Τον τρόπο σκέψης του Κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ όσον αφορά τις σχέσεις της χώρας του με τη Δύση έχει διαμορφώσει η ιστορία των Πολέμων του Οπίου. Ο Σι έχει τοποθετήσει σε περίοπτη θέση στο γραφείο του ποίημα του Λιν Ζεσού, Κινέζου αξιωματούχου του 19ου αιώνα, ο οποίος προσπάθησε ανεπιτυχώς να εμποδίσει τη διακίνηση ινδικού οπίου στην Κίνα, εγκαινιάζοντας τον «αιώνα της ταπείνωσης» με τη μορφή της κατάτμησης της χώρας σε ζώνες επιρροής ξένων δυνάμεων και την απώλεια του Χονγκ Κονγκ και του Μακάο.
Το αίσθημα ιστορικής αδικίας θα βρίσκεται στο μυαλό του προέδρου Σι στη σημερινή σύνοδο κορυφής με τον Τραμπ στη Νότια Κορέα. «Ο πρόεδρος Τραμπ αντιμετωπίζει την Κίνα σαν τον νικητή στη νέα διεθνή τάξη. Ο Σι θεωρεί, όμως, ότι η Κίνα είναι θύμα της. Δεν ξέρω πόσο ενδιαφέρον έχει ο Τραμπ για την ιστορία, αλλά είναι πολύ σημαντικό να συνειδητοποιήσει τη συναισθηματική αξία που έχουν οι Πόλεμοι του Οπίου για τους Κινέζους. Η ιστορία αυτή διαμορφώνει τις σύγχρονες κινεζικές αντιλήψεις και στρατηγικές», λέει η ιστορικός Τζούλια Λοβέλ του Πανεπιστημίου Μπίρκμπεκ του Λονδίνου.
Για τον Σι, οι Πόλεμοι του Οπίου έχουν διττό μήνυμα: η Κίνα δεν πρέπει ποτέ πια να γονατίσει στη διεθνή πίεση και δεν πρέπει να βρεθεί πάλι να διαπραγματεύεται από θέση αδυναμίας. Η αγέρωχη στάση του Λιν τον 19ο αιώνα απέτυχε εξαιτίας της τεχνολογικής και οικονομικής καθυστέρησης της αυτοκρατορίας των Τσινγκ. Η άρνηση του Σι Τζινπίνγκ να υποχωρήσει στους εκβιασμούς του Τραμπ δείχνει ότι ο Κινέζος ηγέτης πιστεύει ότι η χώρα του διαθέτει πια την απαιτούμενη ισχύ για να επιτύχει εκεί που ο Λιν απέτυχε.
Γιορτάζοντας την κινεζική στρατιωτική ισχύ σε παρέλαση στο Πεκίνο τον περασμένο μήνα, ο Σι είπε ότι η χώρα του «έδωσε τέλος στην εθνική ταπείνωση των αλλεπάλληλων ηττών στα χέρια ξένων εισβολέων στη σύγχρονη εποχή». Το Πεκίνο ενοχλείται επίσης από την προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ να εμφανίσει την Κίνα ως παγκόσμιο προμηθευτή συνθετικής ηρωίνης, φαιντανύλης. Την περασμένη εβδομάδα ο Τραμπ είπε ότι αυτή θα ήταν η πρώτη του ερώτηση προς τον Σι στη συνάντησή τους.
Η αντιπαράθεση μεταξύ Κίνας και Δύσης στα μέσα του 19ου αιώνα –όπως και σήμερα– είχε τις ρίζες της στη δυτική οργή για το τεράστιο κινεζικό εμπορικό πλεόνασμα. Η χώρα εξήγε μεγάλες ποσότητες τσαγιού, πορσελάνης, μεταξιού και άλλων προϊόντων πολυτελείας, εισάγοντας ελάχιστα δυτικά αγαθά. Η Βρετανία στράφηκε έτσι στο όπιο, εξάγοντας στην Κίνα μεγάλο όγκο της παραγόμενης στις βρετανικές Ινδίες ναρκωτικής ουσίας, παρά την απαγόρευση των κινεζικών αρχών από το 1729.
Ο Λιν διορίσθηκε κυβερνήτης στην τότε Καντόνα, σημερινή Γκουανγκζού, το 1839, με διαταγές από το Πεκίνο να δώσει τέλος στις εισαγωγές οπίου και να αποκαταστήσει τα οικονομικά της δυναστείας των Τσινγκ, τα οποία αντιμετώπιζαν κρίση εξαιτίας της ροής ασημιού για την πληρωμή των φορτίων οπίου. Η αποφασιστικότητα του Λιν να αντιπαρατεθεί στη βρετανική ισχύ τον ανέδειξε σε ηρωική φιγούρα αντίστασης απέναντι στον δυτικό ιμπεριαλισμό.
Στις αρχές της εβδομάδας ο Κινέζος υπουργός Δημόσιας Τάξης, Ουάνγκ Σιαοχόνγκ, που βρίσκεται στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης με την Ουάσιγκτον για τη φαιντανύλη, επισκέφθηκε μουσείο προς τιμήν του Λιν και της εκστρατείας του κατά των ναρκωτικών τον 19ο αιώνα. Εκεί ο υπουργός δεσμεύθηκε να συνεχίσει «τον νικητήριο λαϊκό πόλεμο κατά των ναρκωτικών στη σύγχρονη εποχή», ενώ κάλεσε τους συμπολίτες του να «ανυψώσουν και να προωθήσουν το πνεύμα του Λιν Ζεσού».
Η γενέτειρα του Λιν, η πόλη Φουζού, πρωτεύουσα της επαρχίας Φουτζιάν, έχει αναδειχθεί σε Βηθλεέμ του σύγχρονου κινεζικού εθνικισμού. «Είμαι υπερήφανη για τον πρόγονό μου. Ουδέποτε αρνήθηκε τα καλά της Δύσης, αλλά έθεσε πάντα πρώτο το εθνικό συμφέρον», λέει η Λιν Γιανί, απόγονος του Λιν Ζεσού που εργάζεται στο ομώνυμο ιστορικό ίδρυμα.
Αν ήταν ζωντανός σήμερα, λέει ο ιστορικός του ιδρύματος, Μάο Λινλί, ο Λιν δεν θα υποχωρούσε στις αμερικανικές πιέσεις. «Πάντα στάθηκε στο πλευρό του δικαίου. Η Αμερική είναι αυτή που ξεκίνησε την αντιπαράθεση, όχι η Κίνα. Η Αμερική πρέπει να τη σταματήσει», λέει ο Μάο. Η τακτική του Λιν, όμως, αποδείχθηκε καταστροφική και άνοιξε τον δρόμο για την εδραίωση της δυτικής αποικιοκρατίας με την κατάληψη του Χονγκ Χονγκ.

