Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει επιβάλει νέες κυρώσεις στη Ρωσία φέτος, δίνοντας έτσι την ευκαιρία στη Μόσχα να ανακτήσει την πρόσβαση σε χρήματα και σε υλικά (μικροτσίπ, εξαρτήματα κ.ά.) τα οποία τη βοηθούν στη σύγκρουσή της με την Ουκρανία, αναφέρουν οι New York Times.
Μετά την επιστροφή του προέδρου Τραμπ στον Λευκό Οίκο τον περασμένο Ιανουάριο, οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ανακοίνωσαν νέες κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Σε ορισμένες περιπτώσεις, αντιθέτως, προχώρησαν ακόμη και σε χαλάρωση των προϋπαρχόντων περιορισμών, ενώ η Ρωσία έλειπε παράλληλα και από τη λίστα με τις χώρες απέναντι στις οποίες ο Τραμπ ανακοίνωσε αυξημένους δασμούς κατά την καλούμενη «Ημέρα της Απελευθέρωσης».

Τον περασμένο Απρίλιο, για παράδειγμα, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ, το οποίο είναι υπεύθυνο για τη διαχείριση και την επιβολή των κυρώσεων, ήρε αθόρυβα τους περιορισμούς που είχαν επιβληθεί στην Καρίνα Ρότενμπεργκ, σύζυγο του Ρώσου ολιγάρχη Μπόρις Ρότενμπεργκ, ο οποίος είναι παιδικός φίλος του Πούτιν. Η κυρία Ρότενμπεργκ, η οποία έχει και την αμερικανική υπηκοότητα, ήταν μεταξύ των πρώτων που βρέθηκαν αντιμέτωποι με κυρώσεις έπειτα από τη ρωσική εισβολή του 2022.
Τον περασμένο Φεβρουάριο, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ αποφάσισε να «απενεργοποιήσει» την ειδική task force με την ονομασία KleptoCapture, που είχε συσταθεί το 2022 με αποστολή τον εντοπισμό και την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων που ανήκουν σε Ρώσους ολιγάρχες στους οποίους έχουν επιβληθεί κυρώσεις.
Οι κυρώσεις βρέθηκαν τα τελευταία χρόνια στο επίκεντρο των προσπαθειών που κατέβαλλε η Δύση με στόχο να απομονώσει τη Ρωσία έπειτα από την εισβολή της στην Ουκρανία το 2022.
Ωστόσο φέτος αυτές οι ενέργειες έχουν σταματήσει, σύμφωνα με τα στοιχεία που προκύπτουν μέσα από την ανάλυση των New York Times σχετικά με τους περιορισμούς στο εμπόριο, στις χρηματοοικονομικές συναλλαγές και σε άλλες δραστηριότητες που συνδέονται με τη Ρωσία και με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν.
«Η προσέγγιση του Τραμπ στην οικονομική πολιτική είναι να ασκεί πίεση, να αποκτά διαπραγματευτική επιρροή και να προσπαθεί να πετύχει την καλύτερη δυνατή συμφωνία. Ωστόσο, για κάποιον λόγο, στην περίπτωση της Ρωσίας δεν θέλει να ασκήσει πίεση», δηλώνει ο Εντουαρντ Φίσμαν, ανώτερος ερευνητής στο Κέντρο Παγκόσμιας Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Κολούμπια.
Η διοίκηση Τραμπ παρουσιάζεται λοιπόν, από τη μία πλευρά, να χαλαρώνει τις πιέσεις προς τη Ρωσία. Ενώ, από την άλλη πλευρά, την ίδια στιγμή, επιβάλλει νέους περιορισμούς στην αμερικανική στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία, καθώς, όπως έγινε γνωστό χθες, ο πρόεδρος Τραμπ έχει αναστείλει τις παραδόσεις ορισμένων συστημάτων αεράμυνας, βομβών και πυραύλων ακριβείας, επικαλούμενος ως αιτία τις ανησυχίες του Πενταγώνου ότι τα αποθέματα όπλων των ΗΠΑ μειώνονταν.
Με πληροφορίες από New York Times

