Μια αποκλειστική έρευνα της Washington Post αποκαλύπτει ότι ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, δεσμεύθηκε να παραδώσει εννέα αρχηγικά στελέχη της συμμορίας MS-13 –μεταξύ αυτών και πληροφοριοδότες που συνεργάζονταν με τις αμερικανικές αρχές– στην κυβέρνηση του προέδρου του Ελ Σαλβαδόρ, Ναΐμπ Μπουκέλε, προκειμένου να εξασφαλίσει πρόσβαση των ΗΠΑ στη διαβόητη φυλακή υψίστης ασφαλείας Terrorism Confinement Center (CECOT).
Η συνομιλία μεταξύ Ρούμπιο και Μπουκέλε, που πραγματοποιήθηκε στις 13 Μαρτίου, φέρεται να περιλάμβανε την υπόσχεση ότι το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης –υπό την Παμ Μπόντι– θα διέκοπτε τις συμφωνίες προστασίας που ίσχυαν για τους πληροφοριοδότες, ώστε να επιτραπεί η απέλασή τους.
Το ρεπορτάζ της WP αναφέρει ότι τουλάχιστον τρεις από τους άνδρες που ζήτησε ο Μπουκέλε είχαν αποκαλύψει στοιχεία που συνέδεαν την κυβέρνησή του με τη συμμορία MS-13.
Δύο ημέρες μετά τη συνομιλία, ο πρώτος εξ αυτών, ο Σέζαρ Λόπες Λάριος –ο οποίος είχε κατηγορηθεί από τις ΗΠΑ για καθοδήγηση των δραστηριοτήτων της MS-13– απελάθηκε στο Ελ Σαλβαδόρ. Οι υπόλοιποι οκτώ παραμένουν υπό κράτηση στις ΗΠΑ, εν αναμονή της τύχης τους.
Η συμφωνία, σύμφωνα με την εφημερίδα, εξυπηρετούσε και τις δύο πλευρές: ο Τραμπ εξασφάλιζε τη συνεργασία του Μπουκέλε για τη «μεγαλύτερη επιχείρηση μαζικών απελάσεων στην αμερικανική ιστορία», ενώ ο πρόεδρος του Ελ Σαλβαδόρ αποκτούσε τον έλεγχο προσώπων που μπορούσαν να τον ενοχοποιήσουν για μυστικές συμφωνίες με τη MS-13.
Πρώην στελέχη του υπουργείου Δικαιοσύνης χαρακτήρισαν τη δέσμευση Ρούμπιο «βαθιά προδοσία» εις βάρος των αμερικανικών διωκτικών αρχών, που είχαν επενδύσει χρόνια για να εξασφαλίσουν τη συνεργασία των πληροφοριοδοτών.
Όπως τόνισε ο αναλυτής Ντάγκλας Φάρα, «ποιος θα εμπιστευθεί ξανά τον λόγο των αμερικανικών αρχών όταν βλέπει τις ΗΠΑ να προδίδουν τους συνεργάτες τους;».
Η υπόθεση αφορά άμεσα την ειδική Ομάδα Κρούσης Joint Task Force Vulcan, που είχε συγκροτηθεί τα τελευταία χρόνια για τη δίωξη των ηγετών της MS-13 και την αποκάλυψη των δεσμών τους με κυβερνητικούς αξιωματούχους στο Σαν Σαλβαδόρ.
Μεταξύ των βασικών στοιχείων της έρευνας περιλαμβάνονταν καταγεγραμμένες συναντήσεις αξιωματούχων του Μπουκέλε με ηγετικά στελέχη της συμμορίας, στα οποία προσφέρθηκαν οικονομικά ανταλλάγματα και ευνοϊκότερες συνθήκες κράτησης με αντάλλαγμα τη μείωση των δολοφονιών στη χώρα – εξέλιξη που παρουσίαζε η κυβέρνηση ως «θαύμα ασφάλειας».
Μετά τη συμφωνία Ρούμπιο–Μπουκέλε, οι αμερικανικές αρχές ζήτησαν να αποσυρθούν οι κατηγορίες εναντίον του Λόπες Λάριος, επικαλούμενες «ευαίσθητες εξωτερικές και εθνικές προτεραιότητες».
Ο ομοσπονδιακός δικαστής Τζόαν Αζρακ ενέκρινε την αίτηση, αλλά αργότερα δήλωσε δημοσίως ότι «μετανιώνει που εμπιστεύτηκε την κυβέρνηση» και ζητά πλέον πλήρη διαφάνεια για το περιεχόμενο της συμφωνίας.
Η κυβέρνηση του Ελ Σαλβαδόρ δεν απάντησε σε αιτήματα σχολιασμού, ενώ ο λομπίστας του Μπουκέλε, Ντάμιαν Μέρλο, υπερασπίστηκε τη στάση του προέδρου λέγοντας πως «οι τρομοκράτες της MS-13 πρέπει να εκτίσουν ποινές στη χώρα τους, όχι σε πολυτελή κρατητήρια στις ΗΠΑ».
Πηγές της Washington Post εκφράζουν ανησυχία ότι η υπόθεση θα μπορούσε να υπονομεύσει σοβαρά την αξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών απέναντι σε πληροφοριοδότες παγκοσμίως. Όπως είπε ένας πρώην πράκτορας του FBI, «δουλεύεις επί χρόνια για να συλλάβεις αυτούς τους ανθρώπους, να τους πείσεις να μιλήσουν – και μετά βλέπεις το κράτος σου να τους παραδίδει. Είναι καταστροφή για τη δικαιοσύνη και την ασφάλεια».
Παρά τις εσωτερικές αντιδράσεις, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ υπερασπίστηκε τη συμφωνία. Εκπρόσωπος του υπουργείου, ο Τόμι Πίγκοτ, δήλωσε ότι «τα αποτελέσματα μιλούν από μόνα τους: τα μέλη της Tren de Aragua βρίσκονται πίσω στη Βενεζουέλα, οι εγκέφαλοι της MS-13 διώκονται, και οι Αμερικανοί είναι ασφαλέστεροι».
Ωστόσο, σύμφωνα με δικαστικά έγγραφα που επικαλείται η Washington Post, η ίδια συμφωνία ενδέχεται να έχει παγώσει την έρευνα για τη διασύνδεση της κυβέρνησης Μπουκέλε με τη MS-13.
Πρώην αξιωματούχος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε χαρακτηριστικά: «Κανείς δεν θέλει να αγγίξει τίποτα που να σχετίζεται με το Ελ Σαλβαδόρ. Η κυβέρνηση Μπουκέλε έχει απευθείας γραμμή με τον Λευκό Οίκο».
Washington Post

