Σε απόσταση ανάσας από την κοινή εμφάνιση της ελληνικής ορχήστρας νέων Underground και της Φιλαρμονικής Νέων του Βρανδεμβούργου, δηλαδή δύο ορχηστρών με νέους μουσικούς, ένα ακόμα ανάλογο σύνολο, η Ελληνική Συμφωνική Ορχήστρα Νέων (ΕΛΣΟΝ), εμφανίστηκε στις 6 Μαΐου στην αίθουσα «Χρήστος Δ. Λαμπράκης». Διηύθυνε ο Διονύσης Γραμμένος, ενώ σολίστ στο Κοντσέρτο για βιολί του Φέλιξ Μέντελσον Μπαρτόλντι ήταν ο Νόα Μπέντιξ-Μπάλγκλεϊ.
Η βραδιά ξεκίνησε με τη «Φαντασία σε ένα θέμα του Τόμας Τάλις», έργο του Βρετανού συνθέτη Ραλφ Βον Ουίλιαμς, που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1910. Οπως και για αρκετές ακόμα συνθέσεις του, ο Βον Ουίλιαμς άντλησε έμπνευση από τη μουσική της αγγλικής Αναγέννησης και, συγκεκριμένα, από ένα μουσικό θέμα που συνέθεσε ο Τόμας Τάλις το 1567 για τον αρχιεπίσκοπο του Κάντερμπερι.
Στη «Φαντασία» του ο Βον Ουίλιαμς διαιρεί την ορχήστρα σε δύο υποσύνολα και ένα κουαρτέτο εγχόρδων που συνομιλούν μεταξύ τους. Στη σκηνή της αίθουσας «Χρήστος Δ. Λαμπράκης», η μία ομάδα εγχόρδων τοποθετήθηκε ψηλά, κοντά στο εκκλησιαστικό όργανο, ενώ το κουαρτέτο βρήκε τη θέση του μπροστά στη σκηνή και περιβλήθηκε από το δεύτερο υποσύνολο εγχόρδων. Ωστόσο, από μόνη της η χωροθέτηση δεν αρκεί σε ένα λυρικό, υποβλητικό έργο όπως το συγκεκριμένο. Η ομοιογένεια των εγχόρδων της ΕΛΣΟΝ είναι πραγματικά αξιοθαύμαστη και προφανώς πιστώνεται στον αρχιμουσικό της. Ομως για την ανάδειξη της εκφραστικότητας της μουσικής του Βον Ουίλιαμς υπάρχει ανάγκη για πολύ πιο σαφείς και έντονες διαφοροποιήσεις, ώστε αφενός να διαφανεί η δομή της μουσικής και αφετέρου να προβληθεί ο ζητούμενος διάλογος ανάμεσα στους μουσικούς. Σε κάθε περίπτωση, αξιομνημόνευτη υπήρξε η σολιστική συμβολή του εξάρχοντος Γιώργου Μπάνου, όσο και του Ολλανδού Ρόντο Νάιχοφ, που συμμετείχε στην ΕΛΣΟΝ αναλαμβάνοντας την πρώτη βιόλα.
Μουσικοί διάλογοι
Εξαιρετική υπήρξε η ερμηνεία του δημοφιλούς Κοντσέρτου για βιολί του Φέλιξ Μέντελσον Μπαρτόλντι. Το έργο, που πρωτοπαρουσιάστηκε το 1845, είναι ένα από τα πρώτα που γράφηκαν σε συνεργασία με επαγγελματία ερμηνευτή, καθώς ο Μέντελσον συμβουλεύτηκε γι’ αυτό τον φίλο του Φέρντιναντ Ντάβιντ, δεξιοτέχνη βιολονίστα και εξάρχοντα της ορχήστρας Γκεβάντχαους της Λειψίας. Ο Νόα Μπέντιξ-Μπάλγκλεϊ, πρώτος εξάρχων της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Βερολίνου, ανταποκρίθηκε σε όλες τις πτυχές της μουσικής του Μέντελσον. Κατ’ αρχάς διέθετε την τόσο ευχάριστη και διόλου αυτονόητη τονική ακρίβεια, όπως και την απαραίτητη δεξιοτεχνία, που επέτρεπε στη μουσική να ηχεί αβίαστα. Ομως πάνω απ’ όλα ξεχώρισε για τη μουσικότητα και την ευγένεια με την οποία απέδωσε το αργό δεύτερο μέρος του Κοντσέρτου, όπως επίσης για την ανάλαφρη διάθεση που υιοθέτησε στο τελικό ζωηρό μέρος και η οποία είναι τόσο χαρακτηριστική πολλών συνθέσεων του Μέντελσον.
Ο εξάρχων της Φιλαρμονικής του Βερολίνου συνέπραξε με την ΕΛΣΟΝ υπό τη διεύθυνση του Διονύση Γραμμένου.
Στο δεύτερο μέρος ο Γραμμένος απέδωσε αρχικά τη σύνθεση «Starburst» – «Αστρική έκρηξη» της Τζέσι Μοντγκόμερι και στη συνέχεια, χωρίς διακοπή, τη Δεύτερη Συμφωνία του Μπετόβεν. Κάτι ανάλογο είχε κάνει πέρυσι, κατά την εμφάνισή του στην ίδια αίθουσα, ο Κωνσταντίνος Καρύδης, όταν μετά τον «Υμνο» του Τσαρλς Αϊβς διηύθυνε χωρίς ανάσα την Τέταρτη Συμφωνία του Μπετόβεν. Οπως τότε, έτσι και τώρα, ήταν άδικο για το σύγχρονο έργο να λειτουργήσει ως προοίμιο στον Μπετόβεν, όσο και για τον Μπετόβεν, που κρίθηκε ότι είχε ανάγκη προοιμίου. Ο διάλογος ανάμεσα στις δύο συνθέσεις θα μπορούσε ενδεχομένως να λειτουργήσει. Ομως, σε διαφορετικές συνθήκες ακρόασης, με ένα κοινό περισσότερο ενημερωμένο και προσεκτικό, που δεν θα χειροκροτούσε έπειτα από κάθε μέρος αλλά και πριν να σιωπήσει η μουσική.
Η ερμηνεία της Δεύτερης Συμφωνίας διέθετε ενέργεια και ενθουσιασμό. Εξίσου, ο Γραμμένος απέδωσε με επιτυχία τη γαλήνια, γλυκιά διάθεση του δεύτερου μέρους και τη χορευτική διάθεση του τρίτου, φανερώνοντας τις δυνατότητες της πολύ καλά συντονισμένης ορχήστρας του.

