Δυο βήματα από το Γκάζι και τον σταθμό μετρό του Κεραμεικού, ανάμεσα στις γραμμές του τρένου και στη Σπύρου Πάτση, και πριν φτάσουμε στην Ιερά Οδό, εκτείνεται ένα κομμάτι της παλιάς συνοικίας του Βοτανικού. Είναι μια άλλη Αθήνα, μακριά από την Αθήνα της δημοσιότητας. Διαχέεται σε αυτή μια αντίληψη μικρής κοινότητας, την τυλίγει μια πάχνη μικρού τόπου.
Τουλάχιστον έτσι ήταν τα παλιά τα χρόνια, όταν η εργατική συνοικία του Βοτανικού, κάτω από το Γκαζοχώρι, απλωνόταν σε μεγάλη έκταση και έφτανε, όπως και σήμερα, πέραν της Ιεράς Οδού: ένα αμάλγαμα δρόμων και δρομίσκων, με τα μικρά σπίτια στη σειρά. Η λογοτεχνία του Μεσοπολέμου και των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων μάς έχει δώσει ατμοσφαιρικές περιγραφές, είτε εστιάζοντας στη φτωχολογιά και στους χωματόδρομους – προέκταση της δημόσιας ζωής, είτε ζωντανεύοντας τη γλυκιά απλότητα μιας μικρής αυλής στον Βοτανικό, ιδίως τα βράδια του καλοκαιριού.
Σε κάποιον αμύητο θα αποτελούσε ίσως έκπληξη η πληροφορία ότι μερικές τέτοιες αυλές διασώζονται. Σκόρπιες ή σε μικρές συστάδες. Δυστυχώς, ελάχιστες πλέον με ζωή. Στέκουν σήμερα, οι πιο πολλές από τις αυλές αυτές, χωρίς ανθρώπους, αλλά τώρα την άνοιξη μοιάζουν ζωντανεμένες από τις μολόχες και τις βρωμοκαρυδιές, τις συκιές και τις μαργαρίτες και τα χαμομήλια. Πάνω τους ζουζουνίζουν έντομα, αδέσποτες γάτες ζουν δίπλα στα συντρίμμια νοικοκυριών ημιυπαίθριου βίου, πόρτες από καμαρούλες στην αυλή χάσκουν μισάνοιχτες και πολλά παράθυρα του ισογείου είναι καρφωμένα χιαστί. Η σταύρωση…
Ωστόσο, η απλότητα της ομορφιάς κατακλύζει τις αισθήσεις. Με προϋπόθεση ο παρατηρητής να είναι ανοικτός και περίεργος, να αιφνιδιάζεται ευχάριστα και να νιώθει αρχαιολόγος του άστεως. Ας θεωρήσουμε τον ενοριακό ναό της Αγίας Μαρκέλλας πάνω στη Σπύρου Πάτση ως οδηγό για να τριγυρίσουμε στα στενά αριστερά και δεξιά. Ηδη από τη γωνία Νευροκοπίου 11 και Αίμου, το κεραμοσκέπαστο ισόγειο μαγαζί παραπέμπει σε μια ξεχασμένη ελληνική καθημερινότητα.
Στην οδό Πρέσπας, μικρά σπιτάκια, σαν σπιρτόκουτα, ανάμεσα σε πολυκατοικίες, θυμίζουν το παλιό μέτρο της συνοικίας. Δυο-τρία δωμάτια, αυλή. Στην Πρέσπας 9, σώζεται και η καγκελόπορτα σε χρώμα λαχανί και πιο πάνω στον αριθμό 4, θα δείτε το αρχετυπικό σπιτάκι της γειτονιάς (κάθε λαϊκής γειτονιάς), με αυλόπορτα και ασβεστωμένο τοίχο, σαν σκηνικό από την «Οδό Ονείρων». Στην οδό Βολισσού 9, το μικρό σπίτι, που θυμίζει κάτι πρόσχαρο και φωτεινό, αναγράφει πως χτίστηκε το 1930, και πιο πάνω στην οδό Αίμου 11 και 9, ένα ζευγάρι μικρών σπιτιών φέρνει ξανά στα μάτια μας την παλιά κλίμακα. Το σπίτι της Αίμου 9 θυμίζει οποιοδήποτε μικροαστικό σπίτι με νεοκλασική μορφολογία· θριγκός, δωρικό υπέρθυρο, κληματαριά για στέψη.
Στην οδό Γρεβενών 11 υπάρχει ένα πιο αστικό σπίτι, με θαυμάσιες αναλογίες, αλλά η έκπληξη ήταν η μικρή Δρυοπίδος, που αρχίζει ακριβώς σε εκείνη τη γωνία και εκτείνεται για λίγα μόνο μέτρα.
Τρία σπιτάκια στη σειρά (μετά τον αριθμό 1) βρίσκονται σε παράταξη σε ένα δρόμο γεμάτο νεραντζιές και ακακίες. Υπάρχει κάτι φιλήσυχο, σχεδόν απόκοσμο. Το γεννούν το αίσθημα αυτό ο όγκος, η απουσία, η θέρμη της πέτρας και η αλήθεια της ανάγκης που έχτισε τα σπίτια αυτά. Μια κόκκινη, σχεδόν μπορντό καγκελόπορτα προβάλλει ανάμεσα στα πράσινα, κατάφορτα κλαδιά, και δίπλα, τα ξεχαρβαλωμένα παράθυρα με τα γαλλικά παντζούρια μας επιτρέπουν θέα εκεί που άλλοτε ήταν το βασικό δωμάτιο: χωρίς σκεπή, ο ήλιος χρυσίζει τους πλίνθους που προβάλλουν μέσα από τον ξεφλουδισμένο σοβά, μπογιατισμένο άλλοτε σε ένα πράσινο του αμύγδαλου (βεραμάν).
Στη γωνία, Δρυοπίδος 7 και Αγίας Μαρκέλλας, είναι αδύνατον να προσπεράσει κανείς αδιάφορος το μεγάλο κυβιστικό σπίτι του ’30. Η αρ ντεκό εξώθυρα έχει ως στέψη ένα ρομαντικό λοφίο.

