Το βράδυ της Κυριακής 14 Νοεμβρίου του 2010 σημαδεύτηκε από μια μικρή ρωγμή στην ιστορία της Θεσσαλονίκης. Ο Γιάννης Μπουτάρης εκλεγόταν δήμαρχος στις επαναληπτικές δημοτικές εκλογές με περίπου 300 ψήφους διαφορά από τον αντίπαλό του, Κωνσταντίνο Γκιουλέκα. «Γουστάρεις; Μπουτάρης!», πανηγύριζαν οι υποστηρικτές του στο εκλογικό περίπτερο της «Πρωτοβουλίας» που είχε στήσει στο ισόγειο του παλιού «Λαμπρόπουλου» της Θεσσαλονίκης: Τσιμισκή και Κομνηνών γωνία. Η χώρα έμπαινε στην περιπέτεια της οικονομικής κρίσης και της εσωστρέφειας, ενώ η Θεσσαλονίκη έκανε την ανατροπή εκλέγοντας έναν άνθρωπο που έβγαινε από τα σπλάχνα της. Ο Μπουτάρης του κρασιού, των τατουάζ, με σκουλαρίκι, στρογγυλά γυαλιά και πολύχρωμες τιράντες, με γαλάζια πουκάμισα φορεμένα χαλαρά, ένας άνθρωπος που περπατούσε την πόλη, ευγενής, έξω καρδιά και με μια φωνή σχεδόν ψιθυριστή. «Τσαλακωμένος» από άποψη.
Ισως γι’ αυτό δεν φοβήθηκε να συγκρουστεί με τα φαντάσματα της Θεσσαλονίκης. Δεν έφτανε μόνο η ιστορική αφήγηση του Μαζάουερ που ταρακούνησε λίγα χρόνια νωρίτερα την πόλη για τη σχέση της με το ιστορικό παρελθόν της – για τους Θεσσαλονικείς Εβραίους που χάθηκαν στο Ολοκαύτωμα και για την οθωμανική ιστορία της. Επρεπε κάποιος να κάνει μια ρωγμή στην πολιτισμική ομίχλη που κάλυπτε τον Θερμαϊκό. Και αυτός ήταν ο Μπουτάρης.
Πολεμήθηκε για το πείσμα του να μην ξεχαστεί η εβραϊκή ιστορία της Θεσσαλονίκης και πρωτοστάτησε στη δημιουργία του Μουσείου Ολοκαυτώματος. Δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Σήμερα, είμαστε περισσότερο εξοικειωμένοι με τις ιστορίες των Εβραίων που έφυγαν με τα τρένα του θανάτου από τον παλιό σταθμό, έχουμε δει φωτογραφίες με τα «γυμνάσια» στην πλατεία Ελευθερίας το «Μαύρο Σάββατο» του 1942, γνωρίζουμε την καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου στον χώρο όπου χτίστηκε το campus του ΑΠΘ. Ο Μπουτάρης έδινε το «παρών» στην Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος με το εβραϊκό κιπά. Δεν ήταν πάντα έτσι.
Οπως δεν ήταν για τη Θεσσαλονίκη κάτι φυσιολογικό να βλέπει ουρές Τούρκων επισκεπτών έξω από το σπίτι-μουσείο του Κεμάλ Ατατούρκ στην Αγίου Δημητρίου. Το 2013, στα εγκαίνια του μουσείου δεν ήταν λίγοι όσοι μίλησαν για επιστροφή των «νεότουρκων» στη Θεσσαλονίκη και κατηγόρησαν τον Μπουτάρη ότι προβάλλει έναν «φονιά» του ποντιακού ελληνισμού. Εκείνος είχε απαντήσει τότε ότι δεν ξεχνάμε τις γενοκτονίες, αλλά και οι Τούρκοι έχουν το δικαίωμα να αποδώσουν φόρο τιμής στη γενέτειρα ενός σημαντικού ηγέτη τους. Ο Μπουτάρης υποστήριζε με πάθος το άνοιγμα της Θεσσαλονίκης στον κόσμο και στην ιστορία της. Συγκρούστηκε με τον συντηρητισμό της πόλης, αλλά δεν τον φοβήθηκε. Με το ίδιο πάθος πάλεψε για τα αρχαία της Βενιζέλου, τασσόμενος στο πλευρό εκείνων που διεκδικούσαν την κατασκευή του έργου με την κατά χώρα διατήρηση των αρχαιοτήτων. Δεν έκλεισε, όμως, ποτέ την πόρτα σε κανέναν. Αυτή ήταν, νομίζω, η φιλοσοφία του. Μίλα με τον άλλον ακόμη και αν διαφωνείς μαζί του. Οι ρωγμές δεν γίνονται με τη βαριοπούλα, αλλά με το σφυράκι. Θα μας λείψει.

