Προς τα πού θα στρέψει το βλέμμα το Εθνικό Θέατρο επί καλλιτεχνικής διεύθυνσης της Αργυρώς Χιώτη; Η νέα διευθύντρια της πρώτης κρατικής σκηνής –η πρώτη γυναίκα που επιλέγεται μέσω διαγωνισμού για τη θέση– έως τώρα δεν έχει παρουσιάσει συγκεκριμένες θέσεις για το όραμά της, αλλά έχει μιλήσει γενικά περί ομαδικότητας και εξωστρέφειας. «Κυρίως μέσα από τις συνεργασίες μου με οργανισμούς του εξωτερικού, μου δίνει τις βάσεις ώστε να δουλέψουμε για την εξωστρέφεια του Εθνικού Θεάτρου – αυτό κυρίως συζήτησα και με την επιτροπή κατά την παρουσίαση του φακέλου μου. Νομίζω ότι έχω τις δυνατότητες που απαιτούνται, ώστε να προσπαθήσουμε ομαδικά, προκειμένου να ανοίξει το Εθνικό Θέατρο ακόμη περισσότερο προς το εξωτερικό και να συνομιλεί με τις διεθνείς τάσεις» (σε ρεπορτάζ του Νικόλα Ζώη στην «Κ», 9/2/2025). Η ομαδικότητα και η εξωστρέφεια ακούγονται – σημασία έχει να γίνονται πράξη και όχι να αποδεικνύονται λόγια που περνούν και ξεχνιούνται.
Καθώς η Αργυρώ Χιώτη ήταν υποψήφια για την ίδια θέση το 2021 (ως τριπλέτα με τον Ακύλλα Καραζήση και τον Νίκο Χατζόπουλο), θα μπορούσε να έχει αποκτήσει εμπειρία στην επικοινωνία του προγραμματικού σχεδιασμού. Ομως, όντως είναι νωρίς. Το πρώτο δείγμα της φιλοσοφίας της για το Εθνικό Θέατρο (ποια έργα, σε ποιες σκηνές, με ποιους συντελεστές) θα το παρουσιάσει με την ανακοίνωση του καλλιτεχνικού προγράμματος για την επόμενη θεατρική σεζόν 2025-2026. Από την άλλη, η Χιώτη σαφώς και δεν έχει δοκιμαστεί σε διοικητικές θέσεις –η επιτυχία σε αυτό το κομμάτι εξαρτάται και από τους συνεργάτες που θα επιλέξει–, αλλά διαθέτει φρέσκια ταυτότητα και εκπροσωπεί τη νέα γενιά καλλιτεχνών.
Οι έως τώρα δουλειές της κινούνται σε πειραματικά νερά και έχουν παρουσιαστεί σε χώρους που ταιριάζουν υφολογικά στον πειραματισμό (ενδεικτικά, στην ταράτσα του Bios, στη Στέγη, στην Πειραματική Σκηνή του Εθνικού, στο Θέατρο Τέχνης), προσελκύοντας συγκεκριμένο κοινό.
Το Εθνικό Θέατρο, όμως, διαθέτει τρεις σκηνές διαφορετικού ύφους η καθεμία και το ερώτημα είναι εάν η Χιώτη θα αφήσει το στίγμα της (και με ποιο πρόσημο) στην πορεία του θεάτρου. Χαρακτηριστικά, πολλοί μιλούν ακόμη για τη θητεία του Νίκου Κούρκουλου με τη δημιουργία της Πειραματικής Σκηνής και τη βελτίωση των υποδομών του θεάτρου, καθώς και το στίγμα που άφησε ο Γιάννης Χουβαρδάς, ο οποίος έδωσε προτεραιότητα σε ένα θέατρο μοντερνισμού αλλά αξιώσεων. Το Εθνικό θέατρο κοίταζε στην Ευρώπη με στιβαρότητα και όχι με χαοτικό πειραματισμό.
Στη θητεία της, η Χιώτη θα έχει την πρόκληση να φωτίσει τον ρόλο του Εθνικού Θεάτρου μέσα στο ελληνικό θέατρο που κατακλύζεται από παραστάσεις (και ουκ ολίγες με τον μανδύα του πειραματικού) φιλότιμες μεν αλλά χωρίς καλλιτεχνικό βάρος. Σήμερα, το θεατρικό τοπίο της Αθήνας έχει πολλά θεάματα προς κατανάλωση (και διαδικτυακά stories). Ωστόσο, ελάχιστα ονόματα σκηνοθετών αποτελούν φωτεινές εξαιρέσεις και προκαλούν το καλλιτεχνικό ενδιαφέρον (π.χ. Μαυραγάνη, Καραντζάς, Μπινιάρης, Κουτλής, Κακάλας, Μπανούσι).
Τα συστατικά της επιτυχίας είναι το καλλιτεχνικό κύρος και το όραμα σε πολλά πεδία και πάντως όχι οι βαρύγδουπες γενικότητες.

