«Η γλώσσα έχει γίνει κάτι σαν έρημος. Οσο οι άνθρωποι μιλούν, τόσο πιο μόνοι γίνονται. Αυτό το είδος της μοναξιάς είναι πολύ σύγχρονο. Στη “Βερενίκη” δεν συμβαίνει απολύτως τίποτα. Είναι ένα δράμα χωρίς δράση, τα πάντα μπλοκάρονται από τη γλώσσα. Αλλά η τραγωδία συνίσταται ακριβώς σε αυτό το μπλοκάρισμα. Είναι ένα λεκτικό αρχιτεκτόνημα που καταρρέει μπροστά μας», σχολιάζει ο σκηνοθέτης Ρομέο Καστελούτσι με τα χαρακτηριστικά «σπασμένα» αγγλικά του, για τα οποία ζητάει διαρκώς συγγνώμη.
Βρίσκεται στην Ιταλία, μάλλον στο σπίτι του στα Απέννινα Ορη, ένας αφοπλιστικά ειλικρινής και φιλικός άνθρωπος που καθόλου δεν ταιριάζει με την ιδιότητα του προκλητικού καλλιτέχνη, η οποία συνήθως του αποδίδεται.
Συζητάμε σε ένα διαδικτυακό στρογγυλό τραπέζι που οργανώθηκε από τη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, συμπαραγωγό της παράστασης «Βερενίκη» του Ρακίνα, με αφορμή την επικείμενη παρουσίασή της στην Κεντρική Σκηνή, για μόλις πέντε ημέρες. Τα εισιτήρια έχουν ήδη γίνει ανάρπαστα. Το όνομα του πειραματιστή, εικαστικού Καστελούτσι είναι ακαταμάχητο στην Ευρώπη, που εκτιμά την avant garde αισθητική του. Eνίοτε η προσέγγισή του στο θέατρο διχάζει το κοινό. Αυτή τη φορά, οι αντιρρήσεις έρχονται από το Παρίσι όπου η παράσταση παρουσιάστηκε πριν από περίπου ένα χρόνο, ενώ έκτοτε περιοδεύει. Οι Γάλλοι θεωρούν δικαιωματικά τον Ρακίνα «δικό» τους και είναι ιδιαίτερα ευαίσθητοι στον τρόπο που το συγκεκριμένο ποιητικό έργο αποδίδεται στη σκηνή.
Βεβαίως, ο 64χρονος Καστελούτσι έχει υποστεί κριτική για αρκετές δουλειές του έως τώρα, ενώ για άλλες τόσες αποκαλείται «ιδιοφυής». Ηδη από τη δεκαετία του 1990 έδειξε το ασεβές πνεύμα του εκνευρίζοντας αρκετούς στο Φεστιβάλ της Αβινιόν με τη μεταφορά στη σκηνή του σαιξπηρικού «Ιουλίου Καίσαρα». Εκτοτε, παραμένει έντονα στο προσκήνιο, διατηρώντας παράλληλα την πραότητά του.

«Χαίρομαι που υπήρξαν αντιρρήσεις από κάποιους θεατές. Ενοχλήθηκαν από το γεγονός ότι δεν παρακολουθούσαν μια κλασική παράσταση της “Βερενίκης”, δεν είδαν μια εικονογράφηση», απαντά σε σχετική ερώτηση της «Κ». «Το νόημα ενός όσο συγκλονιστικού έργου είναι να το νιώσουμε στο πετσί μας, να περάσει μέσα από το σώμα μας όπως συνέβη με εμένα τον ίδιο. Ωστόσο, πρέπει να σας πω ότι από τα λόγια της Βερενίκης δεν λείπει ούτε μία λέξη του Ρακίνα. Είναι ένας μονόλογος που εμπεριέχει ακόμη και το παραμικρό κόμμα του ποιήματος». Το εξαιρετικό φιλόδοξο εγχείρημα του Καστελούτσι, που περιμένουμε να δούμε στην Αθήνα, είναι, λοιπόν, να συνθέσει σε μια παράσταση δύο ορόσημα της γαλλικής, τελικά της παγκόσμιας, κουλτούρας: το πεντάπρακτο δραματικό ποίημα που αφηγείται την τραγική ιστορία αγάπης μεταξύ του αυτοκράτορα Τίτου και της πριγκίπισσας Βερενίκης και την Ιζαμπέλ Ιπέρ, μια ηθοποιό που, όπως μας λέει ο Καστελούτσι, «ενσαρκώνει την πεμπτουσία του θεάτρου».
«Το συγκεκριμένο έργο ήταν προσωπική επι- λογή μου, αλλά χωρίς την Ιπέρ δεν θα υπήρχε η παράσταση», λέει ο Ιταλός σκηνοθέτης.
«Το συγκεκριμένο έργο του Ρακίνα ήταν προσωπική επιλογή μου, αλλά χωρίς την Ιπέρ δεν θα υπήρχε η παράσταση», απαντά ο σκηνοθέτης ερωτώμενος εάν στις σκηνοθετικές επιθυμίες του προηγήθηκε η «Βερενίκη» ή η συνεργασία με την καταξιωμένη ηθοποιό. «Οταν έχεις αυτό το κείμενο στα χέρια σου, χρειάζεσαι επίσης ένα μνημειώδες πρόσωπο για να ενσαρκώσει τον ρόλο. Στην πραγματικότητα έχω σκηνοθετήσει ένα διπλό γυναικείο πορτρέτο – της Βερενίκης και της Ιζαμπέλ. Εχοντας εκείνη επάνω στη σκηνή είναι σαν να τοποθετώ εκεί μια φωτιά, μια θεατρική δύναμη ριζοσπαστική και γενναιόδωρη», τονίζει ο Καστελούτσι.

Μας εξηγεί ότι σκηνοθετική επιλογή του ήταν να «σβήσει» όλους τους χαρακτήρες που πλαισιώνουν στο έργο τη βασίλισσα Βερενίκη, κι εκείνη να μείνει μόνη στη σκηνή «σαν νησί». «Οπως συμβαίνει στα έργα του Μπέκετ, έτσι κι εδώ οι άνθρωποι “κολλούν” στις λέξεις σαν να πέφτουν σε παγίδα. Το ποιητικό κείμενο ελέγχει πλήρως τη γλώσσα σε αντίθεση με τα ένστικτα που ξυπνάει ο έρωτας. Η Εβραία βασίλισσα Βερενίκη είναι τρελή από έρωτα για τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τίτο και σιγά σιγά, καθώς η εξουσία της Ρώμης τον αναγκάζει να την αρνηθεί, οι λέξεις γίνονται όλο και πιο δηλητηριώδεις για εκείνη, γίνονται πληγές. Η Βερενίκη χάνει τον έλεγχό της. Σαν ένα καράβι που εγκαταλείπει το λιμάνι, αφήνει πίσω της τη γλώσσα για να μπορέσει να βρει τον αληθινό εαυτό της».
Για να υπογραμμίσει αυτή την απώλεια του νοήματος, η Βερενίκη/Ιπέρ υιοθετεί ένα καινούργιο, πολύ πλούσιο λεξιλόγιο, που όμως τοποθετείται πέραν των λέξεων, γιατί είναι σωματικό: Τραυλίζει, μιλάει ακατάληπτα «και μαζί της όλα ανοίγουν σε ήχους, σαν μουσική σύνθεση, σαν ένα μακρύ τραγούδι»», περιγράφει ο σκηνοθέτης.
Και πώς αποφάσισε αυτή τη φορά να αφήσει στην άκρη την πολιτική και να ασχοληθεί με τον έρωτα, τον ρωτάμε. «Μα ο έρωτας από τη φύση του αντιτίθεται στο κράτος. Είναι πάντα κάτι επικίνδυνο, γεμάτο λάθη που αντιστέκεται στη γλώσσα του Λεβιάθαν, της εξουσίας. Ο νόμος του έρωτα είναι άναρχος και οι εραστές είναι πάντοτε τα θύματα», καταλήγει.
«Βερενίκη» του Ρακίνα, από 26 έως 30 Μαρτίου, Στέγη Ιδρύματος Ωνάση.

