Υπάρχει μία εκπομπή στο BBC όπου οι καλεσμένοι καλούνται να διαλέξουν τι θα έπαιρναν μαζί τους σ’ ένα έρημο νησί. Διαλέγουν δίσκους, βιβλία, χαρτί υγείας. Η εκπομπή, που μερικές φορές την ακούω ενώ κάνω ντους, πυροδοτεί πάντα τη φαντασία μου. Τι βιβλία θα έπαιρνα εγώ σ’ ένα έρημο νησί; Εσείς; Iσως αυτή η ερώτηση να είναι η αφετηρία της σημερινής μας επικοινωνίας: σ’ έναν σάκο με λίγα, στοιχειώδη, το απόγευμα πριν από τον νυχτερινό απόπλου, τι ρίχνει κανείς;
Αγνόησε τις λίστες
Με κίνδυνο να φανώ περίεργη ή να μην ξαναδώ τα βιβλία μου σε καμία τέτοια λίστα, θα σου έλεγα πως μάλλον πρέπει να αγνοήσεις τις λίστες με τα 200 καλύτερα αναγνώσματα για φέτος το καλοκαίρι ή να τις αντιμετωπίσεις ως αυτό που είναι, ενημερωτική διαφήμιση. Κοίταξέ τες, πάρε μια ιδέα. Εάν έχεις τεράστια κενά στην κλασική λογοτεχνία, διατήρησέ τα. Δεν χρειάζεται να μαστιγωθείς ή να πείσεις τον εαυτό σου πως τώρα είναι η ευκαιρία να έρθεις επιτέλους για πρώτη φορά σε επαφή με τον Λέοντα Τολστόι, στο κάμπινγκ, στη Γαύδο. Αν κάποιο έργο γραμμένο το 2020 ή το 2022 αδράχνει την ψυχή σου, ρίξ’ το στον σάκο, κουβάλησε αυτό μαζί σου στην κρυφή παραλιούλα.
Μάλιστα η Daisy Buchanan του Guardian συμβουλεύει ρητά τους αναγνώστες της να μη διαβάσουν την Αννα Καρένινα το καλοκαίρι, ειδικά εάν διαθέτουν τη σκληρόδετη έκδοση. Σε κάτι χάλια διακοπές της στην Τενερίφη, «τα παιδιά ούρλιαζαν και πλατσούριζαν γύρω μου», δεν μπορούσα να καταλάβω τι έβρισκε η Αννα στον Βρόνσκι, οι άμμος κολλούσε στα μαλλιά μου και «πάλευα να αντιληφθώ τις πτυχές του περιουσιακού δικαίου του 19ου αιώνα», ώσπου είπα «αρκετά». Εγώ είχα ακριβώς αντίθετη εμπειρία. Διάβασα την Αννα Καρένινα καλοκαίρι στο σπίτι των γονιών μου στην επαρχία. Πέρασα φανταστικά.
Εισπνέοντας το αντικουνουπικό και ευρισκόμενη σ’ ένα περιβάλλον που δεν μ’ ενδιέφερε, επειδή μου ήταν εξαιρετικά οικείο, κατάφερα να πλοηγηθώ στο κτήμα και όλες αυτές τις ατέλειωτες σελίδες όπου εκτελούν αγροτικές εργασίες και όπου παλεύουν με τη μοιχεία και τις αποφάσεις, αφού, μεταξύ άλλων, δεν είχα τίποτα καλύτερο να κάνω απ’ το να λιώνω στον ανεμιστήρα και τους παγωμένους καφέδες. Φυσικά και δεν θα γύριζα να κοιτάξω τον Τολστόι, εάν βρισκόμουν σε κάποια παραλία της Τενερίφης. Αλλά περιστοιχισμένη από γείτονες που με ξέρουν μια ζωή και με μόνη εναλλακτική διασκέδασης κάτι κοντινά γήπεδα μπάσκετ ή κάτι μπαρ με απαγορευτικά υψηλά ντεσιμπέλ, βυθιζόμουν στον χοντρό τόμο, που μάλιστα τρόμαζε τους συγγενείς και τους έκανε να σιωπούν γύρω μου. Η γιαγιά μου με ρώτησε πότε θα έπαιρνα επιτέλους το πτυχίο μου που το είχα πάρει πριν χρόνια.
Φάουλ
Οχι πως κι εγώ δεν την έχω πατήσει. Από τύχη βρέθηκα πριν από χρόνια σ’ ένα συγγραφικό residency στη Νότια Ισπανία. Είχα την πραγματικά παράξενη ιδέα να πάρω μαζί μου Ντοστογιέφσκι. Και μάλιστα το Υπόγειο. Η έκδοση ήταν ταλαιπωρημένη και καλογερίστικη. Με το που έφτασα στο Αλικάντε, κατάλαβα ότι είχα κάνει χαζομάρα. Σχεδόν όλη τη μέρα την περνούσαμε στην παραλία όπου όλοι αθλούνταν ή έπιναν κάτι χοντρά, πολύχρωμα κοκτέιλ. Τραγουδούσαν. Χόρευαν. Κλωτσούσαν μπάλες. Φλέρταραν. Δεν υπήρχε πιο μίζερο πλάσμα από τον τύπο στο Υπόγειο που αυτοεξευτελίζεται σ’ εκείνο εκεί το άθλιο δείπνο κι από εμένα που πάσχιζα να τον καταλάβω.
Πρακτικά Ζητήματα
Η Sarah Lyall των New York Times προσθέτει ακόμη μία παράμετρο. Το όντως ταξίδι μερικές φορές είναι άθλιο και βασανιστικό. Μπορεί να περιλαμβάνει δεκάωρες μεταβάσεις με το πλοίο στην άγονη γραμμή, μετεπιβιβάσεις σε σταθμούς τρένων, αναμονές στα αεροδρόμια. Προσωπικά δεν έχω καμία όρεξη να τσεκάρω νευρωσικά το κινητό μου καθισμένη στο πάτωμα των αναχωρήσεων του Ελ. Βενιζέλος και προτιμώ χίλιες φορές το χειρότερο πάρεργο του Τζ. Ντ. Σάλιντζερ από τις σέλφι. Ετσι, πρέπει να σκεφτούμε κι αυτό: ποιο ανάγνωσμα θα κάνει τη μία ώρα της καθυστέρησης να περάσει νεράκι; Σε κάτι καθυστερήσεις στην πτήση Βερολίνο – Αθήνα εγώ διαβάζω Αμάντα Μιχαλοπούλου.
Αν ταξιδεύεις με αεροπλάνο πρέπει να σκεφτείς το όριο στις αποσκευές. Εάν πηγαίνεις κάμπινγκ, την ποιότητα του χαρτιού που θα γεμίσει αντηλιακό και θαλασσινό νεράκι. Εάν πρόκειται να πεζοπορήσεις, να μετεπιβιβαστείς κ.λπ. ίσως να μη μελετήσεις Ιστορία φέτος το καλοκαίρι. Ο Ian Kershaw πρέπει να περιμένει την επιστριφή σου στην πόλη. Το ίδιο και με τα γκράφικ νόβελ. Οσο ευχάριστα και χαλαρωτικά αναγνώσματα κι αν είναι, πιάνουν πολύ χώρο και τελειώνουν σε μια μέρα. Από την άλλη, διάφορα κλασικά ή υψηλή λογοτεχνία κυκλοφορούν σε χαρτόδετη έκδοση. Σχεδόν όλα τα αριστουργήματα της σειράς «κλασικά» του ιστορικού εκδοτικού οίκου Penguin μπορεί να τα βρει κανείς χαρτόδετα. Μου αρέσει να μπαίνω στο αεροπλάνο και να κρατάω επιδεικτικά κάτι απολύτως κλασικό, την George Eliot, για παράδειγμα ή τη Mary Shelley, σε αυτές τις εκδόσεις που μυρίζουν χαρτοπολτό και δεν αγχώνεσαι αν θα γεμίσουν καφέ ή αντηλιακό γεύση γιαούρτι. Αν έχει αναταράξεις, βγάζω, όμως, κόμικ, αρκεί να το έχω πρόχειρο στην τσάντα.
Ιταλία, Σεούλ, Κυψέλη
Τι θέλεις να σε συντροφεύει στο τρένο από το Βελιγράδι στη Βουδαπέστη; Τι θες να σου κάνει παρέα στα αρμυρίκια στην Εύβοια, στο εξοχικό του φίλου που σε προσκάλεσε, αλλά σιωπά, για να μη διακόψει την ανάγνωσή σου; Τι είναι αρκετά τραβηχτικό ώστε να μην αποσυντονίζεσαι όταν ο οδηγός του ΚΤΕΛ θα βάλει τα καψουροτράγουδα ή η φωνή στη Ryanair θ’ αρχίσει να απαριθμεί τις προσφορές σε αρώματα και κρέμες; Ποια συγγραφέας σε παρηγορεί όταν δεν έχεις και πολλά λεφτά και περνάς το καλοκαίρι σου στο διαμέρισμα με παγωμένες μπίρες και ανεμιστήρα (για μένα αυτό το έχουν κάνει: ο Πολ Οστερ, ο Καρλ Ούβε Κνάουσγκορντ, ο Ομηρος, η Ελίζαμπεθ Στράουτ, ο Χρίστος Οικονόμου, η Αϊρις Μέρντοχ, ο αγαπημένος μου Φίλιπ Ροθ και αμέτρητες άλλες).
Μήπως ο Sebald είναι ιδανικός για μία εκδρομή στην Ιταλία, γιατί γράφει (και) για την Ιταλία ή μήπως θέλεις να ξεφύγεις εντελώς και ξαπλωμένη στην παραλία που καίει να διαβάζεις ένα βιβλίο με βροχή και υγρασία (την Εμμονή της Byatt); Μπορεί να θες να χρησιμοποιήσεις τη σαγήνη του τοπίου σαν αφορμή για ν’ αφεθείς σε κάτι δύσβατο, π.χ. στην ανάγνωση του Κίρκεγκωρ; Η ανάλαφρη ατμόσφαιρα (πισίνες, άμμος, μπαρ που πουλάει άπερολ σπριτς) θα λειτουργεί σαν αντιστάθμισμα καθώς θα μελετάς γιατί ο Αβραάμ άκουσε τον Θεό και ανέβηκε στο βουνό (στο Fear And Trembling). Μπορεί να θέλεις κάτι αστείο και μυστηριώδες και έξυπνο και πολιτικό, οπότε οι επιλογές σου σε οδηγούν με ακρίβεια στον Τζόναθαν Κόου. Μπορεί να μην ησυχάζεις, να μην ξεκουράζεσαι λεπτό στις διακοπές, γιατί είσαι νευρωσική και αγχώδης, οπότε ίσως να στραφείς στον Ντέιβιντ Λοτζ ή τον Μισέλ Ουλμπέκ, αντί να βασανίσεις τους γύρω σου και να επισπεύσεις την επιστροφή σου.
Φυσικά, υπάρχει το ενδεχόμενο να είσαι από τους πραγματικά τυχερούς και να διαθέτεις κάποια εξοχική κατοικία ή να σου έχουν παραχωρήσει διαμέρισμα – για παράδειγμα τίποτα γενναιόδωροι φίλοι που δεν θέλουν να βρίσκονται καλοκαιριάτικα στο σπίτι τους στην Κοπεγχάγη. Σ’ αυτήν την περίπτωση πρέπει να φτιάξεις κάτι σαν φορητή βιβλιοθήκη. Οι ειδικοί προτείνουν να πάρεις μαζί σου πράγματα που βρίσκεις διασκεδαστικά, συγγραφείς που έχεις ήδη απολαύσει στο παρελθόν (όχι οπωσδήποτε το ίδιο βιβλίο) και να διαλέξεις και κάποιο έργο-φίλο, έργο-συντροφιά.
Εάν για παράδειγμα είναι να πας στη Σεούλ ή στο Τόκιο, μπορεί να θες να πάρεις μαζί σου την αγαπημένη σου ποιητική συλλογή στα ελληνικά, για να παλέψεις την ανοικείωση. Θα προσέθετα: να πας στα μικρά βιβλιοπωλεία του μέρους όπου ταξιδεύεις ή να ανταλλάξεις βιβλία με τους ανθρώπους γύρω σου. Μπορεί να θες ν’ αφήσεις τα χοντρά βιβλία σε κάποια βιβλιοθήκη ή στο σαλόνι όσων σε φιλοξένησαν, στη σκηνή του ανθρώπου που γνώρισες στο κάμπινγκ ή στην ταβέρνα που πηγαίνεις κάθε βράδυ. Υπάρχει κάτι αφελές, ρομαντικό και μάλλον αβάσιμο στην ιδέα πως θα το διαβάσουν και θα συνδεθείτε.
Πράγματα που με κάνουν να πιστεύω στην ανθρωπότητα αυτή την εβδομάδα
Οι δημοτικές βιβλιοθήκες και όσοι καταφεύγουν σ’ αυτές. Οι πίνακες του David Hockney. Οι άνθρωποι που αφήνουν νερό για τις αδέσποτες γάτες. Ο ήχος της νύχτας στο Τρίτο Πρόγραμμα και τα βράδια που διαβάζω ακούγοντας αυτήν εδώ τη μουσική.
