Αγαπητή Λώρεν,
Σίγουρα αυτή η επιστολή θα πάει στα χαμένα, εκεί που πάνε οι αυθόρμητες εκδηλώσεις θαυμασμού αναγνωστών. Αλλά σ’ τη γράφω.

Matrix
Πέρασα το βράδυ του Σαββάτου διαβάζοντας το βιβλίο σου Matrix κι ακούγοντας στο γιουτιούμπ αυτή την playlist του Sakamoto. Το βιβλίο σου ξεκινάει σαν σκληρό παραμύθι. Στο Matrix (εκδόσεις Πόλις, μεταφρασμένο από τον Χρήστο Οικονόμου) η ζωή είναι γεμάτη δυσκολίες. Η Μαρία, η ηρωίδα σου, είναι ένα ψηλό, ξερακιανό κορίτσι, νόθο μέλος της βασιλικής οικογένειας κι ανεπιθύμητη. Ενα ασχημόπαπο.
Είναι ερωτευμένη με τη βασίλισσα Ελεονόρα, αλλά ο έρωτάς της μένει ανεκπλήρωτος. Η βασίλισσα ξαποστέλνει τη νόθη σ’ ένα άσημο αγγλικό μοναστήρι, όπου η πείνα και οι αρρώστιες θερίζουν. Οι μοναχές, «πλάσματα αλλόκοτα, ίδιο σόι με τις μάγισσες», ζουν μέσα στη λάσπη και στις στερήσεις. Παρακολουθώντας τα κουτσομπολιά τους ξεδιπλώνουμε την προϊστορία της Μαρίας που είναι «καρπός ενός βιασμού». Η μητέρα της και οι θείες της ήταν μαχήτριες που πήγαν στις σταυροφορίες. Τη Μαρία την τράβηξαν η αγέρωχη στάση τους και τα γράμματα. Απλώνει την καρδιά της σε ψαλμούς και σε ποιήματα που σκαρώνει τις νύχτες στη σοφίτα υπό το άγρυπνο βλέμμα των αρουραίων.
Το ξύπνημα
Ωσπου η Μαρία ξυπνάει από τον λήθαργο της ανέχειας και αναλαμβάνει τα διοικητικά της καθήκοντα. Στο μοναστήρι είχε σταλεί ως προϊσταμένη, αλλά δεν έχαιρε σεβασμού. Μια μέρα, αφού έχει κάπως καταπιεί τον ανεκπλήρωτο έρωτά της, αποφασίζει να πατήσει πόδι. Νοικοκυρεύει τα της μονής. Βάζει τις μοναχές να κάνουν όσες δουλειές αντέχουν κι όχι αυτές που τους ταιριάζουν λιγότερο. Κηρύττει την αρετή της εργασίας, της σιωπής και της περισυλλογής. Κι ενώ η Μαρία σκέφτεται πως έχει θαφτεί ζωντανή μέσα στο μοναστήρι, δεν το βάζει κάτω. Κλείνει το μεταξουργείο της μονής και δημιουργεί σκριπτόριο.
Κάποιες αδελφές ξέρουν γραφή και αξιοποιούνται. Μια άλλη σκαρώνει μικρογραφίες με ζωηρά χρώματα. Η Μαρία διαδίδει τη φήμη ότι οι υπηρεσίες των αντιγραφέων καλογριών κοστίζουν το ένα τέταρτο αυτού που χρεώνουν τα ανδρικά μοναστήρια, μια που οι καλόγριες θεωρούνται λίγο – πολύ χαζές κι ανίκανες για μια τέτοια δουλειά. Η Μαρία παύει να τις βλέπει σαν χαζές, τυφλωμένες θρησκόληπτες, αλλά ως ανθρώπους που δεν έχουν καθοδηγηθεί. Κανείς δεν τις εμπιστεύθηκε ποτέ να κάνουν κάτι όντως χρήσιμο και προσοδοφόρο. «Σ’ έναν μόνο χρόνο τα χειρόγραφα φέρνουν έσοδα μεγαλύτερα από δέκα χρόνια δουλειάς με το μετάξι και τα Χριστούγεννα το αβαείο μοιράζει ανάμεσα στ’ άλλα και δώδεκα μάλλινους χιτώνες στους φτωχούς που ξεπαγιάζουν».
Προκοπή και πλουτισμός
Η χρηστή διοίκηση της Μαρίας λύνει το επισιτιστικό πρόβλημα του μοναστηριού. Οι μοναχές παχαίνουν. Η κοινότητα προσελκύει δόκιμες και ταμένα. Χωριάτισσες κατοικούν στις παρυφές των κτημάτων του αβαείου. Οι καλόγριες γυρίζουν κατάκοπες από το σκάψιμο και τη συνεχή χειρωνακτική εργασία, ευλογημένες κι ευχαριστημένες που κερδίζουν με τον ιδρώτα του προσώπου τους. Η Μαρία απορρίπτει τα διαρκή αιτήματα οι αδελφές της να προσφέρουν δωρεάν χρόνο, κόπο και προσευχές σε κάθε λογής τζαμπατζήδες. Η δουλειά τους κοστίζει και πρέπει να αμείβεται.
«Αποφασίζει ότι πρέπει να εκπαιδεύσει τους ανωτέρους της σαν να είναι σκυλιά ή γεράκια, χωρίς βιασύνη, με μικρές ανταμοιβές, ώστε να μην πάρουν είδηση» […] «τους απαντά με επιτηδευμένη ευγένεια […] με ολοένα μεγαλύτερα διαλείμματα σιωπής. Καταφέρνει με τον τρόπο της να μετατρέπει τις απαιτήσεις τους σε χατίρια». Πόσες γυναίκες, στους αιώνες των αιώνων, δεν έπρεπε να εκπαιδεύσουν τον περίγυρό τους λες και ήταν σκυλί ή γεράκι; Πόσες προσέφεραν δωρεάν υπηρεσίες φροντίδας ή συναισθηματικής εργασίας, για να πεθάνουν χωρίς να έχουν ακούσει μισό καλό λόγο;
Παραμύθι χειραφέτησης και ενδυνάμωσης
Με τα χρόνια το μοναστήρι ανθεί. Η Μαρία εισπράττει ανείσπρακτες απαιτήσεις, νοικοκυρεύει τα οικονομικά, εξακολουθεί να γράφει ποιήματα και να είναι ερωτευμένη με τη βασίλισσα. Διοχετεύει την επιθυμία της αλλού ή βρίσκει προσωρινή ανακούφιση στα χέρια της νοσοκόμας της αδελφότητας.
Στο μυαλό της ζει στον κόσμο των γραμμάτων, στην παρήγορη συντροφιά των λέξεων. Αετίνα ανάμεσα στους αετούς, συνειδητοποιεί πως πρέπει να προστατεύσει τη μονή και εξαγγέλλει οχυρωματικά έργα. Βλέπει όραμα με την Παρθένο. Η Μαρία βρίσκει την πίστη της καιρό αφότου έχει ενταχθεί στο μοναστήρι. Τα φύλλα των δέντρων θροΐζουν διαφορετικά γι’ αυτήν πια, βρίσκει μέσα της καλοσύνη ακόμη και για τη μοναχή που έχει χαμένα τα λογικά της ή για τις κίσσες που την κακολογούν. Ευχαριστεί τον Θεό και το εννοεί. Το γλυκόπικρο παραμύθι συνεχίζεται.
Ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο στη Φλόριντα
Με ηρεμεί η σκέψη μιας γυναικείας κοινότητας αλληλοφροντίδας, αγάπης και γαλήνης μέσα στη σκληρότητα. Λώρεν, ήθελα να σ’ ευχαριστήσω που το έγραψες αυτό και που το έκανες με τόση ζεστασιά και επιδεξιότητα. Νομίζω πως δεν είχες τον 12ο αιώνα κατά νου, αλλά τον 21ο, όμως τι ξέρω κι εγώ; Σίγουρα η ιστορία της Μαρίας με δυναμώνει. Και με γεμίζει ευγνωμοσύνη: σε αντίθεση μ’ αυτήν, για μένα ένας πονόδοντος ή ένα τσίμπημα εντόμου δεν είναι το τέλος. Καθώς δεν ζω στο 1158, εγώ μπορώ πράγματι να δοκιμάζω τους καρπούς της γνώσης όποτε μου κάνει κέφι κι έτσι διαλέγω να περάσω κάμποσες ώρες τη μέρα παρέα με λογοτεχνικά έργα. Νιώθω απίστευτα τυχερή, Λώρεν. Οχι μόνο επειδή ζω σε μια εποχή που οι γυναίκες δεν είναι αποκλεισμένες από την ποίηση, αλλά κι επειδή υπάρχουν ντεπόν, γάζες, γιουτιούμπ και ζεστά ροφήματα.
Τσεκάρω το ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο σου στο Gainesville της Φλόριντα. Θα ήθελα να ξεκινούσα τη μέρα μου με μια περιπλάνηση στους πάγκους. Θ’ αγόραζα δύο – τρία βιβλία κι ύστερα θα πήγαινα να πιω καφέ. Με την πρώτη γουλιά θ’ άρχιζα να βυθίζομαι σε μια νέα ιστορία. Για την ώρα, όμως, πρέπει να αρκεστώ στη σκέψη αυτού του βιβλιοπωλείου, στην ιδέα του. Και στον μεγάλο θαυμασμό μου για τον τρόπο που χειρίζεται την ελληνική γλώσσα ο Χρήστος Οικονόμου. Είναι πάντα ένα χάδι στην κακοπαθημένη αισθητική μου οτιδήποτε κάνει αυτός ο υπέροχος άνθρωπος. Εν τω μεταξύ, δεν ήξερα πως Matrix σημαίνει μήτρα.
Πράγματα που με κάνουν να πιστεύω στην ανθρωπότητα αυτή την εβδομάδα
Οι γυναίκες που ανοίγουν ανεξάρτητο βιβλιοπωλείο. Πλάι στην Γκροφ σκέφτομαι την Αν Πάτσετ που το πρωί γράφει τα μυθιστορήματά της και την υπόλοιπη μέρα κουμαντάρει την επιχείρησή της – όπου έχει ειδική γωνιά με τα ίδια τα δικά της βιβλία, γιατί η συγκεκριμένη καθολική κι ενάρετη γυναίκα δεν βρίσκει τίποτα κακό στο να κερδίζει χρήματα από τον κόπο της. Κι ακόμη: η ευγένεια και η καλοσύνη της Ανιές Βαρντά στα ντοκιμαντέρ της, αυτός ο τρόπος να κοιτάζεις τον κόσμο αντλώντας από ένα ανεξάντλητο απόθεμα περιέργειας και δημιουργικής χαράς.
