μουσική που σε στοιχειώνει», παρατηρεί η δημοσιογράφος.
«Στη Στέγη θέλουμε να συνεργαζόμαστε και να υποστηρίζουμε ανθρώπους που μιλάμε την ίδια γλώσσα – όχι μόνο καλλιτεχνικά, αλλά και βαθιά ανθρώπινα. Είναι για μας ζήτημα ουσίας να θέλουμε να συναντιόμαστε με τον άνθρωπο, πέρα από τον καλλιτέχνη. Γιατί περνάμε πολύ χρόνο μαζί του. Και σε αυτόν τον κοινό χρόνο, αν υπάρξει αγάπη και μοίρασμα, μπορούμε να χτίσουμε μια εμπειρία που θα μας αλλάξει όλους», τονίζει η κ. Παναγιωτάκου. Φέτος η Στέγη έφερε στην Αβινιόν δύο καλλιτέχνες που συμμετέχουν στο πρόγραμμα Prospero NEW Platform για να παρουσιάσουν τη δουλειά τους: τον Μάριο Μπανούσι, που συμμετείχε επίσης στο επίσημο πρόγραμμα, και τον Δημήτρη Καραντζά, ο οποίος παρουσίασε στους ξένους επιμελητές το έργο «Το σπίτι», επίσης με επιτυχία.
Οσοι είδαμε το «MAMI» τον Φεβρουάριο στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Ωνάση, ξέρουμε πως όλες οι ιστορίες που αφηγείται ο σκηνοθέτης ξεδιπλώνονται χωρίς διάλογο. Η δραματουργία φέρει έντονα τα στοιχεία της τελετουργίας, ενώ οι εικόνες, βουβές, διαδέχονται η μία την άλλη. Συζητάμε με τον Μάριο Μπανούσι γι’ αυτή την έλλειψη κειμένου που με κάποιον τρόπο αποτέλεσε κοινό τόπο αρκετών παραστάσεων στο φεστιβάλ. Σημαίνει άραγε το τέλος του λόγου σε εποχές κυριαρχίας της εικόνας;

«Λατρεύω τις λέξεις», απαντάει ο 26χρονος σκηνοθέτης, «όμως νιώθω ότι έχω κουραστεί με τα πολλά λόγια. Αισθάνομαι ότι γεμίζουν ένα ιερό κενό περιορίζοντας τη σωματική γλώσσα. Η ομιλία μερικές φορές είναι ένα εμπόδιο· προτιμώ την αμηχανία».
Οι κυριότερες πηγές έμπνευσής του είναι η ζωγραφική και το σινεμά, όσο για την επιλογή της σιωπής στο έργο του ίσως σχετίζεται με το γεγονός ότι είναι δίγλωσσος – με μητρική γλώσσα τα αλβανικά και δεύτερη τα ελληνικά. «Στο θέατρο δεν έχω να επιλέξω ποιος είμαι, ούτε από πού έρχομαι», σχολιάζει, αναγνωρίζοντας ωστόσο τη δυναμική σχέση του με τα Βαλκάνια – τους μύθους, τους συμβολισμούς, τη μουσική τους.
«Εχω κουραστεί με τα πολλά λόγια. Αισθάνομαι ότι γεμίζουν ένα ιερό κενό περιορίζοντας τη σωματική γλώσσα. Η ομιλία μερικές φορές είναι ένα εμπόδιο», λέει ο 26χρονος Μάριο Μπανούσι.
Στο προσεχές διάστημα το «MΑΜΙ» θα ταξιδέψει στην Ισπανία, στην Ολλανδία, στη Φινλανδία, ενώ σε ένα χρόνο θα παρουσιαστεί στο παρισινό Odeon. Aναρωτιέμαι τι εισπράττει το παγκόσμιο κοινό από αυτό το θέατρο των πολύ οικείων σε εμάς βαλκανικών εικόνων, τι τους λένε οι ιστορίες των γυναικών που μπλέκονται η μία μέσα στην άλλη, συχνά αξεδιάλυτες.
«Αν είναι αλήθεια αυτό που λες, εάν έχει ψυχή, δεν γίνεται να μην επικοινωνήσει με τους θεατές», εξηγεί ο Μάριο Μπανούσι. Η πορεία του τον επιβεβαιώνει καθώς έχουν περάσει μόνο δυόμισι χρόνια από την πρώτη παρουσίαση στο Εθνικό Θέατρο της παράστασης «Goodbye, Lindita» –με διαρκή sold out έκτοτε–, την οποία ακολούθησε το επίσης επιτυχημένο «Taverna Miresia».
Στο πλαίσιο της συγκεκριμένης αποστολής που μας ταξίδεψε στην Αβινιόν του φετινού φεστιβάλ είχαμε επίσης την ευκαιρία να δούμε δύο διεθνείς συμπαραγωγές της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση, που θα έρθουν στην Αθήνα εν ευθέτω χρόνω. Πρόκειται για το εντυπωσιακό «NÔT», μια χορογραφία της Μαρλέν Μοντέιρο Φρέιτας που δημιουργήθηκε ειδικά για τη συγκεκριμένη διοργάνωση και φιλοξενήθηκε στο Cour d’honneur του Παπικού Μεγάρου της Αβινιόν, έναν χώρο πραγματικά μοναδικό. Η δεύτερη παράσταση είναι έργο του διευθυντή του φεστιβάλ. «Η απόσταση» (La distance) σε σκηνοθεσία Ροντρίγκες αφηγείται την ιστορία της σχέσης μεταξύ ενός πατέρα και της κόρης του το έτος 2077.

