Επιστρέφω στην Ευρώπη από τις Ηνωμένες Πολιτείες με ένα σαφές συμπέρασμα: Οι Αμερικανοί δημοκράτες έχουν 400 ημέρες για να αρχίσουν να σώζουν τη δημοκρατία των ΗΠΑ. Αν οι ενδιάμεσες εκλογές του επόμενου φθινοπώρου φέρουν ένα Κογκρέσο που θα αρχίσει να περιορίζει τον πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, τότε θα υπάρχουν άλλες 700 ημέρες για να προετοιμαστεί η ειρηνική μετάβαση στην κυβέρνηση – το μόνο που θα διασφαλίσει το μέλλον αυτής της δημοκρατίας. Επιχείρηση «Σώστε τη Δημοκρατία των ΗΠΑ», στάδια πρώτο και δεύτερο.
Υστερική υπερβολή; Μακάρι να ήταν έτσι. Ομως, κατά τη διάρκεια επτά εβδομάδων στις ΗΠΑ αυτό το καλοκαίρι, συγκλονιζόμουν καθημερινά από την ταχύτητα και τη βίαιη σκληρότητα της επίθεσης του Τραμπ εναντίον όσων έμοιαζαν έως τότε ακλόνητοι κανόνες της αμερικανικής δημοκρατίας, και από την απελπιστική αδυναμία αντίστασης σε αυτήν την επίθεση. Υπάρχουν όλο και περισσότερες διεθνείς αποδείξεις ότι, μόλις διαβρωθεί μια φιλελεύθερη δημοκρατία, είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκατασταθεί. Η καταστροφή είναι πολύ ευκολότερη από την οικοδόμηση.
Γι’ αυτό όλοι οι δημοκράτες, ανεξάρτητα από κόμμα ή ιδεολογία, πρέπει να ελπίζουν ότι οι Δημοκρατικοί θα ανακτήσουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων στις ενδιάμεσες εκλογές της 3ης Νοεμβρίου 2026. Οχι λόγω των πολιτικών των Δημοκρατικών, που είναι συγκεχυμένες, ούτε λόγω της σημερινής ηγεσίας τους, που είναι χαοτική, αλλά απλώς επειδή η αμερικανική δημοκρατία χρειάζεται το Κογκρέσο –το κύριο θεσμικό αντίβαρο στην προεδρική εξουσία που προβλέπεται από το σύνταγμα των ΗΠΑ– να αρχίσει ξανά να κάνει τη δουλειά του. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί όσο οι Ρεπουμπλικανοί, οι οποίοι ποδηγετούνται και εκφοβίζονται από τον Τραμπ, ελέγχουν και τα δύο Σώματα.
Πολλά έχουν ειπωθεί για τις συγκρίσεις με άλλες αυταρχικές αρπαγές εξουσίας, από την Ευρώπη της δεκαετίας του 1930 έως την Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν, αλλά εμένα με εντυπωσιάζουν περισσότερο τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αμερικανικής περίπτωσης. Για να αναφέρω μόνο τέσσερα: υπερτροφική εκτελεστική εξουσία· χρόνια παραχάραξη εκλογικών περιφερειών (gerrymandering)· ενδημική βία· και ο τρόπος με τον οποίο ένας επίδοξος αυταρχικός ηγέτης μπορεί να εκμεταλλευθεί τον έντονο καπιταλιστικό ανταγωνισμό που διαπερνά κάθε πτυχή της αμερικανικής ζωής.
Τα ιδρυτικά σφάλματα
Ο κίνδυνος υπέρβασης της εκτελεστικής εξουσίας υπήρχε από την αρχή. Ο ήρωας του πολέμου για την ανεξαρτησία, Πάτρικ Χένρι («ελευθερία ή θάνατος»), ψήφισε κατά του συντάγματος στη συνέλευση επικύρωσης της Βιρτζίνια το 1788 ακριβώς επειδή πίστευε ότι θα έδινε σε έναν δυνητικά εγκληματία πρόεδρο την ευκαιρία «να κάνει μια τολμηρή κίνηση για τον αμερικανικό θρόνο». Καθ’ όλη τη διάρκεια του 20ού αιώνα, πρόεδροι και των δύο κομμάτων διεύρυναν την «εκτελεστική εξουσία», που είναι τόσο ασαφώς ορισμένη στο άρθρο 2 εκείνου του συντάγματος. Πιο πρόσφατα, ένα Ανώτατο Δικαστήριο με συντηρητική πλειοψηφία έδωσε στήριξη στη «θεωρία της ενιαίας εκτελεστικής εξουσίας» που ανέπτυξαν δεξιοί νομικοί θεωρητικοί. Και τώρα, η κυβέρνηση Τραμπ –αυτή τη φορά καλά προετοιμασμένη, σε αντίθεση με το 2017– εκμεταλλεύθηκε κάθε σπιθαμή και κάθε γκρίζα ζώνη της υπάρχουσας εκτελεστικής εξουσίας, ενώ ταυτόχρονα παραβίασε ευθέως τον νόμο και αψήφησε τα δικαστήρια που επιχείρησαν να τη σταματήσουν.
Ο Τομ Γκίνσμπεργκ, κορυφαίος Αμερικανός συνταγματολόγος, υποστηρίζει ότι το μεγαλύτερο ελάττωμα του παρωχημένου αμερικανικού συντάγματος είναι ότι δίνει στα πολιτειακά νομοθετικά σώματα την εξουσία να χαράσσουν τα όρια των εκλογικών περιφερειών. Η λέξη gerrymandering επινοήθηκε ήδη από το 1812. Τα τελευταία χρόνια, η επαναχάραξη εκλογικών περιφερειών με κομματικά κριτήρια έχει γίνει ακόμη πιο ακραία, καθώς εντείνεται η πόλωση στις ΗΠΑ. Και έπειτα, το 2019, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι δεν μπορούσε να διορθώσει ούτε τις πιο κραυγαλέες κομματικές μεθοδεύσεις (μόνο εκείνες με φυλετικά κριτήρια). Ετσι, τώρα, κατόπιν άμεσου αιτήματος του Τραμπ, το Τέξας επιχειρεί να αλλάξει τα όρια των περιφερειών με σκοπό να εξασφαλίσει πέντε επιπλέον έδρες για τους Ρεπουμπλικανούς στις ενδιάμεσες εκλογές, οπότε η Καλιφόρνια δηλώνει ότι θα αντεπιτεθεί με αντι-χάραξη (counter-gerrymandering) για να κερδίσει πέντε επιπλέον έδρες για τους Δημοκρατικούς. Δεν υπάρχει πλέον ούτε καν το πρόσχημα της αμεροληψίας στην πιο βασική διαδικασία της δημοκρατίας.
«Σκιές» πάνω από την κάλπη – Αν προσθέσουμε τις προσπάθειες να αποκλειστούν ή να εκφοβιστούν ψηφοφόροι, μαζί με την απειλή του Τραμπ να απαγορεύσει την επιστολική ψήφο, υπάρχει πραγματική αμφιβολία για το πόσο ελεύθερες θα είναι οι ενδιάμεσες εκλογές του 2026.
Γη του αίματος
Καμία ευρωπαϊκή κοινωνία δεν μπορεί να συγκριθεί με τις ΗΠΑ όσον αφορά τη διάχυση της βίας. Σχεδόν δεν πέρασε μέρα αυτό το καλοκαίρι χωρίς οι βραδινές ειδήσεις να μεταδίδουν τουλάχιστον ένα βίαιο έγκλημα, συμπεριλαμβανομένου ακόμη ενός φρικτού μακελειού σε σχολείο. Η Αμερική έχει περισσότερα όπλα από ανθρώπους. Η Γαλλία αγαπά το ψευδο-επαναστατικό πολιτικό θέατρο, αλλά οι ΗΠΑ είχαν την επίθεση του όχλου στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου 2021. Τώρα ήρθε η δολοφονία του υπερσυντηρητικού ακτιβιστή Τσάρλι Κερκ. Προτού ακόμη γίνει γνωστή η ταυτότητα του δράστη, ο Ελον Μασκ δήλωσε ότι «η Αριστερά είναι το κόμμα της δολοφονίας» και ο Τραμπ κατηγόρησε τη ρητορική μίσους της «ριζοσπαστικής Αριστεράς». Θα είναι θαύμα αν η Αμερική αποφύγει μια καθοδική δίνη πολιτικής βίας, όπως εκείνη που είχε να δει από τη δεκαετία του 1960. Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να αποτελέσει το πρόσχημα για τον Τραμπ να επικαλεστεί τον νόμο περί εξέγερσης του 1807, να φέρει περισσότερες στρατιωτικές δυνάμεις στους δρόμους της Αμερικής και να εκμεταλλευθεί περαιτέρω μια δήθεν κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Στο μεταξύ, τα πανεπιστήμια, οι επιχειρήσεις, οι δικηγορικές εταιρείες, οι πλατφόρμες των μέσων ενημέρωσης και οι ισχυροί της τεχνολογίας έχουν αποτύχει πλήρως να εμπλακούν σε συλλογική δράση ως απάντηση. Είτε κράτησαν χαμηλό προφίλ, είτε υπέκυψαν ταπεινωτικά, όπως το Πανεπιστήμιο Κολούμπια και το δικηγορικό γραφείο Paul Weiss, είτε κολάκευσαν τον πρόεδρο, όπως ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ. Γιατί; Επειδή όλοι ακολουθούν τη λογική του σκληρού ανταγωνισμού της ελεύθερης αγοράς και φοβούνται στοχευμένα αντίποινα. Δεν φανταζόμουν ποτέ ότι θα έβλεπα τον φόβο να εξαπλώνεται τόσο πλατιά και τόσο γρήγορα στην Αμερική.
Αν προσθέσουμε και τις προσπάθειες να αποκλειστούν ή να εκφοβιστούν ψηφοφόροι, μαζί με την απειλή του Τραμπ να απαγορεύσει την επιστολική ψήφο, υπάρχει πραγματική αμφιβολία για το πόσο ελεύθερες και δίκαιες θα είναι οι ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου 2026. Το καθήκον για τους δημοκράτες όλων των κομμάτων είναι να διασφαλίσουν ότι θα είναι όσο το δυνατόν πιο αδιάβλητες. Το καθήκον για τους Δημοκρατικούς είναι να τις κερδίσουν παρά τα όποια εμπόδια.
Θα «μιλήσει» η οικονομία;
Το «κλειδί» πιθανότατα θα εξακολουθήσει να βρίσκεται στα ζητήματα της καθημερινότητας. Εδώ, στην οικονομία, κρύβεται μια παράδοξη ελπίδα. Ηδη αρχίζουμε να βλέπουμε τους δασμούς του Τραμπ να μετακυλίονται σε υψηλότερες τιμές. Οι αριθμοί για την απασχόληση υποχωρούν. Το «μεγάλο, όμορφο νομοσχέδιο» του Τραμπ θα αυξήσει περαιτέρω ένα απίστευτο εθνικό χρέος ύψους 37 τρισ. δολαρίων. Ηδη κατά το τελευταίο δημοσιονομικό έτος, η εξυπηρέτηση αυτού του χρέους κόστισε περισσότερο από ολόκληρο τον αμυντικό προϋπολογισμό των 850 δισ. Ομως, μέχρι να ξεσπάσει πραγματικά μια κρίση χρέους, τέτοιοι μακροοικονομικοί κίνδυνοι παραμένουν μακρινοί και αφηρημένοι για τους περισσότερους ψηφοφόρους – όπως και οι προβλέψεις για μείωση του ΑΕΠ είχαν ελάχιστη επίδραση στη συζήτηση για το δημοψήφισμα του Brexit.
Το μεγάλο ερώτημα, λοιπόν, είναι αν οι σοβαρές οικονομικές συνέπειες της πολιτικής Τραμπ θα γίνουν αισθητές στους απλούς ψηφοφόρους πριν από τις ενδιάμεσες εκλογές. Ενας διορατικός πολιτικός παρατηρητής μού επισήμανε ότι ο Τραμπ, με γεμάτα ταμεία χάρη στα έσοδα από τους δασμούς, θα μπορούσε να προβεί σε προεκλογικές παροχές προς τους ψηφοφόρους, ίσως παρουσιάζοντάς τες ως αποζημίωση για τις «προσωρινές δυσκολίες» της μετάβασης σε μια οικονομία MAGA. Αυτό θα ήταν μια κλασική λαϊκιστική κίνηση.
Το πιο σημαντικό για τους Δημοκρατικούς μέσα στις επόμενες 400 ημέρες είναι, επομένως, να καταστήσουν αυτά τα οικονομικά βάρη αισθητά στους ψηφοφόρους. Οι Δημοκρατικοί δεν θα κερδίσουν μιλώντας μόνο για την υπεράσπιση της δημοκρατίας, όσο σημαντική κι αν είναι, και πολύ λιγότερο αν εμπλακούν σε πολιτισμικούς πολέμους. Χρειάζεται να ακολουθήσουν τη συμβουλή του Τζέιμς Κάρβιλ και να εστιάσουν ανεπιφύλακτα στα ζητήματα του οικογενειακού τραπεζιού. Με αυτόν τον τρόπο θα δείξουν επίσης ότι νοιάζονται πραγματικά για τους απλούς εργαζομένους και μεσαίους Αμερικανούς, των οποίων τη στήριξη έχουν χάσει τα τελευταία 30 χρόνια.
Και έπειτα έρχεται το δεύτερο στάδιο, οι προεδρικές εκλογές του 2028. Αλλά κάθε μέρα έχει τις δικές της προκλήσεις. Παρ’ όλες τις σοβαρές απειλές για την ίδια τη δημοκρατία στις ΗΠΑ, προς το παρόν εξακολουθεί να ισχύει ο πρώτος κανόνας της πολιτικής στη δημοκρατία: Απλώς κέρδισε τις επόμενες εκλογές.
Ο κ. Τίμοθι Γκάρτον Ας είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

