Υπάρχουν πληγές που δεν φαίνονται, αλλά αποτυπώνονται βαθιά στο σώμα δημιουργώντας το «τραύμα». Ο δρ Μπέσελ βαν ντερ Κολκ, ένας από τους σημαντικότερους ερευνητές στο πεδίο του ψυχικού τραύματος, μας υπενθυμίζει πως το τραύμα δεν είναι μια ανάμνηση του παρελθόντος, αλλά μια εμπειρία που συνεχίζει να ζει μέσα στο σώμα μας και να επηρεάζει την καθημερινότητά μας. Δέκα χρόνια από την έκδοση του έργου του «Το σώμα δεν ξεχνά» (εκδ. Κλειδάριθμος), ενός βιβλίου που άλλαξε ριζικά τον τρόπο με τον οποίο κατανοούμε τον ψυχικό πόνο, ο δρ Βαν ντερ Κολκ μίλησε στην «Κ» για το πώς το τραύμα μεταβάλλει την «αρχιτεκτονική» του εγκεφάλου και τον τρόπο που αντιλαμβάνεται το άτομο τον κόσμο γύρω του. Παράλληλα, τόνισε τη σημασία της επιλογής των θεραπευτών με βάση την ποικιλία των θεραπευτικών μεθόδων που χρησιμοποιούν, επισημαίνοντας ότι η θεραπεία δεν είναι ποτέ μονοδιάστατη. Λίγους μήνες πριν από την εμφάνισή του στη σκηνή του διεθνούς συνεδρίου θεραπείας τραύματος Syros Healing Waves Festival (2-5 Οκτωβρίου), στη Σύρο, ο δρ Βαν ντερ Κολκ καταθέτει μια βαθιά, σχεδόν ταπεινή υπενθύμιση προς όλους τους ψυχοθεραπευτές: «Είμαστε οι μαθητές των ανθρώπων που προσπαθούμε να θεραπεύσουμε».
– Τι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια στην αντίληψή μας για το τραύμα;
– Σήμερα νομίζω ότι κατανοούμε πολύ καλύτερα την πρώιμη επίδραση των διαταραχών προσκόλλησης και πώς αυτή διαμορφώνει τον εγκέφαλο, το μυαλό και την ικανότητα των ανθρώπων να αυτορρυθμίζονται. Ετσι, η επιστήμη τού πώς ο εγκέφαλος διαμορφώνεται από την εμπειρία έχει γίνει πολύ πιο εστιασμένη και επικεντρωνόμαστε στο πώς το τραύμα μπορεί να διακόψει τις διαδικασίες συγκέντρωσης και προσοχής και την ικανότητα να μαθαίνεις και να αφομοιώνεις νέες πληροφορίες.
– Αρχίζουμε να γινόμαστε πιο συνειδητοί και να κατανοούμε καλύτερα το τραύμα και τις επιδράσεις του;
– Εγώ ναι, αλλά η Αμερική προφανώς όχι. Αν κοιτάξετε το πολιτικό σύστημα, σίγουρα όχι. Επομένως, μερικοί άνθρωποι φτάνουν σε ανώτερα επίπεδα συνείδησης, άλλοι όχι.
– Πλέον, καταλαβαίνουμε ότι η ηλικία στην οποία συμβαίνει το τραύμα έχει βαθιά επίδραση στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και στη διαμόρφωση της ψυχικής ταυτότητας του ατόμου. Η κοινή συμβουλή ήταν ότι ο χρόνος θεραπεύει και απευαισθητοποιεί. Πιστεύετε ακόμα ότι ο χρόνος είναι θεραπευτικός ή αντιθέτως λειτουργεί ενάντια στην ίαση;
– Στη ζωή λένε ότι ο χρόνος θεραπεύει όλες τις πληγές, αλλά το αξιοσημείωτο με το τραύμα είναι ότι ο χρόνος σε εμποδίζει να μάθεις. Θα το δείτε αυτό σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, ότι όταν οι άνθρωποι γερνούν, γίνονται λιγότερο ικανοί να ελέγχουν τον εαυτό τους. Και έτσι, συχνά το τραύμα συνεχίζει να εκδηλώνεται περισσότερο με την πάροδο του χρόνου και παρατηρούμε τις επιπτώσεις του. Σε όλες τις γλώσσες που γνωρίζω λένε ότι ο χρόνος θεραπεύει, ωστόσο με το τραύμα ο χρόνος δεν λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο.
– Υποστηρίζετε ότι για να ανακτήσει κάποιος τον έλεγχο του εαυτού του πρέπει να επαναφέρει, υπό ασφαλείς συνθήκες, το αγχωτικό ερέθισμα που προκάλεσε το τραύμα. Πώς μπορεί το άτομο να μειώσει τις άμυνές του και να δεχθεί τη θεραπεία;
– Αυτό που γνωρίζουμε σήμερα, και έχοντας μελετήσει εκατοντάδες περιπτώσεις, είναι ότι διαμορφώνεσαι από τις πρώιμες εμπειρίες σου και ότι το τραύμα αλλάζει την «αρχιτεκτονική» του εγκεφάλου σου και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου και τον κόσμο. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι με τους οποίους μπορείς να βοηθήσεις τον εγκέφαλό σου να επαναπρογραμματιστεί. Ενα πράγμα που μελέτησα εκτενώς, για παράδειγμα, είναι η γιόγκα και άλλες τεχνικές «ενσυνειδητότητας (mindfulness)».

Επίσης, η νευροανάδραση (σ.σ. εκπαίδευση των δεξιοτήτων του εγκεφάλου) μπορεί να βοηθήσει, καθώς μέσω αυτής μπορείς να καθοδηγήσεις τους ανθρώπους να αναδιοργανώσουν τις συνδέσεις του εγκεφάλου τους, ώστε να γίνουν πιο προσεκτικοί. Πρόσφατα, η έρευνά μας για τα ψυχεδελικά έδειξε ότι το να εισχωρήσεις πολύ βαθιά μέσα σου και να «συναντήσεις» τον πραγματικό σου εαυτό σε ένα πολύ βαθύ επίπεδο μπορεί να σε βοηθήσει να αναδιοργανώσεις τη σχέση σου με τον εαυτό σου.
– Κάποιοι κριτικοί υποστηρίζουν ότι οι θεραπείες για το τραύμα λειτουργούν περισσότερο ως προσωρινή ανακούφιση και ότι το τραύμα παραμένει κάτω από την επιφάνεια και μπορεί να επανεμφανιστεί ακόμη και χρόνια αργότερα.
– Αν δεν έχεις πλήρη εποπτεία όσον αφορά το τραύμα, μπορεί να έχεις κάποιες πολύ γειωμένες απόψεις, αλλά αν έχεις την απαραίτητη εποπτεία, τότε αλλάζει η όλη θεώρηση.
– Μπορούν πλατφόρμες όπως το TikTok ή το Instagram να λειτουργήσουν ευεργετικά για άτομα που διαφορετικά δεν θα ζητούσαν ποτέ βοήθεια;
– Σίγουρα το Διαδίκτυο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για καλό και για κακό σκοπό. Και μερικές φορές χρησιμοποιείται μέχρι και για την πρόσληψη ατόμων που βρίσκονται σε σεξουαλική «σκλαβιά». Αλλά όσον αφορά τη δημιουργία σχέσεων, είναι πολύ χρήσιμο για τα άτομα που έχουν υποστεί τραύμα να μπορούν να μοιραστούν την εμπειρία τους με άλλα άτομα που έχουν περάσει παρόμοια πράγματα. Για παράδειγμα, ο τρόπος με τον οποίο έμαθα εγώ για το τραύμα ήταν όταν δούλεψα με βετεράνους πολέμου. Δεν είμαι βετεράνος πολέμου, δεν έχω υπηρετήσει ποτέ στον στρατό και δεν έχω σκοτώσει ποτέ κανέναν. Και έτσι δεν θα μπορούσα ποτέ να προσποιηθώ ότι ξέρω κάτι για αυτό που έχουν περάσει.
Επομένως, πώς έμαθα και κατανόησα το τραύμα τους; Αυτό συνέβη όταν τοποθέτησα τους βετεράνους σε μια ομάδα και άρχισαν να μιλούν μεταξύ τους. Και έτσι έμαθα από αυτούς. Ναι, πράγματι, αυτό το μοντέλο, δηλαδή να μαθαίνεις από τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζεσαι, δεν είναι η επικρατούσα στάση στην ψυχιατρική και στην ψυχική υγεία, αλλά στην πραγματικότητα εμείς, οι θεραπευτές, είμαστε οι μαθητές. Είμαστε οι μαθητές των ανθρώπων που προσπαθούμε να θεραπεύσουμε και που πρέπει να μας διδάξουν τι τους βοηθά.
Ολοι κουβαλάμε την οδύνη της ζωής
– Τελευταία, οι καριέρες που εστιάζουν στην «ψυχή» και στις θεραπευτικές προσεγγίσεις γίνονται όλο και πιο δημοφιλείς. Ωστόσο, πώς επιλέγουμε τον σωστό ψυχοθεραπευτή;
– Αυτή είναι μια πραγματικά δύσκολη ερώτηση, γιατί δεν υπάρχουν πραγματικά αντικειμενικά κριτήρια. Αν φοίτησες σε ένα διάσημο πανεπιστήμιο, μπορεί να είσαι καλός θεραπευτής ή μπορεί και όχι. Αν πήγες σε ένα άθλιο πανεπιστήμιο, μπορεί να είσαι πολύ καλός θεραπευτής ή μπορεί και όχι. Eτσι, αυτά τα πράγματα είναι κάπως ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Νομίζω ότι ο καλύτερος οδηγός επιλογής, και το εξηγώ στο κεφάλαιο 13 του βιβλίου, είναι να συνεργαστείς με κάποιον που έχει μια ποικιλία διαφορετικών προσεγγίσεων. Πάντα υποψιάζομαι όποιον έχει μόνο μία τεχνική και λέει ότι αυτή η τεχνική λειτουργεί σε όλους. Για εμένα, αυτό σημαίνει ότι δεν έχεις μάθει πραγματικά τίποτα, γιατί καμία τεχνική δεν λειτουργεί σε όλους.
Ετσι, αυτό που προτείνω πάντα στους ανθρώπους είναι, όταν ψάχνουν για θεραπευτή, να τον ρωτήσουν: «Τι σκοπεύετε να κάνετε μαζί μου; Εχετε βιώσει το ίδιο συναίσθημα; Εχετε υποβληθεί εσείς ο ίδιος σε αυτή τη θεραπεία;». Και αν ο θεραπευτής σάς απαντήσει «Οχι, δεν το έχω κάνει, γιατί εγώ είμαι φυσιολογικός και εσείς είστε προβληματικός», τότε φύγετε αμέσως από το γραφείο. Γι’ αυτό πρέπει να συνεργαστείτε με ένα θεραπευτή που ενδιαφέρεται για τις δικές του ψυχικές διεργασίες. Ολοι κουβαλάμε τον πόνο και τα τραύματά μας και δεν έχω συναντήσει κανέναν που να μην έχει κάποια βαθύτερα σημάδια, κάποια τραύματα από τη ζωή. Γιατί η ζωή μπορεί να είναι οδυνηρή και πρέπει να το κατανοήσουμε αυτό.
Επίσης, όταν επιλέγουμε τον θεραπευτή πιστεύω ότι η διάδοση από στόμα σε στόμα βοηθάει. Σε γενικές γραμμές, αν έχετε ένα φίλο που ήταν εθισμένος ή είχε χρόνια τάσεις αυτοκτονίας ή ήταν ευέξαπτος ή ανίκανος να διατηρήσει μια σχέση, και αυτός ο φίλος σάς συστήνει τον «Boy Evans» και τη θεραπεία του, που τη δοκίμασε και πλέον είναι πολύ πιο ήρεμος, πιο ευγενικός και πιο στοχαστικός, να πάτε και να τον δοκιμάσετε. Πιστεύω λοιπόν ότι η διάδοση από στόμα σε στόμα είναι ένα σημαντικό εργαλείο για να βρεις έναν καλό θεραπευτή.
– Εχουν περάσει δέκα χρόνια από την κυκλοφορία του ευπώλητου βιβλίου σας «Το σώμα δεν ξεχνά». Αν επρόκειτο να το αναθεωρήσετε ή να το επεκτείνετε σήμερα, τι θα προσθέτατε, θα αλλάζατε ή θα τονίζατε διαφορετικά;
– Στην πραγματικότητα, έχουμε σχεδόν τελειώσει το επόμενο βιβλίο μας, το οποίο θα κυκλοφορήσει σύντομα. Επειτα από όλα αυτά τα χρόνια οι άνθρωποι εξακολουθούν να διαβάζουν το έργο μας και να μαθαίνουν από αυτό, αλλά στο νέο βιβλίο προσθέτουμε περισσότερα για τη δουλειά που κάνουμε με το σώμα, για το οποίο γνωρίζουμε πολύ περισσότερα σήμερα. Και έχουμε εντάξει ένα ιδιαίτερα μεγάλο κεφάλαιο για τα «ψυχεδελικά φάρμακα» και αναλύουμε τη χρήση τους και τις επιδράσεις τους στο άτομο.

