Μια μέρα, στις πρόβες του «Φάουστ», ο συνθέτης της παράστασης και sound artist Τζεφ Βάγγερ έφερε μαζί του το ηχητικό αρχείο ενός «πολύ πειραγμένου» μπαγλαμά. Το μικρό έγχορδο είχε ηχογραφηθεί με τόση παραμόρφωση, που έβγαζε μια παράλογη ποσότητα μπάσου. Και όμως, η ιδέα άρεσε στον σκηνοθέτη Αρη Μπινιάρη και, ύστερα από κάποιες δοκιμές, τη διάλεξε για να συνοδεύσει μια εικόνα, που προκάλεσε «ανατριχίλα» στον Τζεφ Βάγγερ. «Είναι η σκηνή που ο ηθοποιός Μιχάλης Βαλάσογλου, ο Φάουστ του έργου, χορεύει με μια άψυχη κούκλα», λέει ο συνθέτης και συνεχίζει: «Μου φαίνεται ότι η σκηνή αποτυπώνει πολλά, παρότι δεν υπάρχει άλλη ανθρώπινη παρουσία. Ο Μιχάλης παίρνει αγκαλιά ένα αντικείμενο και χορεύει μαζί του, κάτι που νομίζω ότι συμπυκνώνει την ψυχοσύνθεση του ήρωα και την πολυπλευρικότητα του ίδιου του έργου».
Ο μύθος του Φάουστ, του απογοητευμένου από τη ζωή επιστήμονα ο οποίος πουλάει την ψυχή του στον Διάβολο με αντάλλαγμα απεριόριστη γνώση και απολαύσεις, έχει διάφορες παραλλαγές. Ο Αρης Μπινιάρης μελέτησε πολλές, με βασική εκείνη του Γκαίτε, καταλήγοντας σε μια διασκευή που μοιάζει με καταβύθιση στο υποσυνείδητο της σύγχρονης εκδοχής του ήρωα. Στην όλη διαδικασία ο Μεφιστοφελής έχει… ψυχαναλυτικό ρόλο, όμως παρά τις «σατανικές» προεκτάσεις του ταξιδιού του, ο Φάουστ οδηγείται και στο πιο ζωογόνο κομμάτι της ύπαρξης, τον έρωτα. Και όλα αυτά, σε μια παράσταση με έντονο το εικαστικό στοιχείο, όπως φυσικά και το μουσικό. «Αν το έργο διαρκεί 100 λεπτά, η μουσική ακούγεται στα ’80», λέει ο Τζεφ Βάγγερ. «Το διαπίστωσα και εγώ πρόσφατα, γιατί με την ταχύτητα που δουλεύει ο Αρης δεν καταλαβαίνεις πόσο πολύ παράγεις. Και όταν στο τέλος παραδίδεις το αρχείο, βλέπεις ότι οριακά έχεις γράψει ένα διπλό LP».

Τι περιλαμβάνει λοιπόν, πέραν εκείνου του πειραγμένου μπαγλαμά, το άλμπουμ του Φάουστ; Εκκλησιαστικό όργανο και αρκετά συνθεσάιζερ. Αρκετά έγχορδα επίσης, αλλά και αισθητικές από την ποπ κουλτούρα. «Οπως για παράδειγμα το ρεγκετόν, που ως λατινοαμερικανικό είδος θα έλεγε κανείς ότι είναι παραβατικό για τον κόσμο του Φάουστ, όμως εμείς θέλαμε να το συνδυάσουμε με γρηγοριανούς ύμνους», εξηγεί ο Τζεφ Βάγγερ. Η μεγάλη πρόκληση για εκείνον, πάντως, ήταν να δουλεύει με την ανθρώπινη φωνή, που είτε με τη μορφή του τραγουδιού είτε με εκείνη των επεξεργασμένων φωνών (σε φωνητικές συνθέσεις της Μαρίσσας Μπίλη) αποτελεί το 70% του μουσικού υλικού της παράστασης. «Αισθανθήκαμε ότι η ανθρώπινη φωνή είναι πολύ κοντά σε αυτό που θέλει να πει ο Αρης», εξηγεί ο Τζεφ Βάγγερ και συμπληρώνει: «Προσπαθήσαμε γενικά να ταιριάξουμε πολλά ετερόκλητα layers, όργανα και υφές, ώστε ο σουρεαλισμός του έργου να μεταφραστεί σε μουσική».
Ποιος είναι ο πυρήνας του έργου, κατά τη δική του γνώμη; «Νομίζω –και ας ακούγεται γενικό– ότι είναι ο εσωτερικός κόσμος του ανθρώπου και η αποδοχή από εκείνον ότι, εκτός από το φως και τη χαρά, υπάρχει και το σκοτάδι, οι σκιές. Ακόμη και αυτές, όμως, είναι μέρος της γενικότερης εξέλιξής του. Είναι κρίσιμο, στην πορεία της ζωής, να δεχθείς και τις μη φωτεινές πτυχές σου», απαντά ο Τζεφ Βάγγερ. Ο ίδιος βαφτίστηκε Ιωσήφ και το επώνυμό του κρατάει από τα χρόνια της βαυαροκρατίας στην Ελλάδα. Σπούδασε Digital Music & Sound Arts στο Πανεπιστήμιο του Μπράιτον και εργάστηκε ως dj σε διάφορες χώρες. Δουλειές του ακούστηκαν στο BBC και βραβεύτηκαν από τον Fatboy Slim. Οταν μετά τις σπουδές του επέστρεψε στα πάτρια εδάφη, συνέχισε να γράφει μουσική για ομάδες χορού και θεάτρου, όπως έκανε στο Λονδίνο.
Αυτό που θεωρείται μουσική για θέατρο, η ομπρέλα των επιλογών τού τι θα ακουστεί, έχει ανοίξει.
Θεωρεί άραγε ότι η μουσική των θεατρικών παραστάσεων έχει γίνει εσχάτως πιο σημαντικό κομμάτι τους; «Δεν ξέρω αν έχει γίνει πιο σημαντικό, αλλά σίγουρα αυτό που θεωρείται μουσική για θέατρο, η ομπρέλα των επιλογών τού τι θα ακουστεί, έχει ανοίξει», σημειώνει. «Παλιότερα, θα είχες μια ενορχήστρωση με ακουστικά όργανα. Ενώ τώρα, ο θόρυβος, τα συνθεσάιζερ, οι επεξεργασμένες ηχογραφήσεις πεδίου, μπορούν σε μια παράσταση να λειτουργήσουν δραματουργικά».
Πλέον, το να μεταφράζει την κίνηση του σώματος, τον λόγο ή μια ιστορία, σε ήχο, τον «εξιτάρει». Με ποια εργαλεία προτιμά να το κάνει; «Αν κάποιος με ρωτήσει “τι όργανο παίζεις”, θα απαντήσω “παίζω τον υπολογιστή”, γιατί τον θεωρώ και αυτόν ένα μουσικό όργανο», σχολιάζει και καταλήγει: «Τελευταία επίσης έχω ενθουσιαστεί με ένα πετάλι κιθάρας, το Hologram Microcosm. Του δίνεις μια πληροφορία, έναν τόνο, και εκείνο, μέσα από μια συγκεκριμένη επεξεργασία, φτιάχνει νεφελώματα ήχων».
«Φάουστ», Κεντρική Σκηνή Εθνικού Θεάτρου, από Τετάρτη έως Κυριακή.

