Το φθινόπωρο είναι η αγαπημένη μου εποχή. Λατρεύω το τσάι κολοκύθα, τα κίτρινα φύλλα και τις αταίριαστες κάλτσες. Ομως, για πολλούς ανθρώπους το φθινόπωρο είναι αγχωτικό. Καλούνται να κατοικήσουν πάλι έναν χρόνο κατανεμημένο σε λεπτά και δευτερόλεπτα, που, ιδωμένος έτσι, φαντάζει ατέλειωτος και, ταυτόχρονα, ποτέ αρκετός. Μετά τις μέρες στο νησί ή το χωριό, πρέπει να ξανακοιτάξουν κατάματα την έξυπνη στάση, το ψηφιακό ρολόι, το μέιλ.
Ο Σεπτέμβρης είναι ωραίος, το multitasking απάνθρωπο
Ο θρυμματισμένος χρόνος, το multitasking, οι κοινωνικές πιέσεις να κάνει κανείς ένα σωρό ετερόκλητα πράγματα, δημιουργούν εξουθένωση. Είναι σαν η ζωή να χάνει το συντακτικό της. Ή, σαν, μέσα στη μέρα, να θες να πεις κάτι, να σε διακόπτουν, να ξαναξεκινάς, για να σε ξαναδιακόψουν. Τελικά αποδέχεσαι πως δεν πρέπει να έχεις προθέσεις. Η ημέρα σου είναι μία αλληλουχία παθητικών αντιδράσεων σ’ ένα επιταχυμένο περιβάλλον υπερδιέγερσης. Ταυτόχρονα, πρέπει να έχεις ανάγκες, να νηπιοποιείς τον εαυτό σου, να κεντροθετείσαι στη ζωή των άλλων, να γκρινιάζεις και να παραιτείσαι – η μέρα να κυλάει μεταξύ ζάχαρης, πρωτεΐνης, δραστηριότητας και νευρικού κλονισμού.
Αφέσου σε κάθε πτυχή του ναρκισσισμού σου, μας λέει η εποχή μας. Η αυτοεξέταση δίνει τη θέση της στις σέλφι στον καθρέφτη. Δεν χρειάζεται να ψάξεις μέσα. Αρκεί να δείχνεις διαρκώς το απ’ έξω. Οι πιέσεις είναι τέτοιες που είναι σχεδόν αδύνατον να μη νιώσεις αποτυχημένος/αποτυχημένη. Τα χρήματα από τη δουλειά δεν είναι ποτέ αρκετά. Το ωραίο σώμα δεν είναι ποτέ επαρκώς ωραίο κ.λπ. Ακούστε τώρα πώς η Michiko Aoyama τα κουρέλιασε όλ’ αυτά.
Βιβλία αεροδρομίου
Η Aoyama είναι συγγραφέας απ’ την Ιαπωνία. Γράφει ελαφρά αναγνώσματα θεραπευτικής υφής (στα ελληνικά κυκλοφορεί το βιβλίο της η Βιβλιοθήκη Των Κρυφών Ονείρων, ενώ άλλα έργα της τιτλοφορούνται Ζεστή Σοκολάτα την Πέμπτη ή Ο Θεραπευτικός Ιπποπόταμος του Πάρκου Hinode, καταλάβατε). Η καταβύθιση στις ιστορίες της δεν είναι απαιτητική. Μπορεί κανείς να την μελετήσει καθώς περιμένει στον οδοντίατρο ή αφότου έχει επιβιβαστεί στον ηλεκτρικό. Οι ιστορίες της είναι ήσυχα, αφελή παραμύθια για ενηλίκους. Ζεσταίνουν καρδιές.
Τι ψάχνεις τέλος πάντων;
Στη βιβλιοθήκη των κρυφών ονείρων η Aoyama ασχολείται με κάποιους ανθρώπους που είναι στα χαμένα. Είναι άνθρωποι που δεν ξέρουν τι να κάνουν με τη ζωή τους ή πώς να κυνηγήσουν το όνειρό τους. Ποιο ακριβώς είναι το όνειρό τους, άλλωστε; Η νεαρή υπάλληλος που εργάζεται σ’ ένα κατάστημα ρούχων αισθάνεται πως δεν τα έχει καταφέρει στο Τόκιο, παρόλο που οι φίλες της στην επαρχία τη θαυμάζουν. Ο τριαντάχρονος καλλιτέχνης Hiroya δεν μπορεί να βρει εργασία, έχει αποκαρδιωθεί, σχεδόν χάνει την αγάπη του για το σχέδιο και τα μάνγκα. Ο συνταξιούχος Masao αισθάνεται πεταμένος μετά τη συνταξιοδότηση, σαν να έχει μπει ένα διαχωριστικό πέπλο ανάμεσα σ’ αυτόν και τους υπόλοιπους.
Ξεχώρισα, όμως την ιστορία της Natsumi. Είναι σαράντα και πρέπει να εγκαταλείψει το όνειρό της για μια καριέρα στον εκδοτικό χώρο. Η γέννηση της κόρης της, Futaba, είχε ως αποτέλεσμα να την υποβαθμίσουν στη δουλειά. Η Natsumi νιώθει τύψεις, άγχος και πως δεν προλαβαίνει τίποτα. Τα καθήκοντά της στο σπίτι την εμποδίζουν να απολαύσει ένα ήσυχο βράδυ με το αγαπημένο της βιβλίο, ενώ όλοι απαιτούν από τη νέα μαμά διαρκείς θυσίες και τελειότητα. Η ζωή της καταρρέει και σχεδόν τίποτα δεν την ευχαριστεί.
Η συγγραφέας, αφού παρουσιάσει το πρόβλημα, δίνει και τη λύση του (όπως είπα, δεν πρόκειται για μεγάλη λογοτεχνία, αλλά για θεραπευτικό παραμύθι). Μία αλλαγή οπτικής, μία εσωτερική μετατόπιση βοηθούν τους χαρακτήρες να εκτιμήσουν τις δεξιότητες που διαθέτουν. Καμία εργασία δεν είναι ταπεινή ή ντροπιαστική στο σύμπαν της Michiko Aoyama, που ενδεχομένως έκανε πολλές δουλειές ώσπου να πιάσει την καλή με αυτά τα βιβλιαράκια. Η εργασία του θυρωρού δεν είναι ταπεινή, αλλά μια πιθανή διέξοδος για τον Masao που αισθάνεται πως έχει τεθεί εκτός της ζωής της πολυκατοικίας λόγω σύνταξης.
Η εργασία της βιβλιοθηκονόμου είναι σπουδαία και μέρος «ενός ονειρεμένου συστήματος, όπου μπορείς να παίρνεις βιβλία, χωρίς να μεσολαβούν τα λεφτά», όπως έχει πει η συγγραφέας. Η υπάλληλος στο βιβλιοπωλείο μπορεί να μη γράφει η ίδια τα βιβλία ποίησης που πουλάει, αλλά συμμετέχει στη διαδικασία που οδηγεί τους ανθρώπους να βρουν τις λέξεις που κάνουν τη ζωή ν’ αντέχεται.
Αυτό το έργο-ζαχαρωτό θα έμενε σε ένα ρηχό επίπεδο, εάν δεν υπήρχε και η κοινότητα. Οι ζωές όλων αυτών των ανθρώπων κινούνται γύρω από ένα κέντρο της κοινότητας. Εκεί υπάρχουν δωρεάν μαθήματα γκο για συνταξιούχους που θέλουν να ακονίσουν τη μνήμη τους, άνθρωποι που θα σε βοηθήσουν να χειρίζεσαι υπολογιστή, καθώς και η ευκαιρία να μιλήσεις στη μυστηριώδη βιβλιοθηκονόμο που είναι κάτι σαν Βούδας με πολύτιμη γνώση και σοφία. Η βιβλιοθηκονόμος ρωτάει τους πάντες «τι ψάχνεις;» – δεν αναφέρεται στα βιβλία.
Κοινότητα
Πολλά πράγματα είναι θεραπευτικά σε τέτοιου είδους έργα, όμως εστιάζω την προσοχή μου στην κοινότητα. Στο κάλεσμα της συγγραφέως να δούμε πέρα από τη μύτη μας. Να συνδράμουμε να γίνει καλύτερη η μέρα ακόμη και μισού ανθρώπου που θα συναντήσουμε σήμερα. Να εκτιμήσουμε τον κόπο και τη δουλειά που υπάρχει πίσω από ένα φλιτζάνι τσάι ή από ένα περίτεχνο σχέδιο σ’ ένα παιδικό βιβλίο. Αν το σκεφτούμε στα σοβαρά, είναι εντελώς παράξενος ο τρόπος που ζούμε, επειδή περιλαμβάνει μια περιφρόνηση για την εργασία, τη χάρη, τον κόπο και την φροντίδα των άλλων.
Τελετουργία
Οι τελετουργίες του παρελθόντος επέβαλαν στους ανθρώπους να κοιτάξουν ψηλά και γύρω τους. Για παράδειγμα, καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, κάπου μακριά, έξω από το παράθυρό μου, ακούγεται η λειτουργία της εκκλησίας. Σκεφτείτε την ταπείνωση της μετάβασης στην εκκλησία, τη σιωπηλή περισυλλογή στον ναό και, φυσικά, την τεράστια πανταχού παρούσα υπόμνηση της θνητότητας στον χριστιανισμό. Υστερα, την έξοδο στο προαύλιο, το αντίδωρο και το πρόσφορο, την υλικότητά τους, τη σύνδεση του θνητού με το αθάνατο σώμα μέσα από μια μπουκιά ψωμιού. Τη συνειδητοποίηση ότι τελικά εσύ ζεις ακόμη, είναι Κυριακή πρωί και τώρα ξεκινάει μια καινούργια μέρα. Τη μέρα σου καλείσαι να τη ζήσεις με βάση ορισμένες εντελώς ριζοσπαστικές ιδέες: να δείξεις αγάπη σε αγνώστους, να μη θαυμάζεις υπερβολικά τα υλικά αγαθά.
Η ρουτίνα του υποτιθέμενα απομαγεμένου κόσμου (όπου μάλλον τα καταπιεστικά ιερατεία έχουν απλώς αλλάξει πρόσωπο και τροπάρι) είναι κάπως τρελή, υπό την έννοια ότι πρέπει να θεωρείς τον εαυτό σου διαρκώς σημαντικό, σ’ ένα επιτελεστικό επίπεδο, αλλά να μην εξετάζεις τι θες από τη ζωή σου. Δεν χρειάζεται να κοιτάς ψηλά, γύρω σου ή μέσα, μόνο στον καθρέφτη. Ακόμα κι ένα εύπεπτο θεραπευτικό ανάγνωσμα τα ανατρέπει αυτά. Υπό αυτή την έννοια συνιστά μια ήσυχη επαναστατική αυτοφροντίδα, που περιλαμβάνει μια εύπεπτη, αφελή ανατροπή οπτικής.
Γιατί είναι σημαντικό;
Μ’ έναν περίεργο τρόπο, οι διαδικτυακοί χώροι που είναι «δημόσιοι» έχουν μετατραπεί σε σπήλαια εγκλωβισμού στον ατομικισμό. Μη δημόσιες δραστηριότητες που άλλοτε θα φάνταζαν οριακά σολιψιστικές ή σαν παραμέληση καθηκόντων προς τρίτους, όπως η απόφαση να περάσεις ένα βροχερό απόγευμα παίζοντας σκάκι ή παιχνίδια με κάρτες ή μονόπολη, υπόσχονται μια σύνδεση.
Καλλιεργούν τη φαντασία και έτσι κουβαλάνε την πιθανότητα να φανταστούμε τον χρόνο και την κοινότητα αλλιώς. Χρειαζόμαστε αυτήν τη φαντασία, προκειμένου να βγούμε απ’ τη σπηλιά όπου είμαστε κλεισμένοι ολομόναχοι, παίζοντας ταυτόχρονα τον ρόλο και του Οδυσσέα και του ανθρωποφάγου Κύκλωπα.
Πράγματα Που Με Κάνουν Να Πιστεύω Στην Ανθρωπότητα Αυτήν Την Εβδομάδα
Ο χώρος μελέτης Βιβλιοστάτης στο Χαλάνδρι. Οι άνθρωποι που τον έφτιαξαν είχαν μια μεγάλη οικογενειακή βιβλιοθήκη και αποφάσισαν να τη διαθέσουν προς όφελος της κοινότητάς τους, δημιουργώντας μια δανειστική βιβλιοθήκη-καφέ. Τα μάνγκα και το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι βλέπουν την αξία αυτής της μορφής τέχνης. Το να πηγαίνω στα μουσεία της Αθήνας το φθινόπωρο – σαν να ξεκινάω σχολείο.
