Οκτώβριος 2020. Το Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου προκηρύσσει πανελλαδικό διαγωνισμό για τον επανασχεδιασμό της ταυτότητάς του. Η μετάβαση του οργανισμού σε μια νέα εποχή έχει πια κριθεί αναγκαία. Από το σύνολο των φακέλων που υποβάλλονται, κρίνονται «φιναλίστ» τέσσερα δημιουργικά γραφεία. Επιλέγεται η πρόταση της DpS Athens του πολυβραβευμένου σχεδιαστή Δημήτρη Παπάζογλου και, ένα χρόνο μετά, υλοποιείται και κερδίζει ένα υψηλό στοίχημα. Σήμερα, στην αρχή μιας επετειακής καλοκαιρινής σεζόν που σηματοδοτεί 70 χρόνια για τον θεσμό, μιλάμε με τον εμπνευστή και σχεδιαστή της νέας του ταυτότητας και ανακαλύπτουμε αθέατες πλευρές της ψυχής και της κληρονομιάς του αλλά και τη δύναμη της έρευνας πίσω από την εικόνα.

– Πώς ξετυλίχθηκε το κουβάρι της έρευνάς σας, πού βασίστηκε η προσέγγισή σας;
– Βασιστήκαμε σε μια σειρά από παρατηρήσεις, άλλες αντικειμενικές και άλλες υποκειμενικές. Είναι σκόπιμο να αναφέρω πως ο σχεδιασμός, εκ των πραγμάτων, εμπεριέχει τη θέση –ή τη θέαση– του σχεδιαστή πάνω σε ένα ζήτημα. Αυτό, τουλάχιστον για εμένα, είναι αναπόφευκτο. Eτσι, από την αρχή, επιλέξαμε να επικεντρωθούμε περισσότερο στο νοηματικό φορτίο που θα θέλαμε να χαρακτηρίζει την πρότασή μας και ακολούθως στο στυλιστικό, που θα της έδινε οπτικά «σάρκα και οστά». Μέσα από διεξοδική έρευνα πάνω στο αρχείο των αφισών του οργανισμού διαπιστώσαμε πως παρότι κάθε χρονιά υπήρχε διαφορετικός σχεδιαστής, εντούτοις ο κάθε ένας διατηρούσε κάποια πολύ σημαντικά στοιχεία σταθερά, σαν να υπήρχε υπόκωφα ήδη μια ταυτότητα. Αυτές οι σταθερές αφορούσαν δύο χαρακτηριστικά στοιχεία. Το πρώτο ήταν το εικονογραφικό σκέλος. Κοιτώντας κανείς στο αρχείο των αφισών του φεστιβάλ διαπιστώνει πολύ εύκολα πως, στις περισσότερες περιπτώσεις, συναντάμε την αποτύπωση των χώρων του φεστιβάλ (με κύριο εκφραστή την Επίδαυρο), πολλές φορές μάλιστα μέσα από έντονα δωρική διάθεση. Η παρουσίαση των τόπων του φεστιβάλ δεν ήταν μια τυχαία επιλογή. Μην ξεχνάμε πως το Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου αποτελούσε όχημα για την προώθηση του ελληνικού τουρισμού για πολλές δεκαετίες. Eτσι επιδιώξαμε να εμπνευστούμε από τον φυσικό χώρο δράσης του φεστιβάλ, έχοντας στον πυρήνα μας την αρχιτεκτονική δομή του αρχαίου θεάτρου. Αυτή τη φορά όμως –και σε αντιδιαστολή με το πώς παρουσιαζόταν μέχρι τώρα– όχι ως προς την προοπτική του όψη, αλλά ως προς την τομή του. Εκεί βρήκαμε αυτόν τον «μονόλιθο» ως δομικό κύτταρο από το οποίο συντίθεται όλο το θέατρο. Ενα έντονα γωνιώδες γεωμετρικό σχήμα, που μέσα από την περιστροφική του επανάληψη ορίζει, εντέλει, την καμπυλωτή, αμφιθεατρική δομή.

Στην έρευνά μας είδαμε πως παρότι κάθε χρονιά υπήρχε διαφορετικός σχεδιαστής, εντούτοις ο κάθε ένας διατηρούσε κάποια πολύ σημαντικά στοιχεία σταθερά, σαν να υπήρχε υπόκωφα ήδη μια ταυτότητα.
– Μια λιγότερο φανερή πτυχή του θεσμού, λοιπόν, που εντοπίστηκε σε εκείνη την εκπληκτική λήψη του Δημήτρη Χαρισιάδη, αποτέλεσε την έμπνευση για το σήμα της νέας ταυτότητας – έναν «μονόλιθο» που μοιάζει να έχει κοπεί σε αρχαίο λατομείο και να φωτίζεται από εκτυφλωτικό αττικό φως.
– Ακριβώς. Βράχος και άνθρωπος. Ουσιαστικά, αυτή η εμβληματική φωτογραφία του Χαρισιάδη από την Αντιγόνη του Σοφοκλή (Επίδαυρος, 1956) έγινε ο πυρήνας της αισθητικής που καθόρισε και την ανάπτυξη των τελικών σχεδίων για το καλοκαιρινό πρόγραμμα του 2021, προσδίδοντας στο σύνολο της ταυτότητας έναν αρχετυπικό και ταυτόχρονα φουτουριστικό συμβολισμό. Η εικόνα του πλήθους υπό μικρή κλίμακα στις κερκίδες της Επιδαύρου αποτέλεσε έμπνευση για την υφή πάνω στους σχεδιασμένους μονόλιθους που κυριαρχούν στο εικαστικό των αφισών, ενισχύοντας έτσι όχι μόνο την υφολογία των θραυσμάτων που συναντάμε στους αρχαίους χώρους, αλλά και την άρρηκτη σχέση του φεστιβάλ με το κοινό.

Η εικόνα του πλήθους υπό μικρή κλίμακα στις κερκίδες της Επιδαύρου αποτέλεσε έμπνευση για την υφή πάνω στους σχεδιασμένους μονόλιθους που κυριαρχούν στο εικαστικό των αφισών.
– Πώς χειρίστηκες την τυπογραφία σε αυτό το έργο και γιατί;
– Η τυπογραφία αποτελεί το δεύτερο σημαντικό στοιχείο που προέκυψε κατά την ανάλυση μας των αρχείων των αφισών του φεστιβάλ. Είδαμε πως στις περισσότερες των περιπτώσεων υπάρχει μια έντονη δωρικότητα στο συνοδευτικό τυπογραφικό μέρος, με το όνομα του οργανισμού να είναι ξεκάθαρο, χωρίς περιττές σχεδιαστικές φλυαρίες, πάντα σε περίοπτη θέση μέσα στον καμβά της αφίσας και –το πιο σημαντικό– σχεδόν πάντα σε κεφαλαιογράμματη γραφή, ενισχύοντας τη σύνδεση με τη γραμματογραφία που συναντάμε στην αρχαία περίοδο. Αυτή η στοιχειοθετική διάθεση αντανακλάται τόσο στην ανάπτυξη της νέας ταυτότητας του οργανισμού, όσο και στην ταυτότητα που αναπτύξαμε για την προώθηση του καλοκαιρινού προγράμματος του 2021. Για τις ανάγκες αυτές σχεδιάσαμε, αναπτύξαμε και παραδώσαμε στον οργανισμό μια σύγχρονη, ισοπαχή γραμματοσειρά, ικανή να λειτουργεί με διακριτότητα τόσο στις περιπτώσεις των εκδόσεων, όσο και των αφισών.

– Κάποιοι θα έλεγαν πως υπήρχε κάτι το «σκληρό» – ίσως και αδιόρατα σκοτεινό στο ύφος της νέας ταυτότητας. Το αναμενόμενο «καλοκαιρινό χρώμα» του φεστιβάλ δεν ήταν εκεί. Αυτό ήταν συνειδητή επιλογή, και αν ναι, γιατί;
– Ισχύει. Ηταν μια συνειδητή προσπάθεια να αντικατοπτριστούν αφενός η ουσία και το βάθος των έργων που φιλοξενεί το φεστιβάλ και αφετέρου η νέα ταυτότητα να συνομιλεί δυναμικά με το πνεύμα που συγκροτεί το σύγχρονο και πολυδιάστατο καλλιτεχνικό πρόγραμμά του. Η επιλογή αυτή πηγάζει από μια βαθύτερη κατανόηση του πυρήνα του φεστιβάλ και των έργων που φιλοξενεί, ιδίως της αρχαίας τραγωδίας, η οποία δεν διαπραγματεύεται εύκολα και «χαριτωμένα» ζητήματα, αλλά αντιθέτως τις μεγάλες αγωνίες του ανθρώπου. Ωστόσο, αυτή η «σκληρότητα» ή το «σκοτάδι» δεν είναι αυτοσκοπός, ούτε αποκλείουν την παρουσία του φωτός και της ευαισθησίας. Αντιθέτως, την ενισχύουν και την επαναδιεκδικούν.

– Πριν από λίγες ημέρες, στην τελετή των Ελληνικών Βραβείων Γραφιστικής και Εικονογράφησης (ΕΒΓΕ), η καλλιτεχνική διευθύντρια του φεστιβάλ έλαβε από εσένα μια τιμητική αναγνώριση. Μπορείς να μας μιλήσεις γι’ αυτή τη διάκριση και για το τι συμβολίζει;
– Η συγκεκριμένη διάκριση αφορά τη μακρόχρονη προσφορά του φεστιβάλ στην ελληνική οπτική επικοινωνία. Κυρίως, όμως, την αναγνώριση της αξίας του εφήμερου του σχεδιασμού ως στοιχείου πολιτιστικής κληρονομιάς. Μια «σκυταλοδρομία», όπως την αποκάλεσα κατά την ανακοίνωση του βραβείου, την οποία το φεστιβάλ τιμάει και αναγνωρίζει.

– Κοιτώντας πίσω στις καμπάνιες των τελευταίων 70 ετών, μπορούμε να πούμε ότι αυτές είναι γνήσια «παιδιά της εποχής» τους, αντικατοπτρίζοντας τη θέση της γραφιστικής στην αγορά και την κοινωνία. Τι άλλαξε τις τελευταίες δύο δεκαετίες και υπάρχει αυτή η «αναγέννηση» του χώρου στην Ελλάδα;
– Νομίζω πως υπάρχουν δύο διακριτές διαφορές που χαρακτηρίζουν τις δύο εποχές. Αν το έκανα εικόνα, θα έλεγα πως είναι η διαφορά που διαπιστώνεις ανάμεσα σε έναν ισχυρό ψίθυρο και μια φωνή χωρίς περιεχόμενο. Είναι η διαφορά της θέασης με το θέαμα. Τότε ήταν σαν να ενδιέφερε τους δημιουργούς περισσότερο το πνεύμα που υπάρχει πίσω από τον σχεδιασμό. Σήμερα, στην εποχή της μαζικής επικοινωνίας και του καταιγισμού της εικόνας που απαιτεί –ενίοτε φωνασκώντας– την προσοχή σου, νιώθω σαν να μας ενδιαφέρει περισσότερο το… θέαμα.

*O Δημήτρης Παπάζογλου είναι designer, ιδρυτής της DpS Athens. Είναι μέλος της Alliance Graphique Internationale (AGI) και εταίρος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος.

