Λες και δεν ήταν από μόνη της φαιδρή η διαχειριστική γραφειοκρατικοποίηση του Μνημείου του Αγνώστου Στρατιώτη, οι εμπλεκόμενοι φορείς διαγκωνίζονται για το ποιος θα γελοιοποιήσει περαιτέρω το θέμα. Κι αν από την πλευρά της κυβέρνησης και του υπουργείου Εθνικής Αμυνας ο ανταγωνισμός έχει χαρακτήρα εσωκομματικής κόντρας, ο Δήμος Αθηναίων ποιον ακριβώς ανταγωνίζεται; Τον εαυτό του; Μέχρι το ζήτημα να πάρει θεσμικές διαστάσεις, η δημοτική αρχή κοιμόταν· ούτε καθάριζε ούτε φρόντιζε το μνημείο. Συντασσόταν αναφανδόν με τη μετατροπή του σε χώρο ελεύθερης και διαρκούς διαμαρτυρίας. Τώρα που το έργο της καθαριότητας περνάει στα χέρια ιδιώτη θυμήθηκε να αντιδράσει, και μάλιστα με προσφυγή στη Δικαιοσύνη; Ποιο είναι το ζητούμενο του δημάρχου τελικά; Να καθαρίζει ο Δήμος ό,τι δεν καθάριζε έως τώρα ή να διασφαλιστεί ότι δεν θα καθαρίζει κανείς;
Αριστερή σύγχυση
Η σύγχυση δεν είναι μόνο του Δούκα· αφορά ολόκληρο το φάσμα της (Κεντρο)αριστεράς. Γιατί παραιτήθηκε ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Νίκου Ανδρουλάκη; Οχι επειδή αποδείχτηκε κακός στη δουλειά του, αλλά επειδή αποδείχτηκε πως υπήρξε μητσοτακικός. Ή, μάλλον, ούτε καν μητσοτακικός· απλώς υποστηρικτικός προς κάποιες από τις θέσεις του πρωθυπουργού στο παρελθόν, όπως ήταν η αντιμετώπιση της βίας στα πανεπιστήμια. Δεν είναι και τόσο τρομερό το παράπτωμα. Οταν όμως η ιδεολογική ταυτότητα ενός κόμματος καταλήγει να συνίσταται στον αντιμητσοτακισμό του, εύλογα το μίσος για τον αντίπαλο αναδεικνύεται σε απαραίτητο προσόν, ενώ η έλλειψή του γίνεται λόγος απομάκρυνσης άνευ ετέρου.
Απ’ το «αντί» στο «υπέρ»
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, αφού εξάντλησε χωρίς επιτυχία την τυφλή στρατηγική του «αντί», πλέον ψάχνει τη σωτηρία του στο εξίσου τυφλό «υπέρ». Υπέρ Τσίπρα κι ας εγκατέλειψε ο Τσίπρας το κόμμα. Υπέρ Τσίπρα κι ας είχε αφήσει το κόμμα στην τύχη του πριν καν το εγκαταλείψει. Υπέρ Τσίπρα κι ας σχεδιάζει το μέλλον του μακριά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Το αξιολύπητο θέαμα ενός κόμματος εξουσίας που κυνηγάει έναν ηττημένο πολιτικό, δεν εξηγείται μόνο με όρους πολιτικού συμφέροντος, αλλά και με υπαρξιακούς: δεν λείπει μόνο η ελπίδα από τον «ατσιπρικό» ΣΥΡΙΖΑ· του λείπει το περιεχόμενο.
Προσποιήσου πως κάτι άλλαξε
Στην πολιτική, ακόμα κι αν δεν έχεις περιεχόμενο, πρέπει να προσποιείσαι ότι έχεις. Είναι ο μόνος τρόπος να πείσεις κάποιον ότι κάτι μπορείς να εισφέρεις κι εσύ. Γι’ αυτό και οι υπόνοιες της Κάμαλα Χάρις πως η πολιτική της διαδρομή δεν τελείωσε είναι περισσότερο στρεσογόνες παρά ευοίωνες για τους Δημοκρατικούς και αναποφάσιστους ψηφοφόρους. Αν η πολιτικός σκοπεύει να διεκδικήσει εκ νέου την προεδρία, θα πρέπει όχι μόνο να το πει ευθέως και εγκαίρως, αλλά και να εξηγήσει: τι άλλαξε σε σχέση με την προηγούμενη φορά; Υπάρχει κάποια νέα ιδέα που θα φέρει τον κόσμο κοντά της ή μόνο ένας ανεκπλήρωτος πόθος;
Κουκουλοφόροι σε οίστρο
Ο Μάκης Βορίδης ενσαρκώνει τον πόθο της άκρας αριστεράς· έναν πόθο καταστροφικής μανίας. Ενώ ο ίδιος ο Βορίδης κατόρθωσε να απομυθοποιήσει τις ακροδεξιές του καταβολές και εν μέρει να τις αναθεωρήσει, οι αντίπαλοί του από το άλλο άκρο δεν χώνεψαν ποτέ τη μερική μεταστροφή του. Ακροδεξιό τον γνώρισαν, ακροδεξιό τον φαντασιώνονται. Οι κουκουλοφόροι που του επιτέθηκαν στο Ηράκλειο εκφράζουν την εμμονή του χώρου τους με το παρελθόν. Οι εχθροί τους είναι σαν τη σκέψη τους: αμετάβλητοι. Εκθέτει όμως ο προπηλακισμός ανεπανόρθωτα και την κυβέρνηση: η δυνατότητα των κουκουλοφόρων να δρουν ανενόχλητοι είναι προϊόν της δικής της απροθυμίας να επιβάλει τον νόμο σε όσους τον αντιπαθούν· προδίδει την εμμονική ανάγκη της να τα έχει καλά με όλους, με αποτέλεσμα να δυσαρεστεί τους πάντες.
