«Είναι σημαντικό ότι έγινε το #MeToo»

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος και η Δήμητρα Ματσούκα μιλούν στην «Κ» για το θέατρο και την παράσταση «Βρέχει στη Βαρκελώνη»

6' 52" χρόνος ανάγνωσης

Ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος αγάπησε από παιδί το θέατρο μέσω των επιθεωρήσεων. Στην οδό Ιπποκράτους, όπου διατηρούσε ο πατέρας του ραφείο, χάζευε τους ηθοποιούς που πηγαινοέρχονταν στη Στοά Χατζηχρήστου για πρόβες και παραστάσεις, καθώς και στο κατάστημα απέναντι από το οικογενειακό εμποροραφείο. «Ηταν μια μικρή επιχείρηση που έστησαν δύο αδέλφια: χύμα κολόνιες σε μεγάλα, γυάλινα δοχεία. Ο ένας αδελφός ήταν κωφάλαλος και μικρός καθώς ήμουν, πήγαινα και τους παρακολουθούσα με περιέργεια, να δω πώς συνεννοείται. Ηταν τα αδέλφια Χόντου», θυμάται σήμερα ο σκηνοθέτης και δημιουργός του «Θεάτρου του Νέου Κόσμου».

Στο διπλανό «Ακροπόλ» είδε πολλές παραστάσεις. Στην παιδική του φαντασία έφτιαξε έναν δικό του κόσμο για το θέατρο. Εκεί εκπαιδεύτηκε ως θεατής. Και η συγκίνηση είναι διπλή γιατί εκεί γνώρισε και τη Λούλα Αναγνωστάκη. «Μου άρεσαν τα έργα της, η πολιτική και ανθρώπινη ματιά της, η αμεσότητα του λόγου της, μαγεύτηκα. Με εντυπωσίασε το κλειστό σπίτι της όταν πήγα και με υποδέχτηκε κρυμμένη πίσω από τα μαύρα της γυαλιά. Ηταν φιλική και ανοιχτή, καθόλου σκοτεινή. Ενιωσα συγκίνηση που φέτος σκηνοθέτησα στο Υπόγειο –ύστερα από πρόταση της Μαριάννας Κάλμπαρη– το έργο του Πάου ΜιρόΒρέχει στη Βαρκελώνη”. Στον ίδιο χώρο όπου πήγαινα έφηβος με τόσες ελπίδες και πάντα μόνος να δω παραστάσεις. Ημουν μοναχικό παιδί».

Είναι μία από τις τρεις παραστάσεις του Β. Θεοδωρόπουλου, που παίζονται σε ισάριθμες σκηνές της Αθήνας και εξετάζουν το θέμα της πατριαρχίας. Η συμπαραγωγή «Βρέχει στη Βαρκελώνη» με τους Δήμητρα Ματσούκα, Κώστα Καζανά, Ανδρέα Κοντόπουλο στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης εστιάζει στη σεξεργάτρια Λάλι, η οποία ζει με τον άνεργο εραστή και προαγωγό της κοντά στο λιμάνι της Βαρκελώνης, και στην ιδιαίτερη σχέση που αναπτύσσει με έναν τακτικό πελάτη της.

«Ενιωσα συγκίνηση που φέτος σκηνοθέτησα στο Υπόγειο το έργο του Πάου Μιρό. Στον ίδιο χώρο όπου πήγαινα έφηβος με τόσες ελπίδες και πάντα μόνος». Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος

Το δεύτερο έργο που σκηνοθέτησε, ο «Τρόμος του κροκόδειλου» της Μέγκαν Τάιλερ με τους Σύρμω Κεκέ, Αννα Καλαϊτζίδου, Δημήτρη Γεωργαλά, Θοδωρή Λαμπρόπουλο, παίζεται στο ΘτΝΚ. «Μιλάει για τη διαχείριση ενός τραύματος, τη βία, την κακοποίηση ενός πατέρα στις κόρες του, την επιθυμία της εκδίκησης. Οι δύο αδελφές αποφασίζουν να κόψουν τα πόδια του κακοποιητή τους… Είναι μια μαύρη κωμωδία εκδίκησης, όπου πολλά υπαινίσσονται».

Το «Μια άλλη Θήβα» του Σέρχιο Μπλάνκο συνεχίζεται τρίτη χρονιά, αφού μετακόμισε στο ανακαινισμένο «Κνωσός» στα Πατήσια. Αντέχει τόσα θέατρα η πρωτεύουσα; «Το ερώτημα είναι αν αντέχει περίπου 600 ηθοποιούς ετησίως που αποφοιτούν από τις δραματικές σχολές, όταν μια χρονιά δεν μπορεί να βγάλει περισσότερους από 20 καλούς νέους ηθοποιούς», απαντάει.

Στην επιτυχημένη «Θήβα» παίζουν οι Θάνος Λέκκας και Δημήτρης Καπουράνης, θυμίζοντας ότι αναφέρεται σε έναν 20χρονο πατροκτόνο που υπέστη κακοποίηση από τον βίαιο πατέρα του, ο οποίος τον χτυπούσε παρουσία φίλων του. Το έργο εστιάζει στην ανδρική ταυτότητα, στη βία, στην τιμωρία. «Είναι σημαντικό ό,τι έγινε, έστω με καθυστέρηση, το #MeToo. Τουλάχιστον στο θέατρο φοβούνται πια να μη μαθευτούν πράγματα. Γενικότερα αγρίεψε η κοινωνία, ίσως έπαιξε ρόλο ο εγκλεισμός στα lockdowns. Πάντα έπαιζαν ξύλο οι έφηβοι, μικρός στα Ιλίσια θυμάμαι έπεφτε ξύλο με πέτρες, τώρα οι έφηβοι βγάζουν μαχαίρια».

Πενήντα χρόνια πια στο θέατρο, ο Β. Θεοδωρόπουλος λέει ότι ηθοποιός έγινε γιατί του άρεσαν οι ιστορίες, «το θέατρο ήταν τα δικά μου παραμύθια που είχαν τεράστιες διαστάσεις: σκηνή, φώτα, κοστούμια». Υποστηρίζει ότι το θέατρο σήμερα είναι καλύτερο «γιατί μιλάει για την εποχή του, ωστόσο παραμένει ανδροκρατούμενο». Γιατί έβαλε υποψηφιότητα για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου; «Γιατί έχω οργανωτικές ικανότητες, το απέδειξα στο ΘτΝΚ και στο Φεστιβάλ. Η διεύθυνση ενός κρατικού πολιτιστικού οργανισμού, ο εκπαιδευτικός του ρόλος, το άνοιγμα στην περιφέρεια με ενδιαφέρουν και ως πολιτική πράξη. Το Εθνικό Θέατρο είναι θέατρο της Ελλάδας, όχι μόνο της Αθήνας».

«Είναι σημαντικό ότι έγινε το #MeToo»-1
«Το θέατρο ήταν τα δικά μου παραμύθια που είχαν τεράστιες διαστάσεις: σκηνή, φώτα, κοστούμια», λέει στην «Κ» ο Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος.

Βία και τρυφερότητα

Κυριακή απόγευμα η παράσταση «Βρέχει στη Βαρκελώνη» έχει γεμίσει το Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης. Στο μεγάλο κρεβάτι, το σκηνικό του Αντώνη Δαγκλίδη, κεντράρουν όλα τα βλέμματα, στη ζωή της σεξεργάτριας Λάλι, του ανεπρόκοπου εραστή και προαγωγού της (Ανδρέας Κοντόπουλος) που φαίνεται εξίσου συμπαθής όπως εκείνη, και του τακτικού πελάτη της (Κώστας Καζανάς). Ενός βιβλιοπώλη που της προσφέρει στις επισκέψεις του βιβλία ή σοκολατάκια με αποφθέγματα των Ρεμπό, Μποντλέρ, Δάντη στο περιτύλιγμά τους.

«Δεν μου είναι εύκολο να μιλάω για τις ηρωίδες που παίζω», λέει η Δήμητρα Ματσούκα στην «Κ». «Στην πρώτη ανάγνωση ένιωθα μια οικειότητα για τους ήρωες του Πάου Μιρό και ιδίως τρυφερότητα για τη Λάλι. Το έργο έχει τρυφερότητα, αλλά και μια δεξιοτεχνικά κρυμμένη σκληρότητα, μέσα από τη μη στερεοτυπική προσωπικότητα του προαγωγού ο οποίος δεν είναι βίαιος μαζί της, της μιλάει τρυφερά, αλλά κάποιες φορές βία κρύβει και η τρυφερότητα».

Το έργο της θυμίζει τον κινηματογράφο που αγαπάει πολύ. Ισως την «Τροτέζα και τον πρωτάρη» με την Μπάρμπρα Στρέιζαντ και τον Τζορτζ Σίγκαλ. Οι ήρωες παίζουν με τις παύσεις, κάτι που απολαμβάνει το κοινό αλλά και η ίδια: «Τις σιωπές σε μια εποχή έντονης φλυαρίας».

Από το ιστορικό Υπόγειο έχει νωπές αναμνήσεις. «Ημουν στη Β΄ Γυμνασίου όταν η αγαπημένη μας φιλόλογος, η κ. Ρεάλτη, μας πήγε να δούμε τον “Ηχο του όπλου” της Λ. Αναγνωστάκη. Ηταν δεύτερη σεζόν και έπαιζε ο Κλέων Γρηγοριάδης, ο οποίος διέκοψε ενοχλημένος: “Ημαρτον!”. Τόσο έντονος ήταν ο θόρυβος στην αίθουσα. Κάθε φορά που κατεβαίνω στο Θ.Τ. ως θεατής και τώρα ως ηθοποιός για την παράστασή μας, νιώθω συγκίνηση και τιμή».

Στο θέατρο την παρακίνησε να ασχοληθεί η «Μικρή μας πόλη» του Θόρντον Ουάιλντερ σε σκηνοθεσία Μίνου Βολανάκη στο «Λαμπέτη». Είχε τελειώσει το λύκειο, ετοιμαζόταν να ξαναδώσει Πανελλαδικές για να διορθώσει τον βαθμό της στην Εκθεση. Ως άριστη μαθήτρια στόχευε τη Νομική, «ήθελα να ασχοληθώ με το Ποινικό. Η παράσταση του Βολανάκη με μάγεψε, “αυτό θέλω να κάνω” είπα στον εαυτό μου». Αργότερα σπουδάστρια στη δραματική σχολή συγκινήθηκε και με άλλες, όπως η «Φιλονικία» του Μαριβώ από τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο και ο «Γυάλινος κόσμος» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μαυρίκιου. «Παραλίγο να με χτυπήσει αυτοκίνητο βγαίνοντας από το θέατρο, τι παράσταση ήταν εκείνη!».

Το τηλεοπτικό της ντεμπούτο έγινε σε επεισόδια της σειράς «Τμήμα ηθών» του Μ. Μανουσάκη, σπουδάστρια ακόμη στη σχολή. Από το 1998 δούλεψε στο Εθνικό, στο ΚΘΒΕ, στο Ελεύθερο Θέατρο με τους Σταμάτη Φασουλή, Νίκο Μαστοράκη, Ρόμπερτ Στούρουα, Κωνσταντίνο Αρβανιτάκη, Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, Γιώργο Κιμούλη, Γιάννη Κακλέα, Κωνσταντίνο Ρήγο, Ευριπίδη Λασκαρίδη κ.ά., ενώ στο σινεμά, μεταξύ άλλων, με τους Στράτο Τζίτζη, Ολγα Μαλέα, Ανδρέα Θωμόπουλο, Γιώργο Πανουσόπουλο, Τώνη Λυκουρέση, Νίκο Παναγιωτόπουλο. «Θα ήθελα να έχω κάνει περισσότερο σινεμά. Ομως δεν μου προτείνουν τις ταινίες που βλέπω», λέει γελώντας.

Μια ωραία γυναίκα πρέπει να αποδεικνύει συνεχώς ότι μπορεί να είναι και καλή επαγγελματίας σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο; «Εγώ δυσκολεύτηκα στη μετάβαση. Εγινα γνωστή με το “Κάτι τρέχει με τους δίπλα”, τηλεοπτικό προϊόν με μια ελαφράδα και μια ηρωίδα η οποία θεωρήθηκε σέξι, παρότι επρόκειτο για γλυκιά κωμωδία. Αν δεν είχα ξεκινήσει με κωμωδία τρικάμερη, νομίζω ότι τα πράγματα θα έρχονταν πιο εύκολα και σταθερά στον δρόμο που ήθελα να ακολουθήσω», λέει με ήρεμη, αισθαντική φωνή.

Πέρυσι πάντως όλοι μιλούσαν για την ερμηνεία της στη σειρά «Ψυχοκόρες». Στον ρόλο της εκδικητικής, σπαρακτικής Νέλλας με τις ψυχικές μεταπτώσεις και τις εξαρτήσεις. Οπως επαινέθηκε χρόνια πριν, στο «Ξέχασέ με». Δεν στέκεται σε ρόλους και έργα. «Μου αρέσουν το σύγχρονο και το κλασικό θέατρο, δραματικοί όσο και κωμικοί ρόλοι. Πρωτίστως με ενδιαφέρουν η αξία ενός κειμένου και η αισθητική του σκηνοθέτη. Ονειρευόμουν την “Εντα Γκάμπλερ” και τα κατάφερα να παίξω τον ρόλο με τους Ακύλλα Καραζήση και Γιάννη Στάνκογλου. Θα ήθελα να ξαναπαίξω το έργο».

Οπως η ηρωίδα του Ιψεν ονειρεύεται μια άλλη ζωή, το ίδιο ποθεί και η Λάλι. Συγκινείται με τα βιβλία, με πίνακες στα μουσεία, θέλει να δραπετεύσει από τη δουλειά της ιερόδουλης, όμως παρότι ξεφεύγει από την πορνεία, δεν ξεφεύγει από την πατριαρχία. «Ισως ακουστεί κυνικό, αλλά περιγράφοντας η Λάλι τη ζωή της ως σεξεργάτρια στην παράσταση, η πρόταση να εργαστεί στο βιβλιοπωλείο του τακτικού της πελάτη, έστω και με παροχές στον ίδιο, είναι απείρως καλύτερη από εκείνο που βίωνε με εργάτες στο λιμάνι. Καμιά φορά η ζωή πάει καλύτερα, ακόμη και αν δεν πραγματοποιηθεί ακριβώς το όνειρό σου. Συχνά οι άνθρωποι δεν έχουν ούτε τη δυνατότητα του ονείρου».

Η τέχνη αλλάζει έναν άνθρωπο; «Οχι, μόνο η αγάπη μπορεί να το κάνει αυτό», απαντάει με σιγουριά. Ποια γυναίκα αντιπροσωπεύει η Λάλι σήμερα; «Εκείνη που δεν έχει αυτοεκτίμηση και δυστυχώς είναι πολλές αυτές οι γυναίκες».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT