«Η ανάπτυξη φέρνει περισσότερη φτώχεια»

«Χρειάζεται να τρέχεις όσο πιο γρήγορα μπορείς μόνο και μόνο για να παραμείνεις στην ίδια θέση» Λούις Κάρολ, «Μέσα από τον καθρέφτη», 1871. Η «Ερυθρά Βασίλισσα» διατηρείται στον θώκο της, παρά την αέναη κινητικότητά της. Ο Μιχάλης Μοδινός εμπνέεται από την επιστήμη

3' 22" χρόνος ανάγνωσης

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΟΔΙΝΟΣ
Η υπόθεση της Ερυθράς Βασίλισσας
εκδ. Καστανιώτης, 2025, σελ. 268

«Χρειάζεται να τρέχεις όσο πιο γρήγορα μπορείς μόνο και μόνο για να παραμείνεις στην ίδια θέση»
Λούις Κάρολ, «Μέσα από τον καθρέφτη», 1871.

Η «Ερυθρά Βασίλισσα» διατηρείται στον θώκο της, παρά την αέναη κινητικότητά της. Ο Μιχάλης Μοδινός εμπνέεται από την επιστήμη. Η «υπόθεση» του τίτλου συναντάται στο πεδίο της βιολογίας: εξελικτική θεωρία που ερμηνεύει την αέναη μετάλλαξη των ειδών. Ακόμη και για να παραμείνει ένα είδος στο ίδιο επίπεδο οφείλει να εξελίσσεται διαρκώς, να επιδίδεται σε μια ασύνειδα αμυντική επιθετικότητα απέναντι στο εξελικτικό μένος των αντιπάλων – θηρευτών, παρασίτων, ανταγωνιστών.

Η «υπόθεση», που έχει και μεταφορική εφαρμογή σε ποικίλα πεδία: γεωπολιτική, εκπαίδευση, καριέρα, περιβαλλοντική πολιτική, θα βρει τη θέση της στις προκείμενες των ιστοριών. Στο ομώνυμο διήγημα η κινητικότητα αποτυπώνεται στη νοσταλγικά ράθυμη συζήτηση δύο παλιών εραστών όταν έπειτα από χρόνια αναψηλαφούν τις «απολεσθείσες ευκαιρίες». «Παίζαμε εκείνο το παλιό παιχνίδι με τις ατάκες, σαν τένις». Οι ατάκες αναλαμβάνουν τον ρόλο διαρκών μετατοπίσεων στη διαλεκτική της συζήτησης. Μετατοπίσεων που όμως, με συνέπεια προς την «υπόθεση», καθηλώνουν τους ήρωες στο ίδιο τερέν.

Ο Μοδινός συνεχίζει στο ύφος που φαίνεται να τον απελευθερώνει από τις απαιτήσεις του μυθιστορήματος. Η μικρή φόρμα τού επιτρέπει να πραγματεύεται, άλλοτε σκωπτικά άλλοτε κυνικά, ποικιλία θεμάτων υπό το πρίσμα της βαθιάς οικολογίας που στοιχειοθετεί την πλοκή των διηγημάτων. Πουθενά όμως δεν ρισκάρει το αισθητικό αποτέλεσμα χάριν οικολογικών ανησυχιών. Μυθολογεί το βίωμά του, επιστημονικό και υπαρξιακό, και αποπειράται να ανθολογήσει θεωρίες, ιδεολογίες και μυθοπλασίες που τον έχουν καθορίσει. Τα διηγήματα δεν τον αποδεσμεύουν μόνο από τη στιβαρότητα της μεγάλης φόρμας αλλά και από τους κανόνες της επιστήμης. Η μυθοπλασία, γενικά, είναι πάντα και μια υπέρβαση: ιδεατό καταφύγιο των αδιεξόδων του πραγματισμού. Η συνέχιση της επιστήμης (και πολιτικής) με άλλα μέσα.

«Αξίζει να μελετηθεί εις βάθος η επίδραση των τοπίων στις διαθέσεις των ανθρώπων», έγραφε στην προηγούμενη συλλογή του. Τώρα, συναντάμε όρους όπως «γεωγραφικός ντετερμινισμός» και «πνευματική γεωγραφία». Κάπου χρησιμοποιείται το «συναισθηματική αναπαλαίωση» για να καταγραφεί η μετουσιωτική ισχύς του έρωτα στο πώς δύναται να βλέπει κανείς ακόμη και μια «γερασμένη άμορφη πόλη». Αλλού, ο συγγραφέας ξεδιαλέγει το υψιπετές, που εξηγείται με όρους εντοπιότητας:

«Προσπάθησα να αιτιολογήσω με αισθητικούς όρους γιατί παρήχθη στον συγκεκριμένο τόπο και όχι κάπου αλλού η Νίκη της Σαμοθράκης», θα πει ο ήρωας για να αιτιολογήσει την «αμετροέπεια» ότι «το Σάος ή Φεγγάρι είναι […] το ωραιότερο μέρος του κόσμου».

Ο Μοδινός, ενίοτε, γκρεμίζει διακριτικά τον τέταρτο τοίχο και συλλογίζεται ηχηρά, ερεθίζοντας τον αναγνώστη.

«Να θυμάσαι, η ανάπτυξη φέρνει περισσότερη φτώχεια παρά πλούτο». Η ανάπτυξη μπορεί να σκιαγραφείται ως τροχοπέδη –ο αρχαιολόγος που απολαμβάνει την οκνηρία των συναδέλφων του σε μια αιφνιδιαστική επιθεώρηση θα πει: «σε έναν κόσμο ραγδαίων αλλαγών με ανακούφιζε» ότι «όπου υπήρχε αρχαιολογικός χώρος προστατευόταν και η τριγύρω φύση […] από την αναπτυξιακή βαρβαρότητα»–, ο συγγραφέας όμως δεν ασπάζεται τον λουδισμό. Σπεύδει, αλλού, να υπαινιχθεί ότι ουδόλως αντίκειται στην ανάπτυξη: «όλοι τους ρομαντικά πεπεισμένοι ότι υπήρξαν και καλύτερες εποχές σ’ αυτούς τους τόπους, στις οποίες εποχές προφανώς οι ίδιοι δεν θα διανοούνταν να ζήσουν».

Ο Μοδινός προτάσσει έναν οικολογικό κοσμοπολιτισμό – ίσως το πιο δόκιμο είδος κοσμοπολιτισμού. Κατασκευάζει, μεθοδικά, εξαιρετικά διοράματα τοπίων, όχι όμως απαραίτητα για να τα θέσει στην υπηρεσία των ιστοριών του, αλλά επειδή έτσι υποδαυλίζει το μυθοπλαστικό δαιμόνιό του. Οι λεπτομερείς περιγραφές της φύσης υπαινίσσονται έναν «υπόγειο κόσμο». «Ηταν η εποχή που ήμουν ακόμα σε θέση να εκτιμήσω τη θαυμαστή ενότητα των πάντων», ή «Ολα τούτα είναι εκτός θέματος, αν και συχνά αναρωτιόμαστε μήπως βρίσκονται ακριβώς στην καρδιά του θέματος». Δεν κρύβει τις επιρροές του. Ο Ντε Λίλλο εξάλλου εμφανίζεται ξανά ως ήρωας –το «Ντε Λίλλο II» συγκοινωνεί με «Τα θαύματα του κόσμου» που είχε δώσει τον τίτλο στην προηγούμενη συλλογή του– για να τεθούν γλωσσικές συντεταγμένες και στρατηγικές (συγγραφικής) επιβίωσης σε έναν κόσμο που, ενεός, μετεωρίζεται μπροστά στην έκπτωση νοήματος. Ο συγγραφέας δεν αρέσκεται όμως σε σοβαροφανείς και σχοινοτενείς ερμηνείες. Στηλιτεύει έμπρακτα τον «ακαδημαϊσμό που έχ[ει] αγωνιστεί σκληρά να αποβάλ[ει] από τη δουλειά [τ]ου».

«Και η αλήθεια είναι αυτό που εγώ αντικρίζω στον δικό μου καθρέφτη κάθε βράδυ και κάθε πρωί».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT