Εμφύλιος στο σπίτι του κυρ Παντελή

Η γλυκόπικρη σάτιρα των Σακελλάριου - Γιαννακόπουλου με τη σκηνοθετική ματιά του Σταμάτη Φασουλή

3' 40" χρόνος ανάγνωσης

«Σπίτι είναι αυτό που
έχουμε ή θηριοτροφείο;»
«Η Δεξιά, η Αριστερά
και ο κυρ Παντελής»
(1946)

Συλλεκτικής αξίας η γλυκόπικρη σάτιρα των Αλέκου Σακελλάριου και Χρήστου Γιαννακόπουλου, ανασύρθηκε στην κυριολεξία από την αφάνεια της ελληνικής δραματουργίας, φρεσκαρίστηκε από τα ίχνη της ιστορικής σκόνης και προσφέρθηκε στο σύγχρονο κοινό ως πολιτική κωμωδία με έντονο το κοινωνικό και οικογενειακό φόντο των διενέξεων μιας τετραμελούς οικογένειας την περίοδο του Εμφυλίου. Ευφυολόγοι, ευρηματικοί και δεξιοτέχνες, οι δύο συγγραφείς αναπαρήγαγαν το μικροαστικό ιδεολόγημα μιας α-πολιτίκ θεώρησης του εμφυλιακού κλίματος, καυτηριάζοντας με αρκετές δόσεις διδακτισμού την πολιτική μισαλλοδοξία και διακήρυξαν θεατρικά το αίτημα για εθνική συμφιλίωση και συνεργασία αριστερών και δεξιών στη βάση ενός συλλογικού εθνικού οράματος.

Δραματουργικά αδύναμος ο «Κυρ Παντελής», ένα έργο με γραμμική πλοκή, χωρίς διακυμάνσεις, με απολύτως προβλέψιμες τις όποιες ανατροπές, κομμένο και ραμμένο πάνω στον Βασίλη Λογοθετίδη, αυτόν τον καταπληκτικό ηθοποιό που καθιέρωσε με το ιδιαίτερο ύφος και ήθος του όλη τη σειρά των έργων του συγγραφικού διδύμου. Παρά τις αδυναμίες της, ωστόσο, είναι μια κοινωνική σάτιρα χωρίς την παράνοια της λαϊκής φάρσας, η οποία αποστρέφεται τον πολιτικό στοχασμό και είναι αντίθετη στο θέατρο χαρακτήρων. Μια πολιτική κωμωδία με φόντο συγκρούσεις των δύο αδελφών, που υιοθέτησαν διαμετρικά αντίπαλες πολιτικές θέσεις εν καιρώ Εμφυλίου. Μια εξωστρεφής κωμωδία γεμάτη τρυφερότητα, σαρκασμό, απογοήτευση, ειρωνεία, απόγνωση και αγωνία. Μια μετριασμένη γελοιογράφηση των δραματικών προσώπων, που είτε αριστεροί, δεξιοί ή ουδέτεροι αποτυπώνονται και ως καρικατούρες, υπονομεύοντας εντέλει το ίδιο το πολιτικό θέμα.

Ο Σταμάτης Φασουλής καλλιεργεί συστηματικά και με συνέπεια το ποιοτικό εμπορικό θέατρο. Δεν επέλεξε, ωστόσο, το δημοφιλές «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», αλλά ένα σχεδόν άγνωστο θεατρικό έργο που δεν ακολούθησε την πορεία αυτών που «έσπασαν τα ταμεία» στις κινηματογραφικές διασκευές τους. Σκηνοθέτησε το έργο με ρεαλιστική απλότητα, διατήρησε τους χαμηλούς τόνους, σκόρπισε το άρωμα της εποχής, ανέδειξε όσα στοιχεία μεταφέρονται αποτελεσματικά στον σύγχρονο θεατή. Διαφύλαξε με ευαισθησία τον δραματικό πυρήνα του. Ο σκηνοθετικός ρυθμός, γρήγορος και ανάλαφρος, προσδίδει ένταση στην εναλλαγή δραματικών και κωμικών επεισοδίων.

Ο Φασουλής πέτυχε να αποδώσει τον κυρ Παντελή χωρίς να καταφύγει σε μιμικές ακρότητες. Εμπειρος ηθοποιός και στην πρόζα και στην επιθεώρηση, απέδωσε τον φιλήσυχο οικογενειάρχη, κουρασμένο από τη γερμανική κατοχή, που απεχθάνεται τις πολιτικές αντιδικίες, τηρεί στάση ουδετερότητας, ερμηνεύει τις εξελίξεις του Εμφυλίου μέσα από μια απλοϊκή στην ουσία της, απολιτίκ οπτική, που στοχεύει αποκλειστικά στην αναζήτηση της κανονικότητας για το έθνος.

«Με την σάτιρά μας προκαλέσαμε τη δυσφορία και του “Ριζοσπάστη’’ και της “Εστίας’’», είχαν γράψει στο πρόγραμμα του θεάτρου Κοτοπούλη, το 1946, οι δύο συγγραφείς.

Το σκεπτικό του Πάρι Μέξη, να στήσει ένα αθηναϊκό σπίτι, ευθυγραμμίστηκε με τη ρεαλιστική σκηνοθεσία και τα κοστούμια επίσης αρμονικά στην απλότητά τους.

Μεγάλη απογοήτευση προκάλεσε η Ελένη Καστάνη. Στριγκλίζει υστερικά, κινείται αμήχανα και σπασμωδικά. Φαίνεται ότι παράγει γέλιο μόνο στην τηλεοπτική κάμερα. Δεν αναδείχθηκαν οι απίστευτες κωμικές ατάκες της Αθηνάς, δούλεψε με έντονες τηλεοπτικές μανιέρες, αναγνωρίσιμες εκφραστικές τεχνικές στο τηλεοπτικό κοινό. Ο Γιώργος Δεπάστας στον ρόλο του Σωτήρη, φίλου του Παντελή, είναι η κινητήρια δύναμη που μπαινοβγαίνει στη δράση σχολιάζοντας καίρια σημεία της. Η ερμηνεία της Δέσποινας Πολυκανδρίτου είχε λαϊκότητα και ευθυβολία, νοσταλγική περιδιάβαση στον κόσμο των υπηρετριών των ελληνικών ταινιών. Ο Γιώργος Βουρδαμής στον ρόλο του αριστερού αδελφού Κώστα και ο Απόστολος Καμιτσάκης ως εθνικιστής Σταύρος γέμισαν με την ερμηνευτική τους αυτοπεποίθηση πολλές εικόνες και σκηνές του έργου, κυρίως στα σημεία που εκφράζουν την πρόθεση να προστατεύσουν ο ένας τον άλλο παρά τις ιδεολογικές συγκρούσεις τους. Τυπικές αλλά όχι γραφικές οι ερμηνείες του Γιώργου Κορομπίλη και της Μαρίας Καραβά στους διπλούς ρόλους του Πολιτοφύλακα και Εθνοφύλακα, και της Εαμίτισσας – Εθνικίστριας.

Ενοχλήθηκαν όλοι

Στο προσεγμένο πρόγραμμα της παράστασης παρατίθεται ένα απόσπασμα από το πρόγραμμα του θεάτρου Κοτοπούλη του 1946, όπου οι δύο συγγραφείς καταθέτουν μια πολύτιμη μαρτυρία: «Με την σάτιρά μας “Η Δεξιά, η Αριστερά και ο κυρ Παντελής” προκαλέσαμε την δυσφορία και του “Ριζοσπάστη” και της “Εστίας”. Και της Δεξιάς και της Αριστεράς. Και πολύ φυσικά… γιατί οι δικές μας απόψεις, που τις εξέφραζε ο απλός κυρ Παντελής, ο ταλαιπωρημένος και συμπιεζόμενος μεταξύ των συμπληγάδων των δύο φανατισμένων πολιτικών μερίδων, ήταν μοιραίο να έρχονται σε σύγκρουση και με τα δύο άκρα». Κανείς δεν είναι ικανοποιημένος εντέλει. Ούτε η Δεξιά ούτε η Αριστερά. Και ο Παντελής που ονειρεύεται την ενότητα, θα τρέχει αναστατωμένος, από το ένα άκρο στο άλλο. Πότε από εδώ και πότε από εκεί, φωνάζοντας το κλασικό σύνθημα: «Ελευθερία, Ειρήνη, Ασφάλεια!».

*Η κ. Ρέα Γρηγορίου είναι διδάκτωρ Ιστορίας – Δραματολογίας ΑΠΘ.

«Η Δεξιά, η Αριστερά και ο κυρ Παντελής»
Αλέκος Σακελλάριος – Χρήστος Γιαννακόπουλος
Σκηνοθεσία: Σταμάτης Φασουλής
Μικρό Παλλάς

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT