Ενα συνοικέσιο στον αέρα

Η «Βεγγέρα» του Ηλία Καπετανάκη σε σκηνοθεσία Σοφίας Μαραθάκη στο Θέατρο Χώρος

3' 19" χρόνος ανάγνωσης

«A! Είναι ωραίον πράγμα η βεγγέρα! Είναι όασις εν τη ερήμω του αγάμου, είναι οδοστρωτήρ προλειαίνων την οδόν του γάμου, είναι φάρος, δεικνύων τον σκόπελον εις τα πλέοντα εν τω σκότει. Είναι κλίμαξ, δι ης αναβαίνουσιν εις τον ουρανόν…».
Στον Δημήτρη Σπάθη

Δύο είναι τα βασικά ζητήματα που απασχολούν τα πρόσωπα της «Βεγγέρας» και ιδιαίτερα τα μέλη της αστικής οικογένειας του κυρίου Νερουλού: το φαγητό και το υπηρετικό προσωπικό. Το μαγείρεμα της παλαμίδας και η θέση της υπηρέτριας Δημητρώς εξασφαλίζουν τη δραματουργική συνοχή της κωμωδίας και παράλληλα προετοιμάζουν τις ανατροπές όλων των ισορροπιών ανάμεσα στην επίσημη όψη ενός κοινωνικού καθωσπρεπισμού και στην αθλιότητα που υποκρύπτει. Το ζεύγος Νερουλού, με κόρες σε ηλικία γάμου, οργανώνει τη «βεγγέρα», που αρχίζει με υπερβολικές διαχύσεις προς τους επισκέπτες και τελειώνει με απίστευτες παρεξηγήσεις, ύβρεις και καβγάδες. Το συνοικέσιο αιωρείται στην ατμόσφαιρα αλλά δεν αποτελεί το έναυσμα για κωμικές αναταράξεις. Το όλο σχέδιο ματαιώνεται πριν καλά καλά ο επικείμενος γαμπρός προλάβει να γνωρίσει τις υποψήφιες νύφες.

Η «Βεγγέρα» (1894) είναι μια αναλαμπή σπάνιας σατιρικής ευφυΐας, ένα μονόπρακτο ανεκτίμητης κωμικής αξίας για την ελληνική δραματουργία του 19ου αιώνα.

Στο έργο υπάρχουν δεκαοκτώ σκηνές της αυθεντικής εικόνας της αθηναϊκής συναναστροφής και αρχικά, όπως δηλώνει ο ίδιος ο συγγραφέας, δεν «ήτο προορισμένον διά το θέατρον αλλά εγράφη δια ν’ αναγνωσθή ως απλή ηθογραφία εις κύκλον ίδιον…».

Mια μικροανάλυση της ελληνικής κοινωνίας του τέλους του 19ου αιώνα, σε μια διάσταση φυσική, χωρίς κωμικές παραμορφώσεις, υπερβολές ή στημένες κωμικές σκηνές.

Χαλαρή πλοκή, απουσία δράσης, αντανακλάσεις κωμικών στοιχείων μέσα από οικεία περιστατικά της καθημερινότητας, εσκεμμένη απομάκρυνση από τα τυποποιημένα φαρσικά σχήματα της παραδοσιακής κωμωδίας, δραματουργική λιτότητα, φυσικότητα, αληθοφάνεια, δραματικές καταστάσεις αντλημένες «εκ του αληθούς βίου». Oλα αναπαρίστανται ως ένα κωμικό στιγμιότυπο, μία μικροανάλυση της ελληνικής κοινωνίας του τέλους του 19ου αιώνα, σε μια διάσταση φυσική, χωρίς κωμικές παραμορφώσεις, υπερβολές ή στημένες κωμικές σκηνές, χωρίς γελοιογραφημένα πρόσωπα – καρικατούρες.

Η Σοφία Μαραθάκη σκηνοθετεί για δεύτερη φορά έργο του Καπετανάκη και ίσως επηρεασμένη από το είδος της κωμωδίας «μετ’ ασμάτων εν χορώ» στο οποίο ανήκει ο «Γενικός Γραμματεύς», διανθίζει τη «Βεγγέρα» με έντονη μουσικότητα (Θοδωρής Αμπαζής) επηρεάζοντας σημαντικά τη δραματουργική υφή του έργου. Υιοθέτησε την οπτική της οριζόντιας διάταξης των ηθοποιών και την τεχνική της ανάδειξης των ρόλων σε θέση μετωπική έναντι των θεατών, υπερτονίζοντας τη μεγέθυνση των χειρονομιών, το στυλιζάρισμα των κινήσεων και των φωνών, αναδεικνύοντας περισσότερο τα φωτογραφικά πορτρέτα των ηθοποιών και λιγότερο τις κοινωνικές και πολιτικές ατμοσφαιρικές συντεταγμένες του έργου. Τα δραματικά πρόσωπα διαγράφονται έντονα ως καρικατούρες, σε ένα έργο που δεν είναι φάρσα. Θα ταίριαζαν ωστόσο στη σατιρική χροιά της «Βεγγέρας», αν δεν υπονομεύονταν από την ολίγον γκόθικ ατμόσφαιρα τρόμου. Στα θετικά σημεία η επεξεργασία των γλωσσικών επιπέδων, των εναλλαγών της δημοτικής με την «κομψή καθαρεύουσα» των διαλόγων. Η λιτή σκηνογραφία του Κωνσταντίνου Ζαμάνη, οι φωτισμοί της Χριστίνας Θανάσουλα, τα κοστούμια με πινελιές fin de siècle της Αλεξάνδρας Ντεληθέου, ο εξαιρετικός σχεδιασμός μακιγιάζ της Οlga Faleichyck και των κομμώσεων του Κωνσταντίνου Κολιούση λειτουργούν συνδυαστικά.

Η ερμηνεία της Ρουμπίνης Βασιλακοπούλου στον ρόλο της σνομπ κυρίας Στενού και του Γιάννη Κλίνη στον ρόλο του συζύγου της απογειώνουν το όλο παραστασιακό γεγονός. Καίρια η ερμηνεία του Γιώργου Σύρμα, αποτυπώνει τη ρητορική κενότητα και αερολογία του κυρίου Νερουλού και οι δύο κοπέλες, Ειρήνη Μπούνταλη (Μαρίκα) και Κατερίνα Πατσιάνη (Κατίνα), ακολουθούν σωστά τον τυποποιημένο κώδικα συμπεριφοράς των δύο αδερφών όπου όλα είναι επιφανειακά και επίπλαστα. Η Δανάη Σαριδάκη προσπαθεί ως οικοδέσποινα να κρατήσει ψηλά το γόητρο της οικογενείας. Ο Γιώργος Κριθάρας (Νίκος), η Οδύσσεια Μπουγά (Φρόσω), η Σοφία Μαραθάκη (Δημητρώ) και ο Χρήστος Σταθούσης στον ρόλο του τρομερού Πίπη καταθέτουν πολύ καλές ερμηνείες, ευθυγραμμισμένες με τη σουρεαλιστική σκηνοθετική οπτική.

«Η βεγγέρα είναι ιατρική στηθοσκόπησις, μικροβιολογική εξέτασις της οικογενείας! Μην κάμνετε λοιπόν βεγγέρες αν θέλετε να κάμετε γαμβρούς…», ήταν το σχόλιο του συγγραφέα.

Στο φινάλε όλα γίνονται «μαλλιά κουβάρια» και ο υποψήφιος γαμπρός εκτιμά την κατάσταση αντανακλώντας το μήνυμα του ίδιου του συγγραφέα: «Η βεγγέρα είναι ιατρική στηθοσκόπησις, μικροβιολογική εξέτασις της οικογενείας! Μην κάμνετε λοιπόν βεγγέρες, αν θέλετε να κάμετε γαμβρούς…».

* Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας ΑΠΘ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT