Συνάντηση Τραμπ – Πούτιν: Αναγνωριστικές βολές σε ναρκοπέδιο

Συνάντηση Τραμπ – Πούτιν: Αναγνωριστικές βολές σε ναρκοπέδιο

Τι φοβούνται Ευρωπαίοι και Ουκρανοί, πού ποντάρει ο Πούτιν και γιατί αυτή η συνάντηση θα είναι διαφορετική από τις προηγούμενες. Το «Νόμπελ» του Τραμπ αντιμέτωπο με ρωσικά εμπόδια

6' 30" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Το τοπίο ξεκαθαρίζει πλέον, τουλάχιστον επί της διαδικασίας. Πούτιν και Τραμπ αναμένεται να έχουν την πρώτη έπειτα από χρόνια μεταξύ τους συνάντηση την προσεχή Παρασκευή στη στρατιωτική βάση Ελμεντορφ-Ρίτσαρντσον στο Ανκορατζ της Αλάσκας. Η τελευταία φορά που οι δυο τους συναντήθηκαν διά ζώσης, ως πρόεδροι, ήταν κατά την πρώτη θητεία του Τραμπ, τον Νοέμβριο του 2018 στο Μπουένος Αϊρες. Για τον Πούτιν ωστόσο, αυτή θα είναι η πρώτη επίσκεψη στις ΗΠΑ μετά το 2015 και η πρώτη εκτός πλαισίου ΟΗΕ μετά το 2007 (το 2015 ο Ρώσος ηγέτης είχε μεταβεί στη Νέα Υόρκη για να πάρει μέρος στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών).  

Εάν κρίνουμε από όσα είχαν λάβει χώρα κατά τις προηγούμενες συναντήσεις των δύο ηγετών (τον Ιούλιο του 2017 στο Αμβούργο, τον Νοέμβριο του 2017 στο Βιετνάμ, τον Ιούλιο του 2018 στο Ελσίνκι και τον Νοέμβριο του 2018 στο Μπουένος Αϊρες), τότε ο Ρώσος πρόεδρος μπορεί αυτήν την εβδομάδα να παίζει εκτός έδρας, επί αμερικανικού εδάφους, αλλά προσέρχεται στο «γήπεδο» ως «φαβορί».

Σε όλες τις προηγούμενες συναντήσεις, ο Τραμπ είχε βρεθεί να ακολουθεί τη ρωσική γραμμή υιοθετώντας το αφήγημα του Πούτιν κι όχι το αντίστροφο, ειδικά σε σχέση με την καταγγελλόμενη ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016, την οποία διαπιστώνουν μεν οι αμερικανικές υπηρεσίες ασφαλείας αλλά επιμένει να αρνείται η Μόσχα. Θα πρέπει να σημειωθεί ωστόσο, ότι το ρωσικό αφήγημα σε εκείνη την περίπτωση μάλλον «βόλευε» και τον ίδιο τον Τραμπ που ήταν ο (οριακός) νικητής των εκλογών του 2016. Με άλλα λόγια, εάν αποδεχόταν δημόσια τη ρωσική ανάμειξη, ο Ντόναλντ Τραμπ θα ήταν σαν να παραδέχεται σκιές πάνω από την εκλογική του νίκη, μια νίκη που είχε εξασφαλίσει δύσκολα (υπενθυμίζεται ότι ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές του 2016 λόγω εκλεκτόρων, αν και είχε λάβει συνολικά λιγότερες ψήφους από τη Χίλαρι Κλίντον).  

Εν έτει 2025 πια, 42 μήνες έπειτα από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και επτά μήνες έπειτα από την επιστροφή του Τραμπ στον Λευκό Οίκο, το σκηνικό είναι πολύ διαφορετικό, όχι μόνο διεθνώς αλλά και εντός των ΗΠΑ.

Θεωρητικώς, Πούτιν και Τραμπ θα μπορούσαν αυτήν την Παρασκευή να δρομολογήσουν σημαντικότατες εξελίξεις προς την κατεύθυνση μιας –μερικής ή συνολικής, προσωρινής ή διαρκούς– εκεχειρίας στο Ουκρανικό που θα μπορούσε με τη σειρά της να οδηγήσει σε μια μακροπρόθεσμη συνθήκη ειρήνευσης.

Οι Ουκρανοί πιέζουν εδώ και καιρό για εκεχειρία και προσπαθούν, σε αυτό το πλαίσιο, να πάρουν με το μέρος τους τον Τραμπ ώστε να πιέσει κι εκείνος τη Μόσχα προς την ίδια κατεύθυνση. Σε ανάλογο πνεύμα, οι Ευρωπαίοι υπενθυμίζουν την παρουσία τους, διεκδικούν θέση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και καλούν τον Αμερικανό πρόεδρο να εντείνει την πίεση στον Πούτιν. Ο Πούτιν ωστόσο δεν βιάζεται να κατεβάσει τα όπλα. Αυτό είναι πια σαφές. Στον αντίποδα, οι ρωσικές δυνάμεις ανεβάζουν ρυθμούς με στόχο να «αυγατίσουν» όσο το δυνατόν περισσότερο τα κέρδη τους πριν από την όποια μελλοντική ειρηνευτική διευθέτηση.

Η μεγάλη διαφορά σε σχέση με το παρελθόν είναι ότι ειδικά αυτήν τη φορά ο Τραμπ δεν φαίνεται να ταυτίζεται πλήρως με το αφήγημα του Πούτιν. Ο 47ος πρόεδρος των ΗΠΑ κυνηγά –και μάλιστα κατά προτεραιότητα, όπως φαίνεται– το Νόμπελ Ειρήνης. Ο ίδιος φέρεται μάλιστα να θεωρεί ότι σημειώνει σημαντική πρόοδο προς αυτήν την κατεύθυνση. Εάν δεχθούμε ως αληθή όσα ανέφερε σε επίσημη ανακοίνωσή του ο Λευκός Οίκος στις 8 Αυγούστου, τότε ο Ντόναλντ Τραμπ «έχει ήδη φέρει την ειρήνη μεταξύ Ισραήλ και Ιράν, Ινδίας και Πακιστάν, Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν, Αιγύπτου και Αιθιοπίας, Σερβίας και Κοσόβου, Ρουάντας και Κονγκό, Καμπότζης και Ταϊλάνδης, καθώς και μέσα από τις Συμφωνίες του Αβραάμ»… Από την εν λόγω λίστα ωστόσο λείπει το Ουκρανικό στο οποίο ο Τραμπ είχε επενδύσει επικοινωνιακό κεφάλαιο (όταν διεμήνυε ότι εάν εκλεγεί θα τελειώσει τον πόλεμο μέσα σε λίγες ώρες) και χωρίς το οποίο εκείνος δύσκολα θα διεκδικούσε το Νόμπελ. Με άλλα λόγια, αυτήν τη φορά ο Τραμπ όντως θέλει κάτι από τον Πούτιν ο οποίος όμως –με τα μέχρι τώρα δεδομένα– φαίνεται να «παίζει καθυστερήσεις».

Στο πλαίσιο συνέντευξης που παραχώρησε σήμερα στο δίκτυο Bloomberg, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ επισείει το ενδεχόμενο επιβολής νέων κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας, δευτερογενών και μη, εάν οι συνομιλίες Τραμπ – Πούτιν δεν πάνε καλά, επαναφέροντας έτσι μια απειλή στην οποία είχε αναφερθεί και ο ίδιος ο Τραμπ τον περασμένο Ιούλιο και τον περασμένο Μάρτιο.

Τι θα γίνει στην πράξη την προσεχή Παρασκευή στην Αλάσκα; Ο Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος είχε στο παρελθόν ως πρόεδρος της Γαλλίας συμμετάσχει σε διαπραγματεύσεις με τον Πούτιν, εκτιμά ότι ο Ρώσος πρόεδρος θα μιλάει με τις ώρες κάνοντας ιστορικές αναδρομές, προτού δώσει στην αμερικανική πλευρά ένα τυράκι προόδου υπό μορφή νέων μελλοντικών διαπραγματεύσεων. Ο Ολάντ θεωρεί, με άλλα λόγια, ότι ο Πούτιν θα επιχειρήσει και πάλι να κερδίσει χρόνο. Ο Ρώσος ηγέτης έχει επί της ουσίας ήδη κερδίσει πολύ χρόνο και πλέον συνεχίζει στο ίδιο μοτίβο. Ο Τραμπ υποτίθεται ότι του είχε δώσει διορία έως τις 8 Αυγούστου προκειμένου να συμφωνήσει εκεχειρία. Εκείνος ωστόσο συμφώνησε να συναντήσει τον Τραμπ στην Αλάσκα και, εν τω μεταξύ, οι μάχες συνεχίζονται με τους Ρώσους μάλιστα να προελαύνουν σε κάποια σημεία του ανατολικού μετώπου.   

Το ενδεχόμενο να τελειώσουν όλα αυτήν την Παρασκευή προφανώς αποκλείεται, εκτός κι αν οι συνομιλίες λάβουν καταστροφική τροπή και οδηγηθούν σε κατάρρευση, πράγμα πολύ δύσκολο λόγω της προεργασίας που έχει γίνει.

Η εκπρόσωπος Τύπου του Λευκού Οίκου, Κάρολαϊν Λέβιτ, έσπευσε πάντως να κατεβάσει σημαντικά τον πήχυ των προσδοκιών, υποστηρίζοντας ότι Τραμπ και Πούτιν μεταβαίνουν στην Αλάσκα με σκοπό απλώς να «ακούσουν» και να «καταλάβουν καλύτερα» ο ένας τον άλλον. «Στόχος είναι να φύγουμε από αυτήν τη συνάντηση έχοντας κατανοήσει καλύτερα πώς μπορούμε να τερματίσουμε αυτόν τον πόλεμο», δήλωσε η Λέβιτ, παρομοιάζοντας το επικείμενο τετ α τετ με «listening exercise» («άσκηση ακρόασης»). Ο ίδιος ο Τραμπ είχε την περασμένη Δευτέρα υπογραμμίσει την επερχόμενη συνάντηση ως «αναγνωριστική». «Θα δούμε ποιες είναι οι παράμετροι και μετά θα τηλεφωνήσω στον πρόεδρο Ζελένσκι και στους Ευρωπαίους ηγέτες […] Δεν πρόκειται εγώ να κάνω συμφωνία. Δεν εξαρτάται από εμένα να κάνω συμφωνία […] Νομίζω ότι θα πάει καλά, αλλά μπορεί και όχι», δήλωσε ο Τραμπ, υπογραμμίζοντας ότι αναμένει οι συνομιλίες με τον Πούτιν να είναι «εποικοδομητικές». Ως γνωστόν ωστόσο, στη «διπλωματική αργκό» ο όρος «εποικοδομητικές» συνήθως δεν σημαίνει τίποτα ή απλώς χρησιμοποιείται ως «προκάλυμμα» συνομιλιών που δεν οδήγησαν πουθενά.    

Τραμπ και Πούτιν είχαν ήδη την ευκαιρία να ακούσουν ο ένας τον άλλον, κατά τις συνολικά πολύωρες τηλεφωνικές συνομιλίες που προηγήθηκαν τους περασμένους μήνες, ενώ ο (διπλωματικά άπειρος, κτηματομεσίτης στο επάγγελμα) Στιβ Γουίτκοφ έχει ήδη ως ειδικός απεσταλμένος του Λευκού Οίκου πραγματοποιήσει όχι ένα, ούτε δύο, αλλά πέντε ταξίδια στη Μόσχα για επαφές το τελευταίο διάστημα. Η διαφορά είναι ότι τώρα θα συναντηθούν πρόσωπο με πρόσωπο, δεδομένο το οποίο εκ των πραγμάτων γεννά προσδοκίες και αναβαθμίζει το όποιο επικοινωνιακό διακύβευμα.

Η επικείμενη συνάντηση Τραμπ – Πούτιν αποτελεί μεν είδηση από μόνη της, πλην όμως όλοι περιμένουν να δώσει κι άλλες ειδήσεις.  

Ουκρανοί και Ευρωπαίοι φοβούνται ότι ο Πούτιν θα επιχειρήσει να αξιοποιήσει την ευκαιρία με στόχο να σύρει τον Τραμπ πιο κοντά στις ρωσικές θέσεις. Θεωρούν ότι ο Ρώσος ηγέτης μπορεί να επιχειρήσει να «πουλήσει» στον Αμερικανό πρόεδρο ένα «μοντέλο επίλυσης» το οποίο είναι όμως βέβαιο ότι θα είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα της Μόσχας. Για αυτό και κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, υπογραμμίζοντας την απειλή της «εξαπάτησης» που ενδεχομένως να επιχειρηθεί από την πλευρά της ρωσικής ηγεσίας πίσω από τις κλειστές πόρτες της συνάντησης Τραμπ – Πούτιν, μιας συνάντησης στην οποία ο Αμερικανός πρόεδρος πρόκειται να προσέλθει μόνος, χωρίς συμβούλους παρά μόνον με διερμηνείς.

«Ο Τραμπ μόνος του σε ένα δωμάτιο με τον Πούτιν: πρόκειται για συνταγή καταστροφής», γράφει ο Αντριου Ροθ στον Guardian, ενώ οι FT «βλέπουν» τον Αμερικανό πρόεδρο να προσέρχεται στο τετ α τετ του Ανκορατζ «ανεπαρκώς προετοιμασμένος». Τι θα μπορούσε να πάει στραβά; Το πρωί του ερχόμενου Σαββάτου (ώρα Ελλάδας) θα ξέρουμε…   

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT