Η ανακοίνωση της Εθνικής Πινακοθήκης σχετικά με τη μετακίνηση των βανδαλισμένων έργων δεν είναι ξεκάθαρη. Μας λέει ότι τα έργα απομακρύνθηκαν από το δάπεδο όπου τα έριξε ο μαινόμενος βουλευτής, αλλά για κάποιον λόγο δεν μας ενημερώνει αν θα επανατοποθετηθούν στη θέση τους. Μια διπλωματική ασάφεια, θα έλεγε κανείς. Σε περίπτωση πάντως που η ασφάλεια της Πινακοθήκης, των εργαζομένων και των έργων τέχνης ερμηνεύτηκε από τους αρμόδιους μέσα από το πρίσμα του φόβου και της απειλής, δεν χρειάζεται να συζητάμε για το ποιος βγήκε κερδισμένος από την ιστορία, ούτε ποιος πρόκειται να κερδίσει την επόμενη φορά που κάποιος οργισμένος βάνδαλος θα επιχειρήσει να καταστρέψει ό,τι του χαλάει τη διάθεση. Η μετριοπάθεια ενώπιον της βίας δεν την κατευνάζει, αλλά την ενθαρρύνει και τη νομιμοποιεί.
Ανασχηματισμός εις μάτην
Ζούμε βέβαια σε μια εποχή όπου το να βγαίνεις κερδισμένος δεν είναι πάντοτε το
ζητούμενο. Κάποιοι προτιμούν τη συντηρητική διαχείριση των καταστάσεων από το ρίσκο μιας σημαντικής επιτυχίας. Σε αυτή τη λογική κινήθηκε και ο ανασχηματισμός, που δεν προσέφερε καινοτομία και ανανέωση στο κυβερνητικό σχήμα, αλλά ένα αμελητέο ταρακούνημα που ούτε την απαράδεκτα διογκωμένη του μορφή απλουστεύει ούτε εγγυάται κάποια αλλαγή προς το καλύτερο. Πιθανόν να μη φταίει ο ανασχηματισμός όπως έγινε, αλλά ο ανασχηματισμός όπως είναι καταδικασμένος να γίνεται πάντα. Αν το εκάστοτε κυβερνών κόμμα είχε καλύτερα στελέχη από αυτά που επέλεξε αρχικά, θα τα κρατούσε κρυμμένα;
Καθολική έλλειψη
Το ανεπαρκές πολιτικό προσωπικό δεν είναι πρόβλημα μόνο της Νέας Δημοκρατίας. Το ΠΑΣΟΚ αδυνατεί να σηκώσει κεφάλι γιατί ούτε αυτό πείθει ως σύνολο πολιτικών προσώπων με όραμα και ικανότητες· ο ΣΥΡΙΖΑ ξεφούσκωσε μόλις έχασε τη λαϊκιστική «χαρισματικότητα» του Τσίπρα· τα αριστερά μορφώματα που προέκυψαν από τις συριζαϊκές διασπάσεις δεν απασχολούν κανέναν. Από την άλλη, όσοι ανεβαίνουν δημοσκοπικά δεν οφείλουν την άνοδο στις προσωπικότητές τους, αλλά στην έφεσή τους στη δημαγωγία. Αυτοί που μέμφονται τη Ν.Δ. για το απογοητευτικό αποτέλεσμα του ανασχηματισμού, καλά κάνουν, αλλά θα ήταν χρήσιμο να αναρωτηθούν: γνωρίζουν πολλά αξιόλογα πρόσωπα που θα ανακατεύονταν σε αυτό το πολιτικό σύστημα;
Πολιτική ως δουλειά
Δεν είναι τυχαίες οι κουβέντες περί ενασχόλησης της Μαρίας Καρυστιανού με την πολιτική. Η φημολογία έχει δύο βάσεις, μία θετική και μία αρνητική: Αφενός, προκύπτει από μια γενικευμένη ανάγκη «πολιτικής κάθαρσης»· ό,τι γίνεται αντιληπτό ως αγνό και άμεμπτο στη δημόσια σφαίρα πυροδοτεί μια μεσσιανική ελπίδα πως αυτό είναι που θα φέρει και τη «μεγάλη αλλαγή» σε πολιτικό επίπεδο. Από την άλλη, μια τέτοια ελπίδα απορρέει κι από δραματική άγνοια για το τεχνικό σκέλος της πολιτικής. Η πολιτική δεν είναι απλώς μια άσκηση ηθικής· είναι και δουλειά, που πρέπει και να ξέρεις πώς να την κάνεις (άσχετα από το πόσο καλοί ή κακοί αποδεικνύονται σε αυτήν οι επαγγελματίες της).
Επάγγελμα «killer»
Αν βλέπαμε συχνότερα τον κόσμο με επαγγελματικά μάτια, θα είχαμε λιγότερες απορίες γι’ αυτόν. Οι άνθρωποι είναι το επάγγελμά τους περισσότερο απ’ ό,τι ίσως νομίζουμε. Για παράδειγμα, κάποιοι έχουν βαλθεί να αναλύσουν την πολιτική συμπεριφορά της Ζωής Κωνσταντοπούλου ως αποτέλεσμα προσεκτικών υπολογισμών, ύπουλων στρατηγικών και καιροσκοπισμού. Δεν λαμβάνουν υπ’ όψιν το πιο προφανές: η Κωνσταντοπούλου πολύ περισσότερο απ’ όσο είναι πολιτικός, είναι μια μάχιμη δικηγόρος, με εκπαίδευση και ένστικτο «killer». Ξέρει πώς να γίνει πειστική, ξέρει σε ποιους πρέπει να γίνει πειστική, ξέρει πώς να ρυθμίσει τον τόνο της ανάλογα με τον στόχο της. Δεν υπάρχει κάποιο μεγάλο σχέδιο· η πρόεδρος της Πλεύσης Ελευθερίας, είτε μέσα στη Βουλή είτε στην τηλεόραση είτε στο δικαστήριο, κάνει την ίδια δουλειά. Και την κάνει αποτελεσματικά.
