Ο ένας μετά τον άλλον, όσοι «απείλησαν» πολιτικά τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν τα περασμένα χρόνια υψώνοντας εκλογικό ή δημοσκοπικό ανάστημα, είτε μιλάμε επί παραδείγματι για τον Ιμάμογλου είτε για τον Ντεμιρτάς, οδηγήθηκαν στο περιθώριο ή ακόμη και στη φυλακή, όχι έπειτα από εκλογικές ήττες, αλλά με δικαστικές αποφάσεις πίσω από τις οποίες αναδύονται (εύλογα) πολιτικά κίνητρα.
«Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι πλέον δεν μπορεί να κερδίσει εκλογές. Για αυτό και θέλει να αποδυναμώσει τα κόμματα της αντιπολίτευσης», είχε καταγγείλει χαρακτηριστικά ο Οζγκιούρ Οζέλ προ εβδομάδων, στο πλαίσιο συνέντευξης που είχε παραχωρήσει στους FT.
Ο 51χρονος Οζέλ -φαρμακοποιός στο επάγγελμα- εξελέγη στην ηγεσία του μεγαλύτερου κόμματος της τουρκικής αντιπολίτευσης τον Νοέμβριο του 2023, παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο οποίος είχε μόλις λίγους μήνες νωρίτερα, τον Μάιο του 2023, ηττηθεί στις προεδρικές εκλογές από τον Ερντογάν.
«Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) έχει πια έναν νέο ηγέτη: τον Οζγκιούρ Οζέλ που εξελέγη νέος επικεφαλής της παράταξης στο πλαίσιο του κομματικού συνεδρίου που έλαβε χώρα στην Αγκυρα (με 812 ψήφους σε σύνολο 1.366 συνέδρων), αφήνοντας στη δεύτερη θέση τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου που αναγκάζεται έτσι να εγκαταλείψει το κομματικό τιμόνι έπειτα από μια περίοδο σχεδόν 13 ετών», γράφαμε στην «Κ» τον Νοέμβριο του 2023, υπογραμμίζοντας τότε ότι το πρώτο μεγάλο -και επί της ουσίας υπαρξιακό- στοίχημα για τον Οζέλ θα ήταν εκείνο των δημοτικών εκλογών του 2024.
Ο Οζέλ έμελλε, με συνοδοιπόρους τους κ.κ. Ιμάμογλου και Γιαβάς σε Κωνσταντινούπολη και Αγκυρα αντίστοιχα, να κερδίσει εκείνο το πρώτο στοίχημα των αυτοδιοικητικών, προς μεγάλη απογοήτευση του ιδίου του Ερντογάν, οι εκλεκτοί του οποίου (Τουργκούτ Αλτινόκ, Μουράτ Κουρούμ κ.ά.) ηττήθηκαν τον Μάρτιο του 2024 όχι μόνο στις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας (Κωνσταντινούπολη, Αγκυρα, Σμύρνη, Αδανα, Προύσα, Μερσίνη, Αττάλεια κ.ά.) αλλά και σε κάποια από τα άλλοτε προπύργια της ισλαμοσυντηρητικής παράταξης (Αντίγιαμαν, Αφιόν Καραχισάρ, Κιλίς κ.ά.).
Οι αυτοδιοικητικές απώλειες που είχαν ξεκινήσει για τον Ρ.Τ. Ερντογάν και το ισλαμοσυντηρητικό Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) το 2019, με τις πρώτες έπειτα από 25 έτη ήττες σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη, συνεχίστηκαν το 2024 με τις ήττες όμως αυτήν τη φορά να είναι περισσότερες και βαρύτερες για το AKP, το οποίο βρέθηκε για πρώτη φορά να υπολείπεται του CHP σε ψήφους σε εθνικό επίπεδο (με συνολικό ποσοστό 35,5% έναντι 37,8%).
Στην Τουρκία ωστόσο, κυκλοφορεί παλαιόθεν ένα ρητό. Σύμφωνα με αυτό, «οποιος κερδίσει την Κωνσταντινούπολη, κερδίζει την Τουρκία».
Ο Ερντογάν -δήμαρχος Κωνσταντινούπολης ο ίδιος την περίοδο μεταξύ 1994 και 1998- το είχε κάνει πράξη στο παρελθόν, κερδίζοντας στην Πόλη τη δεκαετία του 1990 και εν συνεχεία σε ολόκληρη της Τουρκία, από τις εθνικές εκλογές του 2002 και έπειτα με όχημα το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).
Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, ο Εκρέμ Ιμάμογλου θα μπορούσε να επιτύχει κάτι ανάλογο ενόψει των επόμενων προεδρικών εκλογών, σε βάρος όμως αυτήν τη φορά του Ερντογάν… εάν δεν είχε φυλακιστεί τον Μάρτιο του 2025.
Υπενθυμίζεται ότι προτού συλληφθεί και οδηγηθεί στη φυλακή τον περασμένο Μάρτιο, ο Ιμάμογλου είχε καταφέρει να νικήσει όχι μία, ούτε δύο, αλλά τρεις φορές τον Ερντογάν στην Κωνσταντινούπολη: δύο φορές τον Γιλντιρίμ το 2019 και μία τον Κουρούμ το 2024.
Μπαράζ διώξεων
Η δίωξη του Ιμάμογλου δεν αποτελεί, ωστόσο, μεμονωμένη περίπτωση. Κάθε άλλο.
Από τα τέλη του 2024 κι έπειτα, ο τουρκική δικαιοσύνη έχει εξαπολύσει ένα μπαράζ διώξεων κατά των δημάρχων και των δημοτικών συμβούλων του CHP στο πλαίσιο μιας εκστρατείας που κορυφώθηκε με τη σύλληψη του Ιμάμογλου, χωρίς όμως να σταματά εκεί.
Για την ιστορία, ήταν Οκτώβριος του 2024, όταν ο Αχμέτ Οζέρ, εκλεγμένος δήμαρχος στο Εσένγιουρτ στην Κωνσταντινούπολη, οδηγήθηκε στη φυλακή κατηγορούμενος για σχέσεις με τρομοκράτες, με την υπόθεσή του να ακολουθείται στην πορεία από ένα μπαράζ νέων διώξεων κατά στελεχών του CHP.
Οι μεγάλοι νικητές των τελευταίων δημοτικών εκλογών βρέθηκαν έτσι ξαφνικά να απολογούνται ενώπιον της δικαιοσύνης και τα αποτελέσματα των αυτοδιοικητικών εκλογών να ακυρώνονται δια της δικαστικής οδού, με τους διωκόμενους να καθαιρούνται μέχρι νεωτέρας και σε κάποιες περιπτώσεις να αντικαθίστανται όχι από άλλους εκλεγμένους αξιωματούχους αλλά από άνωθεν διορισμένους διαχειριστές και «επιτρόπους».
Ο νέος -διορισθείς τον Οκτώβριο του 2024- επικεφαλής της Εισαγγελίας στην Κωνσταντινούπολη Ακίν Γκιουρλέκ φέρεται, όπως καταγγέλλεται, να πρωταγωνίστησε σε αυτήν την εκστρατεία κατά του CHP.
Ο ίδιος ο Ερντογάν επιμένει, βέβαια, από την πλευρά του ότι η τουρκική δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη. Κατά «σύμπτωση» ωστόσο, στη συντριπτική τους πλειονότητα οι δημοκρατικά εκλεγμένοι δήμαρχοι που διώχθηκαν τους τελευταίους μήνες στην Τουρκία χάνοντας τα πόστα τους ήταν στελέχη του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης που είναι το CHP, της παράταξης δηλαδή που είχε επικρατήσει έναντι των εκλεκτών του Ερντογάν σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Τουρκίας το 2024. Οσο για τις κατηγορίες σε βάρος τους, εκείνες αντλήθηκαν σε όλες τις περιπτώσεις από την ίδια δεξαμενή, μια δεξαμενή καταγγελιών στην οποία συνυπάρχουν η «διαφθορά», οι «εκλογικές παρατυπίες» ή «νοθείες», οι «δωροληψίες» και οι «δωροδοκίες», η «εξαγορά ψήφων» και οι «πλαστογραφίες πτυχίων», οι «επιθέσεις σε κρατικούς αξιωματούχους» και οι σχέσεις με «τρομοκράτες» (Κούρδους εν προκειμένω, παρά τα «ανοίγματα» και τις «επιθέσεις φιλίας» που έκανε ακριβώς την ίδια περίοδο το ισλαμοεθνικιστικό δίδυμο των κ.κ. Ερντογάν και Μπαχτσελί προς την πλευρά του φιλοκουρδικού Κόμματος Ισότητας και Δημοκρατίας των Λαών DEM και του Οτσαλάν εξασφαλίζοντας την ιστορική εξαγγελία αυτοδιάλυσης του PKK).
Από τις 30 Οκτωβρίου του 2024 και έπειτα, δεκάδες δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι και κομματικά στελέχη του CHP οδηγήθηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης στην Τουρκία, με κορυφαία μεταξύ αυτών την περίπτωση του Εκρέμ Ιμάμογλου ο οποίος ήταν όμως, προτού οδηγηθεί στη φυλακή, το αδιαφιλονίκητο φαβορί για να διαδεχθεί τον Ερντογάν στην προεδρία της Τουρκία ενόψει των εκλογών που είναι κανονικά προγραμματισμένο να διεξαχθούν στη γείτονα το 2028.
Παράλληλα ωστόσο, η τουρκική δικαιοσύνη άρχισε να ακυρώνει κομματικά συνέδρια του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) επικαλούμενη «παρατυπίες», ακυρώνοντας όμως έτσι στην πράξη και τα αποτελέσματα αυτών των συνεδρίων. Ο Οζγκιούρ Τσελίκ για παράδειγμα, που είχε εκλεγεί στην κεφαλή της νομαρχιακής οργάνωσης του CHP στην Κωνσταντινούπολη, βρέθηκε έτσι να μένει χωρίς αξίωμα αφού ακυρώθηκε το κομματικό συνέδριο του 2023 που τον εξέλεξε.
Ο Οζγκιούρ Οζέλ βρέθηκε αντιμέτωπος με την ίδια απειλή, όταν η τουρκική δικαιοσύνη έβαλε στο στόχαστρο ως «ύποπτο παρατυπιών» το κομματικό συνέδριο που τον είχε εκλέξει πρόεδρο του CHP, στη θέση του Κιλιτσντάρογλου, τον Νοεμβρίου του 2023. Ο Οζέλ τελικώς βγήκε αλώβητος, αφού το δικαστήριο σήμερα απέρριψε την υπόθεση που θα ακύρωνε την εκλογή του, ωστόσο το μεγαλύτερο κόμμα της τουρκικής αντιπολίτευσης παραμένει σε κλοιό πιέσεων
Οι επικριτές του Ερντογάν υποστηρίζουν ότι ο Τούρκος πρόεδρος επιχειρεί πια να εξουδετερώσει πολιτικά το μεγαλύτερο κόμμα της τουρκικής αντιπολίτευσης, αφαιρώντας όλους τους «δυνατούς παίκτες» που εκείνο είχε στο δυναμικό του (βλ. Ιμάμογλου) και ενθαρρύνοντας εσωκομματικές έριδες (Κιλιτσντάρογλου vs Οζέλ, Ασλάν στη θέση του Ιμάμογλου) που θα μπορούσαν να προκαλέσουν διαλυτικά φαινόμενα (δήμαρχοι που εκλέγονταν επί σειρά ετών με το CHP όπως η Εζλέμ Τσερτσίογλου στο Αϊδίνιο προσχώρησαν πρόσφατα στο AKP) πριν από τις επόμενες βουλευτικές και προεδρικές εκλογικές αναμετρήσεις του 2028.
Η ευκαιρία για μια νέα θητεία
Ο 71χρονος Ερντογάν, πρωθυπουργός της Τουρκίας την περίοδο 2003-2014 και πρόεδρος μετά το 2014, θα το επιθυμούσε, εάν περνούσε από το χέρι του, να αλλάξει με συνοπτικές διαδικασίες το τουρκικό σύνταγμα προσφέροντας στον εαυτό του την ευκαιρία μιας νέας προεδρικής θητείας μετά το 2028, την οποία σήμερα όμως δεν έχει.
Ο Ερντογάν εξελέγη πρόεδρος για πρώτη φορά το 2014 και έπειτα ξανά το 2018 και το 2023. Με βάση όμως το ισχύον σύνταγμα, ακόμη κι έπειτα από τη συνταγματική μεταρρύθμιση του 2017, δεν δικαιούται να διεκδικήσει περισσότερες από δύο προεδρικές θητείες τις οποίες έχει ήδη συμπληρώσει (2018, 2023).
Με ακριβώς αυτό το σκεπτικό, της επιδιωκόμενης δηλαδή εξασφάλισης υποστήριξης ενόψει μιας νέας συνταγματικής αναθεώρησης, φέρεται να έστειλε τους περασμένους μήνες τον υπερεθνικιστή Ντεβλέτ Μπαχτσελί να προσεγγίσει τους Κούρδους του DEM και μέσω αυτών τον Οτσαλάν, όπως καταγγέλλεται, ενώ όμως παράλληλα έσφιγγε τον κλοιό κατά του CHP σε μια προσπάθεια προφανώς να διασπάσει την αντιπολίτευση καθιστώντας την ελέγξιμη.
To CHP αποτελεί, ωστόσο, πολύ πιο δύσκολο αντίπαλο (αν και δεν έχει νικήσει ποτέ τον Ερντογάν σε εθνικές εκλογές), ενώ κάθε μεγάλη επίθεση στο CHP «βαραίνει» παράλληλα και την τουρκική οικονομία επιτείνοντας το αρνητικό κλίμα, όπως φάνηκε για παράδειγμα στην περίπτωση του Ιμάμογλου την περασμένη άνοιξη.
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, ο Ερντογάν παρουσιάζεται να έχει πια στο πλευρό του τον Ντόναλντ Τραμπ ο οποίος δεν πρόκειται να του ασκήσει κριτική αναφορικά με ζητήματα δημοκρατίας και κράτους δικαίου, όπως θα έκανε για παράδειγμα ο Μπάιντεν…

