Κέμπριτζ, 1951. Εργαστήριο Cavendish. Ενας 23χρονος Αμερικανός βιολόγος, ο Τζέιμς Γουάτσον, γνωρίζει τον Φράνσις Κρικ, 35χρονο Βρετανό φυσικό. Οι δύο ερευνητές μοιράζονται την ίδια εμμονή: να ανακαλύψουν τη μορφή του DNA. Tο ξεκλείδωμα του «μυστικού της ζωής» είναι ο μεγάλος στόχος τους.
Το 1953, τα κομμάτια του παζλ μπαίνουν στη θέση τους. Με πνευματική τόλμη, θεωρητική δουλειά και χάρη σε κρίσιμες πληροφορίες από άλλα εργαστήρια –κυρίως το King’s College– παρουσιάζουν επιτέλους το μοντέλο τους: τη διπλή έλικα. Το άρθρο τους στο περιοδικό Nature είναι μόλις 900 λέξεις, αλλά θέτει νέα θεμέλια. Εκεί περιγράφουν την ιδιαίτερη δομή του DNA και γεννούν ένα ολόκληρο επιστημονικό πεδίο: τη μοριακή βιολογία.
Το 1962, σε ηλικία 34 ετών, μπαίνει επισήμως στο πάνθεον της επιστήμης. Μοιράζεται το Νομπέλ Ιατρικής και Φυσιολογίας από κοινού με τον βασικό του συνεργάτη Φράνσις Κρικ και τον Μόρις Γουίλκινς από το King’s College. Η επιτροπή τούς τιμά «για τις ανακαλύψεις τους σχετικά με τη μοριακή δομή των νουκλεϊκών οξέων και τη σημασία της για τη μεταφορά πληροφοριών στο έμβιο υλικό».
Ο Τζέιμς Ντιούι Γουάτσον, γεννημένος στο Σικάγο το 1928, έφυγε από τη ζωή την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου στα 97 του χρόνια. Υπήρξε παιδί-θαύμα, καθώς εισήχθη στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου το 1943 σε ηλικία 15 ετών και πήρε το πτυχίο στη ζωολογία στα 19 του. Συνέχισε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Ιντιάνα, όπου, υπό την επίβλεψη του νομπελίστα Σαλβατόρ Λούρια, έλαβε το διδακτορικό του δίπλωμα στη ζωολογία το 1950 εστιάζοντας στη μικροβιολογία και στη μελέτη των βακτηριοφάγων. Αυτή η πρώιμη έρευνα πάνω στους ιούς τον έφερε σε άμεση επαφή με το πρόβλημα της φύσης του γενετικού υλικού, κάτι που τον ώθησε να ταξιδέψει στην Ευρώπη με σκοπό να αποκωδικοποιήσει τη δομή του DNA, φτάνοντας στο Κέμπριτζ.
Μετά το Νομπέλ επιστρέφει στην Αμερική και αναλαμβάνει το Cold Spring Harbor Laboratory στη Νέα Υόρκη, το οποίο υπό τη δική του διεύθυνση εξελίσσεται σε παγκόσμιο κόμβο για τη γενετική. Επίσης, συμβάλλει καθοριστικά στα πρώτα βήματα του Ηuman Genome Project (Πρόγραμμα Ανθρώπινου Γονιδιώματος), μιας τεράστιας διεθνούς προσπάθειας για να αποκρυπτογραφηθεί ολόκληρος ο ανθρώπινος γενετικός κώδικας.
Τα χρόνια περνούν και η ιστορία πίσω από την ανακάλυψη του DNA αποκτά νέα πτυχή. Οι ερευνητές ρίχνουν φως στη δουλειά της Ρόζαλιντ Φράνκλιν, μιας χημικού στο King’s College, και στην περίφημη «Φωτογραφία 51» που τράβηξε, η οποία ήταν ακριβώς το στοιχείο που έλειπε για να αποδειχθεί πως το DNA έχει ελικοειδή μορφή. Ο Γουάτσον είδε αυτά τα δεδομένα χωρίς την άδεια ή τη γνώση της Φράνκλιν, η οποία πέθανε το 1958 από καρκίνο, μόλις στα 37 της, χωρίς να αναγνωριστεί ποτέ η δουλειά της.
Η αδικία που υπέστη η Φράνκλιν δεν ήταν μεμονωμένο περιστατικό, αλλά χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός ευρύτερου συστημικού ζητήματος γνωστού ως «Φαινόμενο Ματίλντα» (Matilda effect). Ο όρος αυτός, που πήρε το όνομά του από την ακτιβίστρια του 19ου αιώνα Ματίλντα Τζόσλιν Γκέιτζ, περιγράφει τη συστηματική τάση να παραβλέπονται, να υποτιμώνται ή να αποδίδονται οι επιστημονικές συνεισφορές των γυναικών στους άνδρες συναδέλφους τους. Η ιστορία της επιστήμης είναι γεμάτη με τέτοια παραδείγματα: η Λίζε Μάιτνερ παρείχε τη θεωρητική εξήγηση για την πυρηνική σχάση, αλλά μόνον ο συνεργάτης της, Οτο Χαν, έλαβε το Νομπέλ το 1944. Η Τζόσελιν Μπελ Μπερνέλ ανακάλυψε τα πάλσαρ ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια, αλλά το Νομπέλ του 1974 απονεμήθηκε στον επιβλέποντα καθηγητή της. Παρομοίως, η Τσίεν-Σιουνγκ Γου και η Εστερ Λέντερμπεργκ έκαναν θεμελιώδεις ανακαλύψεις στη φυσική και στη γενετική, αντίστοιχα, βλέποντας τους άνδρες συνεργάτες τους να τιμώνται με Νομπέλ, ενώ οι ίδιες αγνοήθηκαν. Το ζήτημα έλαβε δημόσιες διαστάσεις το 1968, όταν ο Γουάτσον κυκλοφόρησε το εμβληματικό βιβλίο του «Η διπλή έλικα», όπου παρουσιάζει τη Φράνκλιν με μειωτικό τρόπο ως μια «δύσκολη βοηθό», μια απεικόνιση που έκτοτε έχει καταρριφθεί ως ανακριβής και άδικη.
Tα επόμενα χρόνια, οι προκλητικές δημόσιες δηλώσεις του πήραν μορφή χιονοστιβάδας, με τις απόψεις του να αγγίζουν τα όρια της ευγονικής. Ελεγε πως οι γυναίκες πρέπει να έχουν το δικαίωμα άμβλωσης αν εντοπιστεί «γονίδιο ομοφυλοφιλίας» και πως θα ήταν «υπέροχο» αν μπορούσαμε να κάνουμε όλα τα κορίτσια στον κόσμο «όμορφα», ενώ υποστήριζε πως οι υπέρβαροι άνθρωποι είναι «λιγότερο φιλόδοξοι». Και ενώ για χρόνια τέτοια σχόλια θεωρήθηκαν απλώς εκκεντρικότητες μιας ιδιοφυΐας, το 2007 το ποτήρι ξεχείλισε, όταν δήλωσε στους Sunday Times ότι είναι «απαισιόδοξος για την Αφρική», επειδή πιστεύει πως η νοημοσύνη των κατοίκων της δεν είναι ίδια με αυτή των δυτικών – «κάτι που όλες οι δοκιμές αποδεικνύουν».
Η κατακραυγή ήταν άμεση. Το Cold Spring Harbor Laboratory, το ίδρυμα που ο ίδιος έχτισε, τον ανάγκασε σε συνταξιοδότηση. Το 2014, όντας σε δυσμένεια και αποκομμένος από τα περισσότερα ακαδημαϊκά ιδρύματα, με τα έσοδά του να έχουν μειωθεί δραματικά, δημοπράτησε το χρυσό μετάλλιο του Νομπέλ. Η δημοπρασία γίνεται από τον οίκο Christie’s στη Νέα Υόρκη, με πλειοδότη έναν Ρώσο δισεκατομμυριούχο, που αγοράζει το μετάλλιο για 4,1 εκατ. δολάρια και, αμέσως μετά τη δημοπρασία, ανακοινώνει ότι δεν είχε καμία πρόθεση να το κρατήσει. Το επιστρέφει στον επιστήμονα, ως φόρο τιμής στη συνεισφορά του στη μάχη για τον καρκίνο.
Ο απόλυτος εξοστρακισμός του από την επιστημονική κοινότητα ήρθε το 2019, όταν σε ένα ντοκιμαντέρ του PBS («American Masters: Decoding Watson»), ερωτώμενος αν οι απόψεις για τη φυλή και τη νοημοσύνη είχαν αλλάξει από το 2007, απάντησε δίχως δισταγμό: «Οχι, καθόλου». Αυτό ανάγκασε το Cold Spring Harbor Laboratory, το ίδρυμα που ο ίδιος είχε κυριολεκτικά «χτίσει», να εκδώσει μια πρωτοφανή δημόσια ανακοίνωση. Ανακάλεσε όλους τους εναπομείναντες τιμητικούς τίτλους του, αποκαλώντας τις δηλώσεις του «αξιοκατάκριτες», «επιστημονικά αβάσιμες» και «απερίσκεπτες», καταδικάζοντας ρητά «την κατάχρηση της επιστήμης για τη δικαιολόγηση προκαταλήψεων». Εκείνος έλεγε πως «η πολιτική ορθότητα είναι τροχοπέδη για την επιστήμη».
Tην πιο εύστοχη περιγραφή της πορείας του έδωσε ο βιογράφος του, Ναθάνιελ Κόμφορτ. Προσπαθώντας να αποτυπώσει την τραγική ειρωνεία της ζωής του, όπου το αντικείμενο της δόξας του έγινε και αίτιο της πτώσης του, δήλωσε: «DNA made him, and DNA unmade him» («το DNA τον δημιούργησε και το DNA τον κατέστρεψε»).

