Η σύνοδος κορυφής Τραμπ–Πούτιν στην Αλάσκα ολοκληρώθηκε χωρίς διπλωματικό αποτέλεσμα, αφήνοντας ανοιχτό το ερώτημα για την έκβαση της ρωσικής εισβολής.
Σύμφωνα με ανάλυση της Wall Street Journal, οι δύο πιο πιθανοί δρόμοι είναι πλέον ορατοί: η Ουκρανία να χάσει τμήμα της επικράτειάς της αλλά να διατηρήσει την κυριαρχία της ή, στον αντίποδα, να χάσει και έδαφος και ανεξαρτησία, επιστρέφοντας στη σφαίρα επιρροής της Μόσχας.
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν απέρριψε την πρόταση για εκεχειρία που θα παγώσει τη γραμμή του μετώπου και θα ανοίξει συζητήσεις για το καθεστώς των εδαφών και τις εγγυήσεις ασφαλείας της Ουκρανίας. Στη δήλωσή του μίλησε για ανάγκη «εξάλειψης των ριζικών αιτιών της κρίσης» και «αποκατάσταση δίκαιης ισορροπίας στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια ασφάλεια» – διατυπώσεις που παραπέμπουν στην πάγια επιδίωξή του για ανασύσταση της ρωσικής επιρροής στην Ανατολική Ευρώπη.
Η αποτυχημένη απόπειρα κατάληψης του Κιέβου το 2022 και οι περιορισμένες έως τώρα ρωσικές προελάσεις δεν αναιρούν το γεγονός ότι η Μόσχα εξακολουθεί να επιδιώκει την πολιτική υποταγή της Ουκρανίας. Από την πλευρά του, το Κίεβο δεν έχει πλέον την ισχύ να ανακτήσει όλα τα κατεχόμενα, ενώ οι ελπίδες για πλήρη εκδίωξη των ρωσικών δυνάμεων έχουν περιοριστεί.
Σενάριο πρώτο: Διαίρεση με προστασία
Ο πρόεδρος Ζελένσκι έχει αφήσει να εννοηθεί ότι είναι διατεθειμένος να διαπραγματευθεί για τα εδάφη, μετά από μια εκεχειρία που θα παγώσει το μέτωπο. Οι Ευρωπαίοι δηλώνουν ότι δεν θα αναγνωρίσουν νομικά τις ρωσικές κατακτήσεις, αλλά είναι έτοιμοι να αποδεχθούν την de facto πραγματικότητα.
Το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την Ουκρανία θα ήταν να περιοριστεί η Ρωσία στο 20% της επικράτειας που ήδη κατέχει, με τη Δύση να εγγυάται την ασφάλεια του υπόλοιπου κράτους. Μια «συμμαχία προθύμων» με επικεφαλής τη Βρετανία και τη Γαλλία προωθεί την ιδέα αποστολής στρατευμάτων στην Ουκρανία ως αποτρεπτική παρουσία, ενώ η Ευρώπη ελπίζει ότι οι ΗΠΑ θα συμμετάσχουν σε σχήμα εγγυήσεων.
Ένα τέτοιο τέλος θα θύμιζε τον κορεατικό πόλεμο του 1953, με τη χώρα διαιρεμένη αλλά προστατευμένη από τη Δύση.
Για τον Πούτιν, ωστόσο, μια τέτοια κατάληξη θα ήταν ιστορική αποτυχία. Θα διατηρούσε μεν τμήματα κατεστραμμένα από τον πόλεμο, αλλά θα έχανε οριστικά το μεγαλύτερο μέρος της Ουκρανίας, βλέποντας μάλιστα δυτικά στρατεύματα να την προστατεύουν.
Σενάριο δεύτερο: Διαίρεση με υποταγή
Η εναλλακτική, που αντιστοιχεί στις μαξιμαλιστικές απαιτήσεις της Μόσχας, προβλέπει ότι το υπόλοιπο ουκρανικό κράτος θα καταστεί ανίσχυρο να αμυνθεί και θα αναγκαστεί να προσαρμόσει το πολίτευμα και τις πολιτικές του στις επιταγές του Κρεμλίνου.
Η Ρωσία ζητά περιορισμό του ουκρανικού στρατού, περιορισμό στη δυτική στρατιωτική βοήθεια και αλλαγές στην εσωτερική πολιτική, από το Σύνταγμα έως την εθνική ταυτότητα. Ένα τέτοιο καθεστώς θα μετέτρεπε την Ουκρανία σε ρωσικό προτεκτοράτο, ισοδύναμο με συνθηκολόγηση.
Μέχρι σήμερα, παρά τις φθορές, ο ουκρανικός στρατός αντιστέκεται, αξιοποιώντας την τεχνολογία των drones και τη φύση του πολέμου που ευνοεί την άμυνα. Όμως, η κόπωση και η αριθμητική υπεροχή της Ρωσίας δημιουργούν τον κίνδυνο εξάντλησης σε βάθος χρόνου.
Οι αναλυτές θεωρούν ότι η Ρωσία διαθέτει περισσότερους πόρους και ανθρώπινο δυναμικό, αλλά η Ουκρανία έχει δείξει προσαρμοστικότητα και αντοχή, διατηρώντας ανοιχτό το αποτέλεσμα.
Μετά τη σύνοδο της Αλάσκας, η προοπτική ειρήνης δεν πλησίασε. Ο πόλεμος συνεχίζεται, και το δίλημμα που απομένει είναι αν η Ουκρανία θα επιβιώσει συρρικνωμένη αλλά ανεξάρτητη ή αν θα καταλήξει ακρωτηριασμένη και υποταγμένη στη Μόσχα.
Πηγή: Wall Street Journal

