Μια «ιστορική συμφωνία»: έτσι περιέγραψε ο ίδιος ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι τη «δήλωση πρόθεσης» για τη μελλοντική αγορά περίπου εκατό μαχητικών αεροσκαφών Rafale, που υπεγράφη χθες, Δευτέρα, με τον Εμανουέλ Μακρόν.
Για συμφωνία που «εντάσσεται στο χρονοδιάγραμμα της μελλοντικής αναγέννησης του ουκρανικού στρατού» έκανε λόγο ο Γάλλος πρόεδρος.
Πράγματι, ο Μακρόν, ο οποίος ηγείται από κοινού με τον Βρετανό πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ της «Συμμαχίας των Προθύμων» και παρουσίασε στον οικοδεσπότη του την ολοκαίνουργια έδρα της «πολυεθνικής δύναμης Ουκρανίας» στο Μον Βαλεριέν, έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι η καλύτερη εγγύηση κατά μιας νέας ρωσικής εισβολής θα βασίζεται κυρίως, αφότου υπογραφεί ειρηνευτική συμφωνία με τη Μόσχα, σε διαρκή ενίσχυση του ουκρανικού στρατού.
Η έκπληξη
Η ανακοίνωση της συμφωνίας, η οποία επισημοποιήθηκε μετά την κοινή επίσκεψη των δύο ηγετών στην αεροπορική βάση Βιλακουμπλέ κοντά στο Παρίσι –μια ευκαιρία για τον Ζελένσκι να δει από κοντά τα μαχητικά αεροσκάφη Rafale, καθώς και τα συστήματα αεράμυνας SAMP/T, τα ραντάρ και τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη παρατήρησης και επίθεσης– ήρθε ως έκπληξη.
Φήμες για διαπραγματεύσεις κυκλοφορούσαν τους τελευταίους μήνες, ιδιαίτερα μετά την παράδοση των Mirage 2000 στην Ουκρανία στις αρχές του 2025, αλλά διαψεύδονταν συνεχώς.
Η απόκτηση των Rafale, με τα οπλικά τους συστήματα και τον ηλεκτρονικό εξοπλισμό στα πιο σύγχρονα πρότυπα του μαχητικού πολλαπλών ρόλων Dassault F4, θα πραγματοποιηθεί σε διάστημα δέκα ετών. Η απόκτηση του άλλου εξοπλισμού που περιλαμβάνεται στη δήλωση –SAMP/T (συμπληρωματικά των αντιπυραυλικών συστοιχιών Patriot), βόμβες AASM Hammer που κατασκευάζονται από τη Safran και μη επανδρωμένα αεροσκάφη– αναμένεται να παραταθεί από τις αρχές του 2026 έως τα επόμενα τρία χρόνια – πιθανώς περισσότερο για τις οκτώ γαλλο-ιταλικές συστοιχίες SAMP/T, η νέα γενιά των οποίων βρίσκεται υπό ανάπτυξη.
Σημειώνεται ότι ο Ουκρανός πρόεδρος υπέγραψε ήδη παρόμοια επιστολή προθέσεων κατά την επίσκεψή του στη Σουηδία πριν από έναν μήνα, σχετικά με την αγορά 100 έως 150 μαχητικών-βομβαρδιστικών Gripen από τον σουηδικό κατασκευαστή Saab. Τα πρώτα αεροσκάφη αναμένεται να παραδοθούν ήδη από το 2026.
Η επιστολή προθέσεων δεν αποτελεί από μόνη της σύμβαση, καθώς πολλές είτε δεν υλοποιούνται είτε αλλάζει η αρχική τους μορφή, επισημαίνει η γαλλική Le Parisien. Ετσι, παραμένουν πολλά ερωτήματα σχετικά με την ανακοίνωση, ξεκινώντας από το χρονοδιάγραμμα παραδόσεων, δεδομένου ότι η Dassault κατασκευάζει «μόνο» τρία Rafale ανά μήνα και ότι οι τρέχουσες παραγγελίες της ήδη υπερβαίνουν τα 200 αεροσκάφη.
Η εκπαίδευση των πιλότων θα είναι επίσης απαραίτητη, αν και αυτός ο χρόνος θα μπορούσε να μειωθεί για όσους ήδη πετούν τα Mirage (τρία έχουν παραδοθεί και τα άλλα τρία πρόκειται να παραδοθούν).
Κόστος
Πάνω από όλα, πώς θα χρηματοδοτηθεί το αεροσκάφος (το οποίο θα πωληθεί, δεν θα δωρηθεί, σε αντίθεση με τα Mirage που αποσύρονται από την ενεργό υπηρεσία); Το κόστος ανά αεροσκάφος κυμαίνεται από 80 εκατ. ευρώ (το «βασικό» αεροσκάφος) έως περίπου 200 εκατ. ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του οπλισμού και των ηλεκτρονικών συστημάτων.
Ωστόσο, η Ουκρανία παραμένει μία χώρα σε πόλεμο, ο οποίος είναι εξαντλητικός τόσο από ανθρώπινη όσο και από οικονομική άποψη, και του οποίου το τέλος κανείς δεν μπορεί να προβλέψει.
Χρηματοδότηση
Κατά τη διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου στο Μέγαρο των Ηλυσίων, όπου ο Ζελένσκι «ευχαρίστησε τη Γαλλία», ο Μακρόν περιέγραψε πιθανές επιλογές χρηματοδότησης.
Αναφερόμενος στο προηγούμενο της πανδημίας Covid-19, αναβίωσε την ιδέα ενός ευρωπαϊκού «κοινού χρέους» – κάτι που η Γερμανία διστάζει να κάνει.
Αλλη πιθανότητα είναι ένας μηχανισμός δανεισμού που βασίζεται σε 140 δισ. ευρώ προερχόμενα από ρωσικά περιουσιακά στοιχεία, τα οποία έχουν παγώσει στην Ευρώπη, κάτι που έχουν εξετάσει οι 27, αλλά το οποίο απορρίπτουν κάποια μέλη, φοβούμενα ότι μία κατάσχεση θα αποθάρρυνε μελλοντικούς επενδυτές (χώρες του Κόλπου, για παράδειγμα).
Το επιχείρημα, στο Κίεβο, όπως και στις περισσότερες πρωτεύουσες της Ε.Ε., είναι ότι αυτά τα περιουσιακά στοιχεία θα αποτελέσουν το πρώτο βήμα προς την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, την οποία θα πρέπει να πληρώσει η Ρωσία.
Γενικότερα, στην αναδιοργάνωση της ευρωπαϊκής άμυνας που επιβάλλεται, μεταξύ άλλων, από την αμερικανική αποδέσμευση, το κρίσιμο σημείο είναι ότι τα δισεκατομμύρια της Ε.Ε., είτε χρησιμοποιούνται για την ενίσχυση της Ουκρανίας είτε για την ενίσχυση των εθνικών στρατών, πηγαίνουν κυρίως σε Ευρωπαίους κατασκευαστές άμυνας και δεν χρησιμοποιούνται για την αγορά αμερικανικού εξοπλισμού, όπως συμβαίνει ακόμα συχνά. Από αυτή την άποψη, οι επιστολές προθέσεων του Κιέβου προς τη Σουηδία και τη Γαλλία συνιστούν βήματα προς τα εμπρός, αναφέρει η Le Parisien.

