ΝΙΚΟΣ ΔΗΜΟΥ
Η αντίσταση στον Δαρβίνο
και άλλα 13 ετερόδοξα κείμενα
εκδ. Πατάκη, σελ. 232
Στο σημείωμα αυτό, θα ήθελα να επικεντρωθώ στο μεγαλύτερο δίδαγμα που μου έδωσε μέσα από τον λόγο του ο Δήμου και που σπανίζει όσο τα παραδείσια πουλιά στη χώρα μας: στην αναγκαιότητα της απλότητας της γραφής, στην άψογη ελληνική γλώσσα, στον λόγο μεστού νοήματος. Θα γράψω και δυο λέξεις για το βιβλίο στη συνέχεια.
Η ελληνική δημοτική γλώσσα του Νίκου Δήμου είναι υποδειγματική και δουλεμένη στην εντέλεια με προσωπικές ιδιαιτερότητες του ανθρώπου που χειρίζεται καλά πολύ περισσότερες γλώσσες και… κοινωνικές διαλέκτους. Δεν αισθάνεται την ανάγκη να το καταστήσει εμφανές, δεν επιδεικνύει την πολυγλωσσία του μεταφράζοντας στα ελληνικά ξενικά ιδιώματα. Γράφει ελληνικά, γλυκά σύγχρονα ελληνικά με ιδιαίτερο μπρίο. Κάθε λέξη και περιεχόμενο. Κάθε λέξη και μία σφαίρα. Ο λόγος του Δήμου είναι σαφής και λαγαρός σε βαθμό που προκαλεί το ίδιο το συναίσθημα του αναγνώστη. Τίποτε περιττό, τίποτε χωρίς στόχευση. Εκείνος μπορεί με συντομία μαγική, όπως κάποτε συμπύκνωσε όλο το Κυπριακό σε δύο λέξεις. Η επίδραση της διαφήμισης; Η επίγνωση του πόσο βαρετά κείμενα έχουμε διαβάσει, όσοι διαβάζουμε ώσπου να δούμε τι εννοεί ο ποιητής; Η αίσθηση ότι ο χρόνος έχει ανάγκη πυκνότητας και ουσίας; Ολα και άλλα πολλά αιτιολογούν τον συνοπτικό και ξεκάθαρο λόγο του Δήμου.
Η απλότητα των κειμένων του, ιδίως αυτών που αφορούν σύνθετα ζητήματα και πραγματείες, είναι συναρπαστική. Λίγα επίθετα, λίγα τσακίσματα και ανύπαρκτος λεκτικός ναρκισσισμός. Λέξεις μόνο για να αποδίδουν νόημα. Αλλά πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει με κάποιον που αγαπά τόσο την ποίηση;
Το τελευταίο αυτό βιβλίο του Νίκου Δήμου είναι μια συλλογή σπαραγμάτων για τα πιο σημαντικά θέματα, για όλα τα βαριά θέματα, τον έρωτα, τον Θεό και τους θεούς, τον θάνατο, τη φιλοσοφία, τον λαϊκισμό και βέβαια τον Δαρβίνο, τον οποίο προτάσσει και στον τίτλο του. Η αντίσταση στον Δαρβίνο αποτελεί μια πραγματική διαπίστωση, που ερμηνεύει τόσο ουσιαστικά και τόσο σκληρά για τον 20ό και τον 21ο αιώνα όμως. Δυο λέξεις για τον τίτλο ακόμη: η αντίσταση στον Δαρβίνο αποδίδει το πρώτο δοκίμιο κατά τον τίτλο και, παράλληλα, διατρέχει και τα λοιπά. Είναι σωστή, πιστεύω, η πρόταξή του στον τίτλο του βιβλίου. Με σεμνότητα χαρακτηρίζει ως κείμενα τα άλλα 13 δοκίμια, τα οποία όμως προσδιορίζει ως ετερόδοξα. Το χαρακτηρισμό αυτό οφείλω να πω ότι δεν κατανόησα επαρκώς: όχι ορθόδοξα; Και ποιας έτερης δόξας;
Η απλότητα των κειμένων, ιδίως αυτών που αφορούν σύνθετα ζητήματα και πραγματείες, είναι συναρπαστική.
Τα δύο σύνδρομα
Ξεκινώντας με το θέμα του Δαρβίνου, ο συγγραφέας φωτίζει και όλα τα υπόλοιπα, αποδίδοντας την αδυναμία του παρόντος σταδίου εξέλιξης της σκέψης μας: το σύνδρομο της ορφάνιας και το σύνδρομο του πιθήκου. Σύνδρομα που ελάχιστα έχουν επεξεργασθεί άλλες επιστήμες αναδεικνύουν την αδυναμία μας να κατανοήσουμε το προφανές του εαυτού μας και κατ’ επέκταση εξηγούν τα λοιπά φαινόμενα με τα οποία καταπιάνεται στη συνέχεια. Δεν είναι στόχος μας εδώ να αναπαραγάγουμε το έργο του, το οποίο ούτως ή άλλως διαβάζεται απνευστί. Ολα όμως φωτίζονται διαφορετικά υπό το φως της «αντίστασης στον Δαρβίνο» όπως ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται.

Ακολουθούν δεκατρία δοκίμια που καλύπτουν πάμπολλες θεματικές, σίγουρα ανάμεσα σε αυτές που ο Δήμου άγγιξε με το συνολικό του έργο, τον έρωτα, τη μουσική, τους Ελληνες Βούδες αλλά και άλλους θεούς, την ελευθερία, την ελευθερία της βούλησης, τον λαϊκισμό, την ελληνικότητα, όπως εκτιμά πως μας δίδαξε ο Βίνκελμαν κ.ο.κ. Ενα συνολικό δηλαδή έργο, αποτίμηση των θεματικών που πραγματεύτηκε εφόρου ζωής. Με τίτλους ευσύνοπτους και ελκυστικούς, αλλά με σειρά που δεν επεξηγείται ούτε από το περιεχόμενο των δοκιμίων ούτε από τον χρόνο σύνταξής τους.
Λόγος λιτός που υπερβαίνει τον ίδιο του τον εαυτό
Δεν θα μπορέσω να μη σχολιάσω το τρίτο κατά σειρά δοκίμιο, «Για όλα φταίνε οι Γερμανοί», το οποίο κατατείνει στην ανάδειξη της ταυτότητας των νεοελλήνων μέσω της επίδρασης των Γερμανών, στους οποίους εκτιμά ότι οφείλουμε πολλά. Είναι ένα δοκίμιο εξιδανίκευσης των γερμανικών επιρροών αλλά και του ρόλου των Γερμανών ως προς τη σύγχρονη Ελλάδα, στο οποίο παραδόξως δεν αφήνει ούτε ίχνος αιχμής. Τούτο θα με βρει να διαφωνώ, καθώς αποτελεί ίσως πρόκληση να προτάσσονται οι ανασκαφές στο νεοελληνικό κράτος των Γερμανών και μάλιστα αυτή της Ολυμπίας χωρίς έστω την παραμικρή μνεία στα τόσα ευρήματα που ταξίδεψαν στα γερμανικά μουσεία και για τα οποία δεν μιλούμε συχνά.
Δεν είναι νοητό το εθνικό διακύβευμα των Γλυπτών του Παρθενώνα να αγνοεί τη λεηλασία των αρχαιοτήτων στην οποία προέβησαν, έστω και με πεποίθηση δικαιώματος, οι Γερμανοί που τόσα νομοθέτησαν παράλληλα με την έναρξη του νεοελληνικού κράτους για το ίδιο θέμα. Ούτε, βέβαια, συμφωνώ με τον όρο «Οθωμανική κατοχή» που διαλαμβάνει και που εκτιμώ ως αδόκιμο. Συμφωνώ ωστόσο για το ότι οι Γερμανοί και ιδίως οι Βαυαροί ευθύνονται για το όραμα μιας περιούσιας Ελλάδας που μας κληρονόμησαν, αλλά θα περίμενα περισσότερο Δαρβίνο από τον Δήμου στο ζήτημα τούτο.
Στο κεφάλαιο υπό τον τίτλο «11 πράγματα που δεν ξέρουμε», συνοψίζει το σύνολο της σύγχρονης (δυτικής) σκέψης με τον τρόπο κάποιου που την έχει καταστήσει μέρος του ίδιου του του εαυτού. Προσοχή ιδιαίτερη απαιτεί το κεφάλαιο για τους Ηρωες της Ειρήνης, θέμα ιδιαίτερα άγνωστο στη γραμματεία μας. Το κίνημα της Ειρήνης των αρχών του 20ού αιώνα, το οποίο ενστερνίσθηκαν η οικονομία και οι διεθνείς θεσμοί, οι Εμποροι της Ειρήνης που ίδρυσαν το Διεθνές Εμπορικό Επιμελητήριο αποτελούν έναν τόπο που αξίζει να ερευνηθεί και να γίνει κατανοητός από περισσότερους. Προσοχή απαιτεί η αναφορά στον «άλλο της οικονομίας», στην οντότητα εκείνη που πολύ απέχει από τον κάτοχο του πλούτου και τον διακινητή των εξουσιαστών σε καιρούς παγκοσμιοποίησης. Πόσο όμορφα διακρίνει τους «παρασιτικούς επιχειρηματίες» από εκείνους που δεν στήνουν, όπως οι διανοούμενοι, λεκτικές δομές, αλλά αποτελούν ποιητές της πράξης. Δεν κάνει, βέβαια, αντιπαράθεση των Ηρώων της Ειρήνης και των Ηρώων του Πολέμου, ούτε μιλάει για τους θανάτους των δεύτερων ηρώων οι οποίοι τους προσέδωσαν το τεκμήριο του ηρωισμού. Θα το περίμενα.
Στο κεφάλαιο υπό τον τίτλο «11 πράγματα που δεν ξέρουμε» συνοψίζει το σύνολο της σύγχρονης (δυτικής) σκέψης.
Το κεφάλαιο με τον τίτλο «Γιατί σωπαίνει ο Ουρανός», ένα ποίημα σκέψης που ξυπνάει ακόμη και τον πιο αποκοιμισμένο αναγνώστη, τόσο έντεχνα, τόσο εξαιρετικά. Δεν θα τονίσω μόνο το περιεχόμενο, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο αναδεικνύεται το περιεχόμενο: τον λόγο. Οπως και το κεφάλαιο για τον έρωτα, αλλά και την ελευθερία της βούλησης, αν κάτι είναι μοναδικό είναι ο λιτός λόγος του συγγραφέα. Τόσο λιτός που επιτυγχάνει να υπερβεί κάποτε και το περιεχόμενο το ίδιο. Το βιβλίο αξίζει να τύχει προσοχής από το εξώφυλλο, το τόσο έντεχνα σχεδιασμένο (θυμίζει κάπως το ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ που δεν ξεχάσαμε ποτέ), μέχρι τη γραμματοσειρά και την παραγραφοποίηση. Εκδότης που αντιλαμβάνεται, ο Πατάκης πρόσφερε ένα κείμενο αναφοράς αρκετά ικανό να ξεσηκώσει θυμό, φασαρία, σκόνη και πιθανώς την οργή πολλών, που θα αγανακτήσουν με ενενηκοντούτη έφηβο ο οποίος δεν σκιάζεται και δεν μετράει τα λόγια του. Αξίζει επίσης να τύχει στοργής σε ανταπόδοση της στοργής που προσφέρει στον αναγνώστη ο συγγραφέας απλόχερα. Παρηγορητική διαπίστωση σε σχέση με κάποια προγενέστερα έργα του η απουσία αγωνίας, η απουσία ανάγκης για επιβεβαίωση: σοφία δηλαδή.
Τέλος, ένα μικρό ευχαριστώ από έναν κριτικό αναγνώστη δεκαετιών για την προσφορά του συγγραφέα στην κατανόηση του ελληνικού φωτός, της ταχύτητας, της ελευθερίας, των γάτων, τόσων και τόσων μαγικών πραγμάτων που κάνουν τη δυστυχία τού να είσαι Ελληνας λιγότερο επίπονη. Μέσα από τη γλώσσα που μοιραζόμαστε, αποκτήσαμε ένα κοινό πεπρωμένο στον λόγο που συνιστά ανείπωτη παρηγοριά.
H κ. Ελένη Τροβά είναι επίκουρη καθηγήτρια Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος, Δ.Ν., δικηγόρος.

