Ενα νέο σύστημα στρατιωτικής θητείας, με περισσότερο ελκυστικούς όρους για τους νέους που θα κατατάσσονται στις ένοπλες δυνάμεις, αποφάσισε να καθιερώσει η γερμανική κυβέρνηση, με στόχο τη σημαντική διόγκωση του γερμανικού στρατού τα επόμενα χρόνια. Σε πρώτο χρόνο, το νέο σύστημα θα διατηρήσει τον εθελοντικό χαρακτήρα της στρατιωτικής υπηρεσίας, χωρίς όμως να αποκλείεται η επαναφορά της υποχρεωτικής θητείας, η οποία καταργήθηκε το 2011, εάν τα κίνητρα που θεσπίζονται δεν φέρουν τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.
Μετά τη συνεδρίαση, η οποία για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Αμυνας, ο Φρίντριχ Μερτς δικαιολόγησε την απόφαση επικαλούμενος το νέο περισσότερο ασταθές περιβάλλον ασφαλείας ύστερα από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. «Η Ρωσία είναι και θα παραμείνει η υπ’ αριθμόν 1 απειλή για την ασφάλεια της Ευρώπης», υποστήριξε ο Γερμανός καγκελάριος σε συνέντευξη Τύπου.
Η κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών, της οποίας ηγείται από τον περασμένο Μάιο, προχώρησε σε μια πρωτοφανή, για τα γερμανικά δεδομένα, χαλάρωση των κανόνων δανεισμού της Γερμανίας προκειμένου να αφιερώσει μεγάλα κονδύλια για τον εκσυγχρονισμό της Bundeswehr. «Χρειαζόμαστε όχι μόνο καλά εκπαιδευμένες ένοπλες δυνάμεις, κάτι για το οποίο κινούμαστε ταχύτατα, αλλά και μια Bundeswehr που θα είναι ισχυρή και από αριθμητική άποψη. Μόνο τότε η αποτρεπτική μας δύναμη έναντι της Ρωσίας θα είναι αξιόπιστη», δήλωσε μετά την κυβερνητική συνεδρίαση ο υπουργός Αμυνας Μπόρις Πιστόριους.
Το νέο σύστημα προβλέπει μεγαλύτερες αμοιβές, καλύτερες εργασιακές συνθήκες και μεγαλύτερη ευελιξία ως προς το χρονικό διάστημα της στράτευσης. Στόχος της κυβέρνησης είναι να αυξήσει τον αριθμό των ενστόλων σε ενεργό υπηρεσία, από 181.000 που ήταν στο τέλος του 2024 σε 260.000 μέσα στα επόμενα χρόνια. Σε αυτούς ελπίζεται ότι θα προστεθούν περίπου 200.000 έφεδροι. Ωστόσο η κυβερνητική απόφαση αφήνει στο κοινοβούλιο τη δυνατότητα να επαναφέρει την υποχρεωτική στρατιωτική θητεία, αν ο αριθμός των εθελοντών που θα προσέλθουν δεν κριθεί ικανοποιητικός μέσα στα επόμενα δύο με τρία χρόνια.
Κίνητρα για την προσέλκυση νέων σε εθελοντική βάση, με ανοιχτό το παράθυρο για την επαναφορά της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας.
Κατά τη χθεσινή συνεδρίαση αποφασίστηκε επίσης η ίδρυση Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας για τον καλύτερο σχεδιασμό των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων στρατηγικών στο πεδίο της ασφάλειας. Η δημιουργία του νέου θεσμού συνιστούσε προεκλογική δέσμευση του Μερτς, ο οποίος θα προεδρεύει του Συμβουλίου, με μόνιμα μέλη του οργάνου τους υπουργούς Εξωτερικών, Αμυνας, Εσωτερικών, Οικονομικών, Δικαιοσύνης, Ανάπτυξης και Ψηφιακής Πολιτικής.
Ενα πρώτο τεστ για τη βούληση της γερμανικής πολιτικής ηγεσίας να αναλάβει μεγαλύτερες στρατιωτικές ευθύνες ενδέχεται να πραγματοποιηθεί γρήγορα, στο πλαίσιο των εγγυήσεων ασφαλείας που θα κληθούν να δώσουν Αμερικανοί και Ευρωπαίοι στην Ουκρανία, όταν και εφόσον υπάρξει συμφωνία ειρήνευσης. Ο Μερτς εμφανίζεται ανοιχτός στο ενδεχόμενο να στείλει η χώρα του στρατιώτες στο πλαίσιο μιας πολυεθνικής δύναμης για τη διασφάλιση της ειρήνης, αλλά συναντά αντιδράσεις εκ των ένδον – όχι μόνο από τους Σοσιαλδημοκράτες συμμάχους του στο κυβερνητικό σχήμα, αλλά και από μερίδα των Χριστιανοδημοκρατών. Αρκετοί θεωρούν ότι η Γερμανία, που έχει ήδη στείλει στρατιώτες της στη Λιθουανία για να ενισχύσει την άμυνα της μικρής βαλτικής δημοκρατίας, στερείται των απαιτούμενων πόρων για μια τέτοια υψηλού ρίσκου αποστολή.
Ευρωπαϊκό μαχητικό
Σήμερα και αύριο ο Φρίντριχ Μερτς και ο Εμανουέλ Μακρόν θα προσπαθήσουν να γεφυρώσουν το γαλλογερμανικό ρήγμα που έχει καθηλώσει σε νεκρό σημείο το φιλόδοξο πρόγραμμα FCAS για την κατασκευή ευρωπαϊκού μαχητικού αεροσκάφους έκτης γενιάς, το οποίο θα αντικαταστήσει τα γαλλικά Rafale και τα γερμανοϊσπανικά Eurofighter. Στο κονσόρτσιουμ για την κατασκευή του νέου αεροσκάφους συμμετέχουν η γαλλική Dassault, η ισπανική Indra και η Airbus, αλλά οι Γερμανοί δεν δέχονται την αξίωση των Γάλλων να έχουν τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο στις αποφάσεις του. Οι δύο ηγέτες θα συναντηθούν σήμερα κατ’ ιδίαν στην εξοχική κατοικία του Γάλλου προέδρου, στην Μπρεγκανσόν, ενώ την Παρασκευή θα διεξαχθούν διευρυμένες συνομιλίες των δύο κυβερνητικών αντιπροσωπειών στην Τουλόν.
REUTERS, A.P.

