ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ – ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Συντονισμένη απάντηση στο ειρηνευτικό σχέδιο ΗΠΑ – Ρωσίας για το τέλος του πολέμου στην Ουκρανία αναζήτησαν χθες οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, μετά τον αιφνιδιασμό που υπέστησαν μέσω της διαρροής τής εν λόγω πρότασης την περασμένη Τετάρτη, καθώς και του τελεσιγράφου μιας εβδομάδας της Ουάσιγκτον προς το Κίεβο για να απαντήσει. Στις Βρυξέλλες, αξιωματούχοι και διπλωμάτες ακόμη και χθες δήλωναν άγνοια για το σχέδιο, για το οποίο όχι μόνο δεν συμμετείχαν, αλλά δεν τους κοινοποιήθηκε ποτέ επισήμως από την Ουάσιγκτον.
Στο κοινό ανακοινωθέν που εξέδωσαν μαζί με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, οι ηγέτες Γαλλίας, Γερμανίας και Ηνωμένου Βασιλείου επέκριναν αρκετά σημεία της ρωσο-αμερικανικής πρότασης, καθώς ουσιαστικά την εξισώσουν με «συνθηκολόγηση» του Κιέβου έναντι της Μόσχας. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες επέμειναν συγκεκριμένα ότι η σημερινή «πρώτη γραμμή» μεταξύ ουκρανικών και ελεγχόμενων από τη Ρωσία εδαφών θα πρέπει «να αποτελέσει σημείο εκκίνησης για οποιαδήποτε κατανόηση» και ότι «οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις θα πρέπει να παραμείνουν αποτελεσματικές ως προς την υπεράσπιση της κυριαρχίας της Ουκρανίας».
Στις επισημάνσεις αυτές κατέληξαν οι τρεις Ευρωπαίοι ηγέτες μετά την κοινή τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ενώ πρόσθεσαν ότι κάθε ειρηνευτική διευθέτηση «απαιτεί την έγκριση των Ευρωπαίων εταίρων ή τη συναίνεση των συμμάχων», καθώς επηρεάζει τα κράτη-μέλη της Ε.Ε και το ΝΑΤΟ. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, χαιρέτισαν «τις προσπάθειες των ΗΠΑ να τερματίσουν τον πόλεμο στην Ουκρανία», όμως, δεσμεύθηκαν παράλληλα «να συνεχίσουν να επιδιώκουν τη διαφύλαξη ζωτικών ευρωπαϊκών και ουκρανικών συμφερόντων, μακροπρόθεσμα».
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες, ωστόσο, θα επιχειρούσαν χθες και προσωπικές επαφές στο περιθώριο της συνόδου του G20, στο Γιοχάνεσμπουργκ, ενώ άλλοι όπως ο Γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς θα επεδίωκαν τηλεφωνική επικοινωνία με τον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Στην πρωτεύουσα της Νοτίου Αφρικής βρέθηκαν χθες ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα και η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που δήλωσαν ότι δεν είχαν «επισήμως ενημερωθεί» για το ρωσο-αμερικανικό σχέδιο, προτού διαρρεύσει στον Τύπο. Η πρόεδρος της Κομισιόν ανέφερε ότι θα επιδίωκε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ουκρανό πρόεδρο.
Η ανησυχία των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων, καθώς και των Βρυξελλών, δεν αφορά μόνο την πρόταση περί «ντε φάκτο» αναγνώρισης ως ρωσικών των ουκρανικών εδαφών στην Κριμαία, Λουγκάνσκ και Ντονέτσκ, αλλά κυρίως την προτεινόμενη απαγόρευση νατοϊκών δυνάμεων στην Ουκρανία και τη χρήση «παγωμένων» ρωσικών περιουσιακών στοιχείων για τη χρηματοδοτική στήριξη του Κιέβου και την ανοικοδόμηση της χώρας. Αυτή την περίοδο, άλλωστε, οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες συζητούν επί της πρότασης της Κομισιόν, που εμπεριέχει τρεις επιλογές για την απαιτούμενη χρηματοδοτική στήριξη της Ουκρανίας τα επόμενα δύο χρόνια.
Η μία εκ των τριών αφορά το λεγόμενο «δάνειο αποζημιώσεων» προς το Κίεβο –μέσω χρήσης «παγωμένων» περιουσιακών στοιχείων της ρωσικής κεντρικής τράπεζας στην Ευρώπη–, το οποίο συγκεντρώνει πλέον την πλειοψηφική στήριξη των κρατών-μελών έναντι των δύο άλλων, που αφορούν διμερείς συνεισφορές ή έκδοση κοινού χρέους, σύμφωνα με ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές.
Ιδιαίτερα αιχμηρή υπήρξε η επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας Κάγια Κάλλας, υπενθυμίζοντας ότι η εφαρμογή των αμερικανικών κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας αναμενόταν χθες. «Ελπίζω να μη δούμε… μια απόφαση αναβολής τους, επειδή αυτό είναι ακριβώς που επιθυμεί η Ρωσία», υπογράμμισε. Μιλώντας στο περιθώριο του υπουργικού φόρουμ Ε.Ε. και χωρών του Ινδο-Ειρηνικού στις Βρυξέλλες, η Κάλλας τόνισε, παράλληλα, ότι «για να είναι βιώσιμη κάθε ειρήνη, θα πρέπει να έχει συγκεκριμένα στοιχεία», ώστε να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες όλων των εμπλεκόμενων πλευρών. «Εάν ενδώσεις στην επιθετικότητα, τότε προσελκύεις περισσότερη επιθετικότητα και αυτό είναι επικίνδυνο», επισήμανε.

