Ο δημαγωγός και ο «τοίχος»

Εχει επικοινωνιακό «άστρο» και το χρησιμοποιεί για να πάρει στα χέρια του όλη την εξουσία. Θα μπορέσει όμως ο Τραμπ να διαχειριστεί τα γεωπολιτικά μέτωπα που ο ίδιος ανοίγει; Ή θα προσκρούσει στην πραγματικότητα;

7' 32" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Η ανάληψη της εξουσίας από τον Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου 2025 δεν θα μπορούσε να είναι συνήθης εναλλαγή στην εξουσία. Οσες και όσοι όμως εκτίμησαν ότι δεν θα άλλαζαν πολύ τα πράγματα σε σύγκριση με την πρώτη του θητεία, έσφαλαν. Η άσκηση της εξουσίας υπήρξε θυελλώδης. Η ρητορική, προγραμματική και επιτελεστική επιθετικότητα της νέας αμερικανικής διοίκησης υπήρξε πολύ μεγαλύτερη από εκείνη του πρώτου εξαμήνου του 2017. Η κλιμάκωση στην ένταση του λόγου, στον αριθμό και το περιεχόμενο των μεταρρυθμίσεων ήταν τεράστια. «Now they’re using megaphones», έγραψε η Γουέντι Μπράουν. Η σημερινή αμερικανική προεδρία είναι αμετροεπής και βροντώδης, πολύ πιο αμετροεπής και βροντώδης από την πρώτη προεδρία Τραμπ. Και πιο ανάγωγη. Το δε ύφος, προς τρίτους, είναι νεο-ιμπεριαλιστικό.

Βέβαια, η επιστροφή «από το πουθενά», μετά την ήττα του 2020, φέρει από μόνη της μεγάλη ισχύ. Είναι κάτι σαν μαγικό φίλτρο. Πολλαπλασιάζει τη δύναμη και την εικόνα δύναμης. Πλέον, ο Τραμπ ελέγχει πλήρως το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Γνωρίζει καλύτερα τους κρατικούς μηχανισμούς και στηρίζεται σε δικούς του ανθρώπους. Η δε αντιπολίτευση είναι πιο «χαμένη» και πιο αποδυναμωμένη από το 2016. Προπάντων, όμως, ο Τραμπ ξέρει καλύτερα και τι θέλει να κάνει και πώς να το επιβάλει. Εχει πιο επεξεργασμένη, παρότι χαώδη, ατζέντα. Και άπειρη, μετά τέτοια επιστροφή, αυτοπεποίθηση και αλαζονεία (Στάθης Καλύβας, «Καθημερινή»).

Ο κόσμος του Τραμπ είναι κόσμος χωρίς αβρότητα. Είναι κόσμος επιθετικός. Είναι μια μηχανή παραγωγής αποφάσεων, γεγονότων, πραγματικών αλλαγών, απειλών (είμαι «απρόβλεπτος», άρα «να με φοβάστε, είμαι ικανός για όλα»), προσβολών, όπως και λαθών και χάους. Και, φυσικά, πόλωσης, τόσο εσωτερικής όσο και παγκόσμιας. Δεν είναι όμως μόνον ένας κόσμος γυμνής ισχύος, παρότι είναι αναμφίβολα και αυτό. Ο Τραμπ έχει μια ιστορία να πει. Και έναν τρόπο δικό του για να την πει.

Αφήγημα

Το σύνθημα «Make America Great Again» είναι ο κρίσιμος πυλώνας ενός αφηγήματος που στηρίχθηκε στην υπόσχεση μιας μεγάλης αλλαγής για το αμερικανικό έθνος. Η ορκωμοσία του παρουσιάστηκε ως η έναρξη μιας «χρυσής εποχής».

Ο κόσμος του Τραμπ είναι κόσμος χωρίς αβρότητα. Είναι κόσμος επιθετικός. Είναι μια μηχανή παραγωγής αποφάσεων, γεγονότων, πραγματικών αλλαγών, απειλών (είμαι «απρόβλεπτος», άρα «να με φοβάστε, είμαι ικανός για όλα»), προσβολών, όπως και λαθών και χάους.

Το αφήγημα είναι εθνικιστικό και ταυτόχρονα ειρηνικό: «Δεν υπάρχει έθνος σαν το δικό μας έθνος… Η ισχύς μας θα σταματήσει όλους τους πολέμους και θα φέρει ένα νέο πνεύμα ενότητας σε έναν κόσμο που υπήρξε θυμωμένος, βίαιος και εντελώς απρόβλεπτος» (μετάφραση: Καλύβας, «Καθημερινή»). Το μήνυμα είναι εθνικιστικό και οικονομικά (στρατηγική δασμών) και γεωπολιτικά (βλ. Γροιλανδία, Παναμάς). Είναι δε εθνικιστικό και κοινωνικά, καθώς διαχωρίζει την πραγματική «λευκή» Αμερική από τους «άλλους» και τους «ξένους». Η ωμή επίθεση –και λεκτική– στον κόσμο της μετανάστευσης υπερβαίνει τη στρατηγική της πρώτης θητείας Τραμπ. Η πολιτική, «σας εμποδίζω να εισέλθετε στη χώρα» (βλ. τείχος με Μεξικό) μετατράπηκε σε πολιτική, προφανώς αποσπασματική, αποπολιτογράφησης και παράνομων επιστροφών. Το «πραγματικό έθνος» επιχειρεί να επιστρέψει στο κέντρο της σκηνής, υπενθυμίζοντας σε ποιους ανήκει η Αμερική και ποιοι πρέπει να είναι οι «από πάνω».

Σε κάθε περίπτωση, ο Τραμπ έχει μια ιστορία να πει. Μια ιστορία για τους ανθρώπους της χώρας του και μια ιστορία για τη σχέση, ιδίως οικονομική, της Αμερικής με τα άλλα έθνη. Αποδίδει την αδικία που υφίστανται οι «πραγματικοί Αμερικανοί» στην κυριαρχία των φιλελευθέρων, των κοσμοπολιτών, της woke κουλτούρας, στον ρόλο των μεταναστών. Αλλά και στα οφέλη που απέκτησαν άλλα κράτη λόγω του ελεύθερου εμπορίου ή της πολιτικής εκμετάλλευσης των πόρων των ΗΠΑ (βλ. ευρωπαϊκές αμυντικές δαπάνες και αμερικανική στρατιωτική ομπρέλα).

Το αφήγημα έχει συνοχή. Συνδέει την εσωτερική κοινωνική και πολιτική σκηνή με τη διεθνή. Ο δε πυρήνας του, ο ανοιχτός προστατευτισμός με στόχο την αναγέννηση της αμερικανικής βιομηχανίας και βιοτεχνίας, έχει επίσης συνοχή. Συνδέει τις πληγείσες περιοχές και κοινωνικές ομάδες, όπου βρίσκεται ο πυρήνας του τραμπικού εκλογικού σώματος, με την προσδοκώμενη ανάκαμψη της οικονομικής δραστηριότητας που ο προστατευτισμός θα μπορούσε μακροπρόθεσμα να ευνοήσει.

Αυτά φυσικά είναι ανεπεξέργαστα, γι’ αυτό και η λέξη «αφήγημα». Ο Τραμπ δεν έχει βιομηχανική πολιτική (Ανταμ Τουζ) – και ίσως δεν θα σχεδιάσει ούτε υλοποιήσει ποτέ. Είναι ενδιαφέρουσα όμως μια σύγκριση με τη βιομηχανική πολιτική που περιγράφει η έκθεση Ντράγκι. Η έκθεση Ντράγκι αποσκοπεί, σεβόμενη τις συνθήκες διεθνούς εμπορίου, να προωθήσει ένα είδος «αναπτυξιακής» Ε.Ε. με σκοπό την υπέρβαση της οικονομικής παρακμής της Ευρώπης. Η ενεργοποίηση των ευρωπαϊκών δημόσιων εξουσιών (αν στην πράξη τη δούμε ποτέ) γίνεται κεντρική. Την υπέρβαση της οικονομικής παρακμής επιδιώκει και ο Τραμπ, αλλά με διαφορετικό τρόπο: με επιθετικό προστατευτισμό και προσωπικά deals. Και εδώ ενεργοποιείται το πολιτικό κέντρο, αλλά αλλιώς. Ο Τραμπ κινείται προς αυτή τη δεύτερη επιλογή. Και πάνω της συγκροτεί το (ατελές) αφήγημά του.

Ρητορική, «εγώ» και πόλωση

Παντού έχει αυξηθεί ο ρόλος των ηγετών. Στις ΗΠΑ το βάρος των ηγεσιών ήταν πάντα μεγαλύτερο λόγω του προεδρικού συστήματος. Με τον Τραμπ, ωστόσο, αυτή η κίνηση έχει αποκτήσει τεράστια δυναμική και αναπροσδιορίζει την κλασική διάκριση «πομπός – μήνυμα». Ο Τραμπ έχει μήνυμα. Προπάντων, όμως, είναι –επιδιώκει να είναι– ο ίδιος το μήνυμα. Ως προς αυτό διαφέρει από τους Ευρωπαίους, δεξιούς ή ακροδεξιούς, λαϊκιστές ηγέτες.

Ο λόγος του «εκπέμπει έναν παράξενο μαγνητισμό» (Τάκης Παππάς, «Καθημερινή»). Με ενστικτώδη αντίληψη του τι προκαλεί το ενδιαφέρον του κοινού, όσο στιγμιαίο κι αν είναι αυτό, επανέρχεται την επόμενη μέρα γνωρίζοντας ότι με τον ίδιο ενστικτώδη (ή υπολογισμένο) τρόπο θα το ξαναπροκαλέσει. Από αυτή τη σκοπιά, δεν είναι το πιο σημαντικό οι ρητορικές στρατηγικές του, οι οποίες έχουν υπεραναλυθεί και μάλλον υπερεκτιμηθεί. Είναι ο τρόπος του, η προσδοκία του διαφορετικού. Η αναμονή της έκπληξης τον διαφοροποιεί από τις συμβατικές ηγεσίες. Οπως είπε η Τζένιφερ Μερσιέκα, ιστορικός της αμερικανικής ρητορικής, ο Τραμπ «συντηρεί το χάος και το σασπένς. Δεν θα ξέρετε τι θα συμβεί στο τέλος του επεισοδίου, επιστρέψτε αύριο για να μάθετε τη συνέχεια». Το «ελάτε και αύριο», η συνέχεια επί της οθόνης, είναι το μεγαλύτερο ταλέντο του Τραμπ.

Το «εγώ» είναι οξύ και κεντρικό στον λόγο του. Και άκαμπτο. «Εγώ» έχω τη γνώση, την αποφασιστικότητα, τη δύναμη, εγώ και τις λέξεις για να εκφράσω και υλοποιήσω τη μεγάλη αλλαγή. Οι «άλλοι», οι Δημοκρατικοί, άτομα ή κέντρα εξουσίας, είτε είναι δημιουργοί του προβλήματος, άρα τμήμα του, είτε δεν μπορούν. Αρα εγώ θα έχω την εξουσία και η λαϊκή εντολή μού επιτρέπει να την έχω. Ολη την εξουσία. Η αυτονομία των διαφορετικών θεσμικών τάξεων αναγνωρίζεται μόνον κατά περίπτωση ή συγκυρία. Η συμφωνία πάνω στις διαφωνίες και η συνέχεια του κράτους, κεντρικές για τη λειτουργία κάθε πολιτικού συστήματος, έχουν διαρραγεί.

Οπως είπε η Τζένιφερ Μερσιέκα, ιστορικός της αμερικανικής ρητορικής, «συντηρεί το χάος και το σασπένς. Δεν θα ξέρετε τι θα συμβεί στο τέλος του επεισοδίου, επιστρέψτε αύριο για να μάθετε τη συνέχεια». Το «ελάτε και αύριο», η συνέχεια επί της οθόνης, είναι το μεγαλύτερο ταλέντο του Τραμπ. 

Οι αδίστακτες επιθέσεις ad hominem, προς κάθε εσωτερικό ή εξωτερικό αντίπαλο ή δυνάμει αντίπαλο (ενδεικτικά: ο «Sleepy Joe», «αυτός ο πρόεδρος με το χαμηλό IQ», η ταπείνωση Ζελένσκι) δημιουργούν αντανακλαστικά αυτοπροστασίας –και συστολής– ιδιαίτερα των ξένων ηγετών, οι οποίοι δεν θα ήθελαν να χαρακτηριστούν από τον πρόεδρο της Αμερικής με τρόπο που θα τους εκθέσει στο εκλογικό τους σώμα. Οδηγούν, επίσης, σε ό,τι αφορά τις ίδιες τις ΗΠΑ, στη στοχοποίηση πολλών «εσωτερικών εχθρών» (η φιλελεύθερη ελίτ, οι μετανάστες, οι τρανς, τα πανεπιστήμια, οι «παλαβοί μαρξιστές»). Η πόλωση δομεί τον λόγο και την πράξη του Τραμπ.

Νικητής και μειοψηφικός

Με δεδομένo το τρομερό προεκλογικό κενό που προκάλεσε η δεύτερη υποψηφιότητα Μπάιντεν, η άνετη νίκη Τραμπ δεν θα ήταν σοφό να υπερεκτιμηθεί. Aλλωστε τα τρέχοντα δημοσκοπικά στοιχεία δεν είναι καλά. Ο Tραμπ, ενώ εξέφρασε τον κοινό νου της «ηθικής πλειοψηφίας» (κυρίως στη θεματική της woke κουλτούρας), δεν μετασχημάτισε το ιδεολογικό πλαίσιο των ΗΠΑ. Δεν κατάφερε να είναι ηγεμονικός, επιβάλλοντας ένα «κοινό νόημα» που θα δέσμευε και τους αντιπάλους του και την κοινωνική βάση τους. Eτσι, καθώς υπηρετεί με την ίδια ευχέρεια τον ρεαλισμό και τον ριζοσπαστισμό, την αλήθεια και το ψέμα, την ευφυΐα και την γκάφα, διατρέχει τον κίνδυνο να φθαρεί πιο γρήγορα από ό,τι γίνεται αντιληπτό σήμερα.

Ωστόσο, οι πολιτικές του Τραμπ ήδη τροποποιούν το πρόσωπο των Ηνωμένων Πολιτειών. Και αλλάζουν τα παγκόσμια δεδομένα. Η ηγεσία του είναι «μετασχηματιστική». Φέρει στο κέντρο τον οικονομικό πόλεμο των εθνών (που ποτέ δεν είχε στην πραγματικότητα σταματήσει). Η αποπαγκοσμιοποίηση, λόγω των επιλογών Τραμπ, κάνει άλμα προς τα εμπρός, αν και όχι τόσο στον κρίσιμο χρηματοπιστωτικό τομέα, το αγαπημένο θέμα της Αριστεράς. Ο Τραμπ έχει ακόμη πολλά οικονομικά (Κίνα) και γεωπολιτικά (Ουκρανία, Ευρώπη, Παλαιστίνη) μέτωπα ανοικτά. Ή άλλα, που θα επινοήσει. Ο τοίχος των οικονομικών πραγματικοτήτων θα κρίνει τη δυναμική του. Ισως και των θεσμικών (επιθέσεις στο ομοσπονδιακό κράτος, στους δημοκρατικούς κανόνες κ.ά.). Δεν είναι βέβαιο ότι θα τα καταφέρει.

Είναι όμως σχεδόν βέβαιο ότι η ικανότητα «παραγωγής έκπληξης» που διαθέτει θα αποδειχθεί στον μακρύ χρόνο προβληματική, διότι και αυτή εσωτερικεύεται στις προσδοκίες και, κάποια στιγμή, παύει να εκπλήσσει. Η δε πίστη στη μεγάλη δύναμη της επικοινωνίας συνιστά το πιο κλασικό επικοινωνιακό λάθος, και ο Τραμπ, όπως έδειξε η πρώτη θητεία του, είναι εξόχως επιρρεπής σε αυτό. Ο «πιο επιτυχημένος δημαγωγός στην αμερικανική Ιστορία» (Μερσιέκα) κινδυνεύει από τα μεγάλα θέματα που έχει ανοίξει, αλλά και από το «άστρο» του, τον αμετροεπή εαυτό του.

*O κ. Γεράσιμος Μοσχονάς είναι καθηγητής Συγκριτικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT