Τον Νοέμβριο του 2024, το ρωσικό πλοίο Yantar απέπλευσε από την απομονωμένη Κόλα της Αρκτικής για ένα ταξίδι 97 ημερών.
Επισήμως εμφανιζόταν ως ερευνητικό σκάφος, αλλά στην πραγματικότητα αποτελεί όχημα της ρωσικής διεύθυνσης ερευνών βαθέων υδάτων (GUGI), μονάδας που υπάγεται απευθείας στο υπουργείο Aμυνας στη Μόσχα και έχει αποστολή την παρακολούθηση, χαρτογράφηση και πιθανή δολιοφθορά κρίσιμων υποθαλάσσιων υποδομών.
Κατά τη διάρκεια της πορείας του, το Yantar έπλευσε κοντά στη Νορβηγία, στον Βόρειο Ατλαντικό, στη Μάγχη και τελικά στη Θάλασσα της Ιρλανδίας, όπου εντοπίστηκε πάνω από κομβικά σημεία με τρία μεγάλα καλώδια δεδομένων (CeltixConnect-2, Geo-Eirgrid, Rockabill).
Η ανάλυση δορυφορικών εικόνων των FT κατέγραψε το πλοίο να παραμένει ακίνητο για ώρες, χωρίς να εκπέμπει σήμα θέσης, ακριβώς στο σημείο όπου διασταυρώνονται ζωτικής σημασίας καλώδια που συνδέουν Ιρλανδία και Βρετανία.
Η GUGI διαθέτει περίπου 50 σκάφη –κυρίως υποβρύχια και μικρά βαθυσκάφη που φτάνουν έως τις 6.000 μέτρα– αλλά και επιφανειακά πλοία όπως το Yantar.
Το Yantar είναι εφοδιασμένο με υποβρύχια που διαθέτουν βραχίονες, ικανούς να «αγγίξουν» στρατιωτικά ή τηλεπικοινωνιακά καλώδια, να υποκλέψουν δεδομένα ή να τοποθετήσουν εκρηκτικά για μελλοντική ενεργοποίηση.
Σύμφωνα με πρώην και εν ενεργεία αξιωματικούς του ΝΑΤΟ που μίλησαν στους FT, το Yantar επιλέγει σημεία όπου συγκλίνουν πολλαπλά καλώδια, ώστε η δολιοφθορά να έχει μέγιστη επίδραση.
«Η ρωσική στρατιωτική σκέψη δίνει έμφαση στο να σε πλήξει σκληρά», δήλωσε ο Βρετανός απόστρατος Ντέιβιντ Φιλντς. «Η Μόσχα έχει επενδύσει πολλά στο να χαρτογραφήσει κρίσιμες υποδομές για να μπορεί να τις χτυπήσει αιφνιδιαστικά».
Το Yantar είχε εμφανιστεί και παλαιότερα στην Ιρλανδία, το 2021. Μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022, οι κινήσεις του περιορίστηκαν προσωρινά, αλλά από τα τέλη του 2023 οι επιχειρήσεις επανήλθαν με μεγαλύτερη ένταση.
Βρετανικά στρατιωτικά έγγραφα δείχνουν ότι από το φθινόπωρο του 2023 έως τον Νοέμβριο του 2024 τουλάχιστον 11 ρωσικά σκάφη –στρατιωτικά και «πολιτικά»– διατηρούσαν συνεχή παρουσία στα βρετανικά ύδατα.
Η παρουσία του Yantar προκάλεσε δημόσια καταγγελία από τον Βρετανό υπουργό Αμυνας Τζον Χίλεϊ, που μίλησε για «αυξανόμενη ρωσική επιθετικότητα».
Η Ιρλανδία, εκτός ΝΑΤΟ, θεωρείται ευάλωτη· η ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στη Συμμαχία έχει εντείνει την απομόνωσή της. Ναυτικός αναλυτής που μίλησε στους FT χαρακτήρισε τα ιρλανδικά ύδατα «τυφλό σημείο στην αμυντική αρχιτεκτονική γύρω από τη Βρετανία».
Η GUGI, γνωστή και ως «Μονάδα 40056», δημιουργήθηκε στον Ψυχρό Πόλεμο και λειτουργεί σε συνθήκες αυστηρής μυστικότητας.
Διαθέτει βάση στην Olenya Guba στη Θάλασσα του Μπάρεντς, με αυξημένα μέτρα προστασίας, νέα φράγματα και έντονη παρεμβολή GPS. Μετά τον θάνατο του αρχηγού της το 2020, η διεύθυνση αναδιοργανώθηκε υπό τον ναύαρχο Βλαντίμιρ Γκριζετσκίν, με αυξημένες δαπάνες παρά τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Η Βρετανία και οι σύμμαχοί της προσπαθούν να απαντήσουν. Εχουν επενδύσει σε νέα πλοία παρακολούθησης, όπως το RFA Proteus, και σχεδιάζουν ένα «Atlantic Bastion» – δίκτυο αισθητήρων και μη επανδρωμένων συστημάτων για την προστασία των καλωδίων και των υποβρυχίων Trident.
Παράλληλα, εξετάζεται η χρήση αυτόνομων οχημάτων που θα καταγράφουν βίντεο των ρωσικών δραστηριοτήτων, ώστε να αυξάνεται η αποτρεπτική ισχύς.
Η εξάρτηση από τα υποθαλάσσια δίκτυα είναι απόλυτη: το 99% των ψηφιακών επικοινωνιών του Ηνωμένου Βασιλείου και το 75% της προμήθειας φυσικού αερίου περνούν από καλώδια και αγωγούς στον βυθό.
Εάν αυτά δεχθούν επίθεση, η ζημιά σε οικονομία και κοινωνία θα είναι τεράστια.
Oπως προειδοποίησε πρόσφατα ο Βρετανός αρχηγός του ναυτικού Γκουίν Τζένκινς, η GUGI «ήταν ήσυχη για καιρό» αλλά «φαίνεται να επιστρέφει».
Πηγή: Financial Times

