Για την ανανέωση της στήριξης των 17 στόχων της βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ με ορίζοντα έως το 2030 συναντώνται σήμερα στη Σεβίλλη παγκόσμιοι ηγέτες με τη συμμετοχή και των προέδρων των ευρωπαϊκών θεσμικών οργάνων.
Βασικός στόχος της διάσκεψης του ΟΗΕ είναι επί της ουσίας να καλυφθεί το «κενό» που αφήνει η Ουάσιγκτον μετά την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να διακόψει τη συνδρομή των ΗΠΑ έναντι των στόχων που συμφωνήθηκαν το 2015, ώστε να εξαλειφθεί η παγκόσμια φτώχεια και να προωθηθεί η βιώσιμη ανάπτυξη έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.
Πρόκειται για την πρώτη τέτοιου είδους διάσκεψη εδώ και δέκα χρόνια και διεξάγεται λίγους μήνες μετά την εξαγγελία του Αμερικανού προέδρου να περικόψει τις δαπάνες που προορίζονται προς τη στήριξη του αμερικανικού προγράμματος ανθρωπιστικής βοήθειας, USAID. Σύμφωνα μάλιστα με υπολογισμούς αμερικανικών οργανισμών, η συνδρομή των ΗΠΑ αναμένεται να πέσει από τα 60 δισ. δολάρια το 2025 στα μόλις 30 δισ. δολάρια το 2026. Ομως, δεν είναι μόνο οι ΗΠΑ που περικόπτουν δαπάνες από τον προϋπολογισμό τους για την παγκόσμια ανθρωπιστική βοήθεια, καθώς αντίστοιχες αποφάσεις έχουν ήδη λάβει η Γαλλία, η Γερμανία και η Βρετανία.
Στο κρίσιμο αυτό ζήτημα αναφέρθηκε στην παρέμβασή της στη διάσκεψη του ΟΗΕ στη Σεβίλλη η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. «Πέρυσι, η αναπτυξιακή βοήθεια παγκοσμίως έφθασε λίγο πάνω από 200 δισ. δολάρια ΗΠΑ», είπε για να προσθέσει ότι το «ετήσιο επενδυτικό χάσμα έναντι των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης ανέρχεται συνολικά σε τρισ. δολάρια». Για να κλείσει αυτό το «κενό», η πρόεδρος της Κομισιόν εκτιμά ότι θα πρέπει να εξευρεθούν νέοι τρόποι «κινητοποίησης» κονδυλίων, που θα αποτελέσει και τον «πυρήνα» του «Συμβιβασμού της Σεβίλλης», που πρόκειται να υπογραφεί σήμερα, όπως ανέφερε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.
«Η Ευρωπαϊκή Ενωση παρέχει το 42% της παγκόσμιας αναπτυξιακής βοήθειας» υπενθύμισε η πρόεδρος της Κομισιόν υπογραμμίζοντας την ανάγκη εξεύρεσης και νέων δωρητών. Για τον λόγο αυτόν, προτείνει τη δημιουργία «κοινών επενδυτικών προγραμμάτων» με άλλους εταίρους, για τον «μέγιστο δυνατό αντίκτυπο», ενώ έδωσε το παράδειγμα της συμφωνίας που υπεγράφη πρόσφατα μεταξύ Ε.Ε και Ινδίας για επενδυτικά προγράμματα σε τρίτες χώρες.
Η δεύτερη πρόταση της προέδρου της Κομισιόν αφορά τη χρήση της «εγχώριας φορολόγησης», που αποτελεί και την «πιο βιώσιμη πηγή χρηματοδότησης για υπηρεσίες όπως η υγειονομική περίθαλψη ή η εκπαίδευση, και ένα δίκαιο φορολογικό σύστημα είναι ζωτικής σημασίας για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων». «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο πρέπει να υλοποιήσουμε τη συμφωνία G20-ΟΟΣΑ για τους διεθνείς κανόνες φορολογίας εταιρειών. Αυτό θα ενισχύσει τα έσοδα στις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Και είναι επίσης θέμα δικαιοσύνης, διότι όλοι πρέπει να πληρώσουν το δίκαιο μερίδιό τους» είπε χαρακτηριστικά.
Και τρίτον, η κινητοποίηση του ιδιωτικού τομέα καθώς αυτός αποτελεί την «καρδιά» του παγκόσμιου επενδυτικού προγράμματος. «Προσελκύουμε ιδιωτικά κεφάλαια σε μετασχηματιστικά αναπτυξιακά έργα που δημιουργούν τοπική ανάπτυξη και τοπικές θέσεις εργασίας. Κατά τα πρώτα 3 χρόνια λειτουργίας της, η Global Gateway έχει κινητοποιήσει σχεδόν 180 δισ. ευρώ σε επενδύσεις στις χώρες εταίρους μας. Είμαστε σε καλό δρόμο να υπερβούμε τον αρχικό μας στόχο των 300 δισ. ευρώ σε 7 χρόνια», σημείωσε η πρόεδρος της Κομισιόν, ενώ δεσμεύτηκε ότι στο φόρουμ της Global Gateway, τον Οκτώβριο, θα ανακοινωθούν και άλλοι στόχοι.
«Το μήνυμά μας είναι απλό: Η Ευρώπη είναι έτοιμη να επενδύσει και να καινοτομήσει. Αυτή την εποχή της παγκόσμιας αβεβαιότητας, μπορείτε να βασίζεστε σε εμάς», τόνισε η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, με μια έμμεση πλην σαφώς αιχμή εναντίον των ΗΠΑ.
Το ίδιο μήνυμα, άλλωστε, έστειλε και από την πλευρά του ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Αντόνιο Κόστα: «Το μήνυμά μας είναι σαφές: η Ε.Ε θα συνεχίσει να αγωνίζεται για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και το μέλλον του πλανήτη. Πρέπει να κινητοποιήσουμε όλους τους πόρους για την επίτευξη των Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης», είπε χαρακτηριστικά.

