Η ανακοίνωση του προέδρου Τραμπ για επιβολή δασμών ύψους 50% στα ινδικά προϊόντα ερμηνεύθηκε από το Νέο Δελχί ως κήρυξη εμπορικού πολέμου και οδήγησε στην κατάρρευση της προσπάθειας της Ινδίας να εμφανιστεί ως η ιδανική εναλλακτική λύση στην κινεζική βιομηχανία.
Σήμερα, λιγότερο από μια εβδομάδα μετά την πλήρη επιβολή των δασμών, Ινδοί αξιωματούχοι και επιχειρηματίες, αλλά και οι ομόλογοί τους στις ΗΠΑ, προσπαθούν να χαρτογραφήσουν το ραγδαία μεταβαλλόμενο σκηνικό. Μια πρώτη αλλαγή κατέστη εμφανής από την επίσκεψη του Ινδού πρωθυπουργού Ναρέντρα Μόντι στην Κίνα, η πρώτη ύστερα από επτά χρόνια.
Το Πεκίνο, όμως, δεν αντιμετωπίζει θετικά τις φιλοδοξίες της Ινδίας στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας. Οι δασμοί του Τραμπ κατά της Ινδίας σημαίνουν τώρα ότι οι Αμερικανοί εισαγωγείς θα προτιμήσουν τις αγορές του Βιετνάμ και του Μεξικού για τις βιομηχανικές τους ανάγκες. «Το σοκ του Τραμπ θα περιορίσει τις εξαγωγές βιομηχανικών προϊόντων και θα διακόψει ορισμένες πηγές ιδιωτικών επενδύσεων», έγραψαν σε ανοικτή τους επιστολή τέσσερις κορυφαίοι Ινδοί οικονομολόγοι την περασμένη εβδομάδα.
Φιλοδοξίες
Η Ινδία συνεχίζει να φιλοδοξεί να καταλάβει θέση στο βάθρο των τριών μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου. Αυτή τη στιγμή βρίσκεται στην πέμπτη θέση, με προοπτική να αντικαταστήσει την Ιαπωνία στην τέταρτη. Αν οι ΗΠΑ δεν βοηθήσουν –ή ακόμη χειρότερα εμποδίσουν την προοπτική αυτή–, η Ινδία δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να προσεγγίσει το Πεκίνο.
Η Ινδία έπαψε να αποτελεί βιομηχανική εναλλακτική λύση αντί της Κίνας για τους Αμερικανούς εισαγωγείς.
Η σινοϊνδική σχέση, όμως, είναι ήδη μνημειωδώς περίπλοκη. Οι δύο χώρες αντιπαρατίθενται στρατιωτικά στα κοινά διαφιλονικούμενα σύνορά τους στα Ιμαλάια. Τον Ιούνιο του 2024, ύστερα από δεκαετίες συνοριακής έντασης, 24 στρατιώτες των δύο πλευρών σκοτώθηκαν σε μάχες σώμα με σώμα, χωρίς όπλα, μόνο με πτυοσκάπανα και πέτρες.
Ο Μόντι προσήλθε στην Κίνα ευρισκόμενος σε καθεστώς ασφυκτικής πίεσης, καθώς είναι βέβαιο ότι το Πεκίνο παρατήρησε τις προσπάθειες της Ινδίας να παρουσιαστεί ως εναλλακτικός βιομηχανικός κόμβος για τη Δύση. «Οι δύο πλευρές βρίσκονται σε δίλημμα, καθώς η σχέση τους είναι κατά βάσιν ανταγωνιστική», λέει η Τάνβι Μαντάν, ερευνήτρια στο ινστιτούτο Brookings στην Ουάσιγκτον.
Δυσκολίες
Η περίπτωση της εταιρείας Foxconn, κατασκευάστριας των iPhone, προσφέρει καλό παράδειγμα του διλήμματος του Μόντι. Ο κινεζικός κολοσσός ολοκληρώνει την κατασκευή εργοστασίου στην Ινδία, με τις κινεζικές αρχές να εγείρουν εμπόδια στη χορήγηση ταξιδιωτικών εγγράφων στους Κινέζους ειδικούς, οι οποίοι θα εκπαιδεύσουν τους Ινδούς εργαζομένους. Τον Ιούνιο, Βιετναμέζοι εργαζόμενοι της Foxconn στην πόλη Μπενγκαλούρου (πρώην Μπενγκαλόρ), γνωστή και ως ινδική Σίλικον Βάλεϊ, εξέφραζαν παράπονα επειδή οι Κινέζοι συνάδελφοί τους είχαν αποκλειστεί στην Κίνα εξαιτίας γραφειοκρατικών καθυστερήσεων στις βίζες τους, αφήνοντας μικρό αριθμό Βιετναμέζων μηχανολόγων να εκπαιδεύσει χιλιάδες Ινδούς εργαζομένους.
Κίνα και ΗΠΑ υπήρξαν οι δύο σημαντικότεροι εμπορικοί εταίροι της Ινδίας, με τον κάθε ένα να αποδεικνύεται εξίσου αναγκαίος με τον τρόπο του. Η Ινδία, όμως, θεωρείται μικρός παίκτης και από τις δύο χώρες, τόσο σε εξαγωγικό όσο και σε εισαγωγικό όγκο. Αν είχαμε να κάνουμε με ερωτικό τρίγωνο, η Ινδία θα ήταν ο ταπεινωμένος εραστής. Με τους δασμούς του 50% και τις επιθετικές δηλώσεις των συμβούλων του, ο Τραμπ απέδειξε ότι δεν θεωρεί πια την Ινδία αναγκαία εταίρο. Το γεγονός αυτό περιπλέκει τη νέα απόπειρα του Μόντι να προσεγγίσει τον πρόεδρο Σι.

