Οι ουρές άρχισαν πάλι να σχηματίζονται γύρω από τη γυάλινη πυραμίδα του Λούβρου, καθώς οι επισκέπτες επέστρεψαν στο θρυλικό παρισινό μουσείο δύο μέρες μετά την κλοπή του αιώνα. Ακριβώς πριν από μία εβδομάδα, μέσα σε επτά λεπτά, οι δράστες υποδύθηκαν τους εργαζομένους σε μεταφορική εταιρεία, μπήκαν από το μπαλκόνι, άρπαξαν την αμύθητη λεία τους κι έφυγαν ξανά ανενόχλητοι σε μια από τις πιο θρασείες ενέργειες του είδους.
Νέο αξιοθέατο
Η αίθουσα Απόλλων, από την οποία εκλάπησαν τα διαδήματα, τα περιδέραια και τα σκουλαρίκια, παραμένει κλειστή. Πλήθη συγκεντρώνονται όμως στην αποβάθρα Φρανσουά Μιτεράν έξω από το κτίριο: το παράθυρο από το οποίο εισήλθαν οι δράστες έχει εξελιχθεί σε αξιοθέατο.
Σύμφωνα με τις εισαγγελικές αρχές, η αξία των κοσμημάτων που έκαναν φτερά εκτιμάται σε 88 εκατ. ευρώ. Το πρόβλημα είναι ότι πιθανότατα οι δράστες έχουν στόχο να αποσυναρμολογήσουν τα κοσμήματα, ενδεχομένως να σπάσουν τους πολύτιμους λίθους, τα διαμάντια και τα σμαράγδια και να λιώσουν τον χρυσό για να βρουν αγοραστές στη μαύρη αγορά, καταστρέφοντας τα σπάνια ιστορικά κειμήλια. Γι’ αυτόν τον λόγο επισημάνθηκε ότι το διάστημα των πρώτων επτά ημερών είναι ζωτικής σημασίας για τον εντοπισμό του θησαυρού, προκειμένου να μη χαθεί για πάντα.
Μόνο μία κάμερα – Η Λοράνς ντε Καρ, διευθύντρια του Λούβρου, παραδέχθηκε ότι η κλοπή θα μπορούσε να έχει αποτραπεί αν υπήρχαν περισσότερες κάμερες στον εξωτερικό χώρο του μουσείου. Η μοναδική που υπήρχε στο συγκεκριμένο σημείο δεν κάλυπτε το μπαλκόνι από το οποίο μπήκαν οι δράστες.
Το 2021 η Λοράνς ντε Καρ έγινε η πρώτη γυναίκα διευθύντρια του Λούβρου και η ευθύνη για τη μυθιστορηματική κλοπή αποδόθηκε από συντηρητικούς κύκλους στην «ποσόστωση» για τον διορισμό της.
Μιλώντας ενώπιον της Γερουσίας, η Ντε Καρ παραδέχθηκε ότι η θρασύτατη παραβίαση των μέτρων ασφαλείας θα μπορούσε να έχει αποτραπεί αν υπήρχαν περισσότερες κάμερες στον εξωτερικό χώρο του μουσείου. Η μοναδική κάμερα που υπήρχε στο συγκεκριμένο σημείο ήταν στραμμένη προς τα δυτικά και δεν κάλυπτε το μπαλκόνι από το οποίο μπήκαν οι δράστες.
Παραιτήθηκε, αλλά…
Η Ντε Καρ αποκάλυψε ότι προσφέρθηκε να παραιτηθεί, σε αντίθεση με την πολιτική προϊσταμένη της, την υπουργό Πολιτισμού Ρασιντά Ντατί, η οποία επέμεινε πως όλα ήταν καλώς καμωμένα κι ότι δεν υπάρχουν πολιτικές ευθύνες για την κλοπή.
Παράλληλα, οι αρχές του μουσείου απέκρουσαν την κατηγορία ότι οι προθήκες στις οποίες φυλάσσονταν τα κοσμήματα ήταν υπερβολικά εύθραυστες, αφού είχαν εγκατασταθεί πολύ πρόσφατα, το 2019. Ενας από τους λόγους για τους οποίους δεν επελέγη άθραυστο γυαλί είναι ότι σε περίπτωση θεομηνίας –φωτιάς ή πλημμύρας– θα έπρεπε να είναι εύκολα προσβάσιμοι οι θησαυροί, για να συγκεντρωθούν γρήγορα και να αποθηκευτούν σε ασφαλές σημείο.
Εκπρόσωπος των συνδικαλιστών κατήγγειλε, ωστόσο, ότι τα τελευταία 15 χρόνια έχουν γίνει σημαντικές περικοπές του αριθμού των εργαζομένων στον τομέα της ασφάλειας του μουσείου, ενώ ταυτόχρονα έχει εκτοξευθεί ο αριθμός των επισκεπτών σε 30.000 τη μέρα.
Με βάση τη μαρτυρία του, ένας επισκέπτης μπορεί να περιδιαβάζει πολλές αίθουσες χωρίς να δει έστω κι ένα φύλακα. Μόλις πριν από λίγους μήνες, οι εργαζόμενοι κατέβηκαν σε απεργία προειδοποιώντας για τους κινδύνους που ελλοχεύουν από την υποστελέχωση και τα πλημμελή μέτρα ασφαλείας. Συνολικά 1.200 φύλακες απασχολούνται στο κτίριο, το οποίο διαθέτει επίσης ένα 52μελές σώμα πυροσβεστών που ανήκουν στις γαλλικές ένοπλες δυνάμεις.
Πληγωμένο γόητρο
Η κλοπή, εκτός από σύμπτωμα της γενικότερης παρακμής του δημόσιου τομέα και της λιτότητας στη Γαλλία, κατάφερε αποφασιστικό πλήγμα στο εθνικό γόητρο, παρόμοιο με αυτό της φωτιάς στην Παναγία των Παρισίων το 2019.
Αν όμως το σοκ της πυρκαγιάς προκάλεσε συμπαράσταση από ολόκληρη τη διεθνή κοινότητα και κινητοποίηση για τη συγκέντρωση πόρων με στόχο την αποκατάσταση του ναού, η κλοπή είχε ταπεινωτικό χαρακτήρα για τον γαλλικό λαό. Η ζημία, δε, ενδέχεται να ξεπεράσει σε σημασία την κλοπή της Μόνα Λίζα το 1911, με δεδομένο ότι το εμβληματικό έργο ανευρέθη δύο χρόνια αργότερα κι εκείνη την εποχή δεν είχε αποκτήσει τόσο μεγάλη φήμη.
Αυτό που καθιστά τα κλοπιμαία ανεκτίμητα είναι ότι μετά τη Γαλλική Επανάσταση εκποιήθηκαν τα περισσότερα κοσμήματα Γάλλων αυτοκρατόρων και βασιλέων, με αποτέλεσμα να διασωθούν ελάχιστα.
Θα μπορούσαν τα κοσμήματα να έχουν ασφαλιστεί; Αυτό ήταν ένα εύλογο ερώτημα που ετέθη μετά την κλοπή. Σύμφωνα με ειδικούς, όμως, τα ασφάλιστρα θα ήταν τόσο υψηλά ώστε θα ήταν απαγορευτικά και θα ξεπερνούσαν κατά πολύ ενδεχόμενες γενναίες επενδύσεις σε κάμερες και πρόσληψη προσωπικού – ακόμη και για τα δεδομένα του Λούβρου, που διαθέτει το δικό του, καλά εκπαιδευμένο πυροσβεστικό σώμα.
Ασύμφορη η ασφάλιση – Θα μπορούσαν τα κοσμήματα να έχουν ασφαλιστεί; Σύμφωνα με ειδικούς, τα ασφάλιστρα θα ήταν απαγορευτικά, καθώς για αριστουργήματα παγκόσμιας λάμψης, όπως η Μόνα Λίζα, η Αφροδίτη της Μήλου και η Νίκη της Σαμοθράκης, θα απαιτούνταν δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Μια ιδιωτική ασφάλιση παγκόσμιων αριστουργημάτων, όπως η Μόνα Λίζα, η Αφροδίτη της Μήλου και η Νίκη της Σαμοθράκης, θα ανερχόταν σε δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως.
Εμπιστευτική έκθεση του Ελεγκτικού Συνεδρίου «έδειξε» πάντως ως ηθικούς αυτουργούς την απουσία καμερών ασφαλείας και την περιστολή δαπανών για μέτρα ασφαλείας τα τελευταία χρόνια, καταγγέλλοντας ότι τα κονδύλια που διατέθηκαν για να θωρακιστεί το κτίριο ήταν πέρυσι πολύ λιγότερα απ’ ό,τι πριν από 20 χρόνια. Για παράδειγμα, στην πτέρυγα Ρισελιέ, όπου εκτίθενται έργα των Ντίρερ και Βερμέερ, μόνο το 25% των 182 αιθουσών καλύπτεται από κάμερες.
Η τελευταία μεγάλη ανακαίνιση του μουσείου έγινε στη δεκαετία του 1980 επί προεδρίας Φρανσουά Μιτεράν, ο οποίος ανέθεσε στον Κινεζοαμερικανό αρχιτέκτονα Ι. Μ. Πέι τον σχεδιασμό μιας εισόδου κατάλληλης για το σπουδαίο κτίριο.
Η γυάλινη πυραμίδα που τώρα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της πρόσοψής του είχε προκαλέσει σάλο και αμφιλεγόμενες κριτικές το 1989, όταν ξανάνοιξε για το κοινό.
Χωρίς προδιαγραφές
Το Λούβρο δεν είχε άλλωστε «εκ γενετής» προδιαγραφές μουσείου, αφού προοριζόταν για φρούριο και μετέπειτα παλάτι. Συνολικά έχει ανακαινιστεί πάνω από 20 φορές, ικανοποιώντας μεν τη μεγαλομανία των γαλαζοαίματων, αλλά αφήνοντας πίσω ένα ασυνάρτητο οικοδόμημα. Το συνολικό εμβαδόν του εκτείνεται σε 25 διαφορετικά επίπεδα και στεγάζει 500.000 έργα τέχνης, από τα οποία εκτίθενται 30.000 σε 400 αίθουσες. Πάντως, το πρόβλημα δεν περιορίζεται στο συγκεκριμένο μουσείο της χώρας. Τον περασμένο μήνα, θύμα κλοπής έπεσε το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Παρισιού και πριν από λίγους μήνες το Εθνικό Μουσείο Πορσελάνης στη Λιμόζ.
Mπορεί η Γαλλία να προσπαθεί ακόμη να συνέλθει από το σοκ, πολλοί όμως σπεύδουν να εκμεταλλευθούν την κινηματογραφική κλοπή για να βγάλουν χρήματα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η γερμανική οικογενειακή επιχείρηση Böcker, η οποία είδε τρομοκρατημένη πως οι δράστες χρησιμοποίησαν το αναβατόριό της για τη διάρρηξη.
Αφότου βεβαιώθηκε ότι δεν υπήρξαν τραυματισμοί ή οποιαδήποτε χρήση βίας, αποφάσισε να μετατρέψει την ακούσια «συνενοχή» σε διαφημιστική εκστρατεία: «Οταν πρέπει να κινηθείτε γρήγορα» είναι το σλόγκαν της, που δείχνει το ανυψωτικό μηχάνημα με τη σκάλα έξω από το Λούβρο. «Ησυχο σαν ψίθυρος», υπόσχεται η εταιρεία.

