Σε αντίθεση με όλους τους προηγούμενους πολέμους μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων, αυτός ο πόλεμος, δύο χρόνια μετά, δεν έχει δικό του όνομα κι ας έχει υπάρξει ο μεγαλύτερος σε διάρκεια. Πόλεμος της Ανεξαρτησίας, Πόλεμος των Εξι Ημερών, Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ, για να θυμηθούμε μερικούς. Εγώ έχω ένα όνομα και γι’ αυτόν: είναι ο Χειρότερος Πόλεμος. Ξέσπασε μετά μια αποτυχημένη ειρηνευτική προσπάθεια. Πυροδοτήθηκε από μια άνευ προηγουμένου επιδρομή της Χαμάς με στόχο να δολοφονηθούν όσο περισσότεροι άνθρωποι ήταν δυνατόν. Η απάντηση που ακολούθησε οδήγησε στην καταστροφή της Γάζας και σε δεκάδες χιλιάδες θανάτους μαχητών και αμάχων, και όλα αυτά χωρίς το Ισραήλ να έχει προτείνει έναν πολιτικό ορίζοντα για την επόμενη μέρα. Πλέον οι δύο κοινωνίες είναι πιο τραυματισμένες από ποτέ αλλά και πιο απομακρυσμένες από τη μοναδική λύση: δύο κράτη για δύο λαούς.
Αυτή τη στιγμή, χάρη στην πρωτοβουλία του προέδρου Τραμπ, η Χαμάς και το Ισραήλ προσπαθούν να συμφωνήσουν σε μια εκεχειρία που θα στρώνει τον δρόμο για την έλευση μιας διεθνούς ειρηνευτικής δύναμης, η οποία θα έρθει στη Γάζα για να επιβλέψει τις περιοχές που θα εγκαταλείψει το Ισραήλ. Μέχρι στιγμής υπάρχουν αρκετές αισιόδοξες φωνές που υποστηρίζουν πως κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί, το ίδιο ελπίζω κι εγώ. Ομως θα είναι πολύ δύσκολο. Η Χαμάς θα θελήσει οπωσδήποτε να διατηρήσει κάποια όπλα ώστε να συνεχίσει να παίζει πολιτικό ρόλο στη μεταπολεμική Γάζα και το Ισραήλ θα είναι πολύ προσεκτικό με το πόσο βαθιά και γρήγορα θα αποχωρήσει από τη Λωρίδα, καθώς και με τις εγγυήσεις ασφαλείας που θα ζητήσει. Πιστεύω πως αν πρόκειται κάποτε να δημιουργηθούν δύο κράτη για δύο λαούς, θα χρειαστεί κατ’ αρχάς ένα διεθνές Σώμα που θα επιβλέπει τη Γάζα και τη Δυτική Οχθη και θα διαβεβαιώνει τους Ισραηλινούς πως δεν πρόκειται να ξεπηδήσει ξανά ένας νέος κίνδυνος από αυτές τις περιοχές, και τους Παλαιστινίους πως οι Ισραηλινοί θα εγκαταλείψουν μόνιμα τα εδάφη τους.
Πρόκειται για μια σπάνια ιστορική συγκυρία στην οποία οδηγηθήκαμε μέσω μιας άνευ προηγουμένου καταστροφής. Τώρα ο Μπέντζαμιν Νετανιάχου βρίσκεται απομονωμένος τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Οι παραδοσιακοί μοχλοί πίεσης που διέθετε στο εσωτερικό των ΗΠΑ (χριστιανοί ευαγγελιστές, υψηλόβαθμοι Ρεπουμπλικανοί κ.ά.) δεν είναι αυτή τη στιγμή διαθέσιμοι κάτω από τον απόλυτο έλεγχο που ασκεί ο Ντόναλντ Τραμπ στην κυβέρνηση. Για τους Παλαιστινίους ισχύει κάτι ανάλογο. Παραδοσιακοί σύμμαχοι δεκαετιών, στις κυβερνήσεις των οποίων είχαν καταφέρει να ασκούν σημαντική επιρροή, δεν είναι πλέον θερμοί υποστηρικτές του ένοπλου αγώνα. Χώρες όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δεν υποκύπτουν πλέον εύκολα στις απειλές της Χαμάς, ενώ το Ιράν και ο άξονας που στήριζε (Χεζμπολάχ, Χούθι, σιίτες παραστρατιωτικοί στο Ιράκ) έχουν υποστεί σοβαρά πλήγματα, ιδίως μετά τον λεγόμενο «πόλεμο των 12 ημερών», ώστε να μπορέσουν αυτή τη στιγμή να τορπιλίσουν τις ειρηνευτικές συμφωνίες.
Ο Ντόναλντ Τραμπ λέει εδώ και καιρό ότι αυτό που πραγματικά θέλει είναι το Νομπέλ Ειρήνης. Πιστεύει ήδη ότι το αξίζει. Λοιπόν, αν ο Ντόναλντ Τραμπ καταφέρει να εξασφαλίσει κατάπαυση του πυρός, αποχώρηση του Ισραήλ από τη Γάζα, επιστροφή των Ισραηλινών ομήρων, και αυτό κρατήσει και ανοίξει τον δρόμο για διαπραγματεύσεις σχετικά με τη «μόνη λύση» των δύο κρατών για δύο λαούς, δεν θα αξίζει μόνο το Νομπέλ Ειρήνης, αλλά και το Νομπέλ Φυσικής και Χημείας. Γιατί αυτό θα είναι ένα ασύγκριτα μεγάλο επίτευγμα. Η ερώτησή μου είναι: Θα έχει η κυβέρνηση Τραμπ την προσοχή, την ενέργεια και την επιμονή που θα απαιτούνται κάθε μέρα για να διατηρήσει μια τόσο περίπλοκη λύση σε καλό δρόμο; Ελπίζω πως ναι.

