Παρά τον καύσωνα με τις υψηλότερες θερμοκρασίες της τελευταίας δεκαετίας, οι Δημοκρατικοί της Νέας Υόρκης προσήλθαν χθες στις κάλπες για τις εσωκομματικές εκλογές ανάδειξης υποψηφίου δημάρχου. Μέχρι τις 9 το βράδυ, όταν και έκλεισαν οι κάλπες, η θερμοκρασία είχε χτυπήσει κόκκινο. Τα αποτελέσματα αιφνιδίασαν τους περισσότερους αναλυτές: ο 33χρονος Ζοράν Μαμντάνι είχε επικρατήσει του πρώην κυβερνήτη Αντριου Κουόμο.
Ο Μαμντάνι, Δημοκρατικός σοσιαλιστής και πολιτειακός νομοθέτης, συγκέντρωσε το 43,5% των ψήφων. Η προεκλογική του ατζέντα επικεντρώθηκε στη μείωση του κόστους ζωής στην αμερικανική μητρόπολη, εξασφαλίζοντας την υποστήριξη εμβληματικών προοδευτικών μορφών όπως ο Μπέρνι Σάντερς και η Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ. Το πρόγραμμά του είχε ιδιαίτερη απήχηση στους νέους, παρά τις επικρίσεις για την περιορισμένη πολιτική του εμπειρία και τις αμφιλεγόμενες για τις ΗΠΑ απόψεις του σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής.
Ο Κουόμο, που αρκέσθηκε σε ποσοστό 36,5%, ηγήθηκε της ακριβότερης καμπάνιας στην ιστορία της πόλης, με χρηματοδότηση εκατομμυρίων δολαρίων και υποστήριξη από πρόσωπα όπως ο Μπιλ Κλίντον, ο Μάικλ Μπλούμπεργκ και ο Μπιλ Ακμαν. Αν και η επίσημη επικύρωση των αποτελεσμάτων θα γίνει την 1η Ιουλίου, ο Μαμντάνι θεωρείται ο de facto εκλεκτός των Δημοκρατικών. «Οπως είπε ο Νέλσον Μαντέλα, κάτι φαίνεται πάντα αδύνατο μέχρι να γίνει», δήλωσε ο ίδιος το βράδυ των εκλογών, ευχαριστώντας τους υποστηρικτές του. Αν επικρατήσει έναντι του Ρεπουμπλικανού Κέρτις Σίλβα τον Νοέμβριο, θα γίνει ο νεότερος, ο πιο προοδευτικός και –24 χρόνια μετά την 11η Σεπτεμβρίου– ο πρώτος μουσουλμάνος δήμαρχος της Νέας Υόρκης.
Οικονομική ατζέντα
Με σύνθημα «Μια πόλη που μπορούμε να αντέξουμε», ο Μαμντάνι εστίασε σε τρία βασικά αιτήματα: δωρεάν λεωφορεία, δωρεάν παιδικοί σταθμοί και «πάγωμα» των ενοικίων. Η πλατφόρμα του βασίστηκε σε απτά, οικονομικά μέτρα και όχι σε θεωρητικά ιδεολογήματα, μια σημαντική διαφοροποίηση από την τακτική των Δημοκρατικών τα τελευταία χρόνια.
Αν κερδίσει στις εκλογές του Νοεμβρίου θα γίνει ο νεότερος, ο πιο προοδευτικός και ο πρώτος μουσουλμάνος δήμαρχος της αμερικανικής μητρόπολης.
«Στη Νέα Υόρκη υπάρχουν τεράστιες ανισότητες: από τη μια, εργαζόμενοι που δεν τα βγάζουν πέρα και από την άλλη, μια ελίτ μεγιστάνων. Το μήνυμα του Μαμντάνι για οικονομική ισότητα αγγίζει την πραγματικότητα πολλών, ειδικά μετά την κρίση του 2008», σχολιάζει ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Georgetown, Μάικλ Κέιζιν. Ο ιστορικός Πίτερ-Κρίστιαν Εγκνερ, διευθυντής του Gotham Center στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, τονίζει πως στις δημοτικές εκλογές της δημοκρατικής αυτής πόλης «επίδικο αποτελεί πάντα το καθημερινό βιοτικό επίπεδο, όχι οι ιδεολογίες».
Δεδομένου ότι πάνω από τα δύο τρίτα των Νεοϋορκέζων ζουν σε ενοικιαζόμενα σπίτια, το αίτημα του Μαμντάνι για «πάγωμα» των ενοικίων αναδείχθηκε καίριο σημείο της προεκλογικής περιόδου. «Τα προβλήματα στέγασης είναι καθρέφτης των μεγάλων οικονομικών πιέσεων, του πληθωρισμού, της στασιμότητας μισθών, των ανισοτήτων στην καθημερινή ζωή των πολιτών», επισημαίνει ο Εγκνερ.
Η Κέιτ Zίμον στήριξε τον Μαμντάνι, ξεχωρίζοντας το «πάγωμα» ενοικίων και την αύξηση του κατώτατου μισθού στο πρόγραμμά του. «Το κόστος ζωής είναι αβάσταχτο», προσθέτει ο Σπύρος Κασάπης, Ελληνας ερευνητής. «Οι προτάσεις του Μαμντάνι για θέματα στέγασης και μετακινήσεων θα βοηθήσουν τους πάντες, ειδικά τους πιο ευάλωτους».
Από το 15% στο 43,5%
Τον Μάρτιο οι δημοσκοπήσεις έδιναν στον Μαμντάνι μόλις 15%, με τον Κουόμο να προηγείται με 39%. Η εντυπωσιακή ανατροπή που καταγράφηκε χθες αποδίδεται από την ίδια την ομάδα του Μαμντάνι στην έξυπνη χρήση των κοινωνικών δικτύων και τη μαζική κινητοποίηση εθελοντών, οι οποίοι φέρονται να επισκέφθηκαν πάνω από ένα εκατομμύριο κατοικίες.
«Το feed μου ήταν γεμάτο με Ζοράν», λέει η Ζίμον, σημειώνοντας ότι τα σατιρικά σύντομα βίντεο του Μαμντάνι την έπεισαν για το πρόγραμμά του. «Ενιωσα πως ήταν ένας υποψήφιος με πραγματική δυναμική, όλοι μου οι φίλοι μιλούσαν γι’ αυτόν. Ηταν η καλύτερη ευκαιρία να νικηθεί ο Κουόμο», συμπληρώνει.
Οι προτάσεις του Μαμντάνι για αύξηση της φορολογίας σε μεγάλες επιχειρήσεις και εισοδήματα άνω του ενός εκατομμυρίου δολαρίων προκάλεσαν αντιδράσεις στην οικονομική ελίτ της πόλης. Ο Μάικλ Μπλούμπεργκ δώρισε 8,3 εκατ. δολάρια στην καμπάνια του Κουόμο, ενώ ο Ελληνοαμερικανός δισεκατομμυριούχος Τζον Κατσιματίδης απείλησε να κλείσει ή να πωλήσει την αλυσίδα σούπερ μάρκετ του σε περίπτωση εκλογής του Μαμντάνι.
Για ψηφοφόρους όπως ο Κασάπης, οι κινήσεις αυτές επιβεβαιώνουν την ανάγκη εκλογής ενός νέου προσώπου: «Το έχουμε δει ξανά με τις προεδρικές εκλογές. Η οικονομική ελίτ αγοράζει επιρροή και προωθεί ακραίες θέσεις. Η καμπάνια του Μαμντάνι δεν στηρίζεται και δεν εξυπηρετεί τα μεγάλα συμφέροντα, αλλά τους καθημερινούς ανθρώπους».
Νέο φαινόμενο;
Αν και η άνοδος ενός σοσιαλδημοκράτη φαίνεται πρωτοφανής, οι Κέιζιν και Εγκνερ εντάσσουν τον Μαμντάνι σε μια μακρά παράδοση προοδευτικών Δημοκρατικών που αντιπαρατίθενται στο Δημοκρατικό Κέντρο. «Εχουν υπάρξει Μαμντάνι και στο παρελθόν», σημειώνει ο Εγκνερ, αναφέροντας τον οικονομολόγο Χένρι Τζορτζ και την υποψηφιότητά του ως εργατικού υποψηφίου στις δημοτικές εκλογές του 1886, καθώς και το Φιλελεύθερο Κόμμα του ’50.
Σε εθνικό επίπεδο η στρατηγική του Μαμντάνι ακολουθεί το παράδειγμα του Μπέρνι Σάντερς: «Η Αριστερά είναι πιο αποτελεσματική όταν λειτουργεί μέσα στο πλαίσιο του Δημοκρατικού κόμματος», υπογραμμίζει ο Κέιζιν. «Ο Μαμντάνι δεν μπορεί να υποσχεθεί ιατρική περίθαλψη, καθώς πρόκειται για ομοσπονδιακό πρόγραμμα, αλλά μπορεί να διεκδικήσει δωρεάν παιδική φροντίδα, μεταφορές και στέγαση».
Εξωτερική πολιτική
Η εμπλοκή του Μαμντάνι σε φιλοπαλαιστινιακές οργανώσεις και στο κίνημα BDS (μποϊκοτάζ, απόσυρση επενδύσεων, κυρώσεις) και η κριτική του στην εξωτερική πολιτική του Ισραήλ, προκάλεσαν έντονες αντιδράσεις σε μια πόλη με μεγάλη εβραϊκή κοινότητα.
Το βράδυ πριν από τις εκλογές ο Μαμντάνι εμφανίστηκε σε κοινή συνέντευξη με τον επίσης υποψήφιο Μπραντ Λάντερ, οικονομικό ελεγκτή της Νέας Υόρκης, ο οποίος είναι Εβραίος. Οι δυο τους έχουν ανακοινώσει αμοιβαία στήριξη ο ένας προς τον άλλον, καλώντας τους ψηφοφόρους να υποστηρίξουν προοδευτικούς υποψηφίους και όχι τον Κουόμο. Ο Μαμντάνι υπογράμμισε ότι «το Ισραήλ, όπως όλα τα κράτη, έχει δικαίωμα ύπαρξης, αλλά και υποχρέωση σεβασμού του διεθνούς δικαίου», ενώ δεσμεύτηκε να «αντιμετωπίσει ενεργά τον αντισημιτισμό».
Η εντυπωσιακή ανατροπή των δημοσκοπήσεων του Μαρτίου
αποδίδεται στην έξυπνη χρήση των κοινωνικών
δικτύων και στη μαζική κινητοποίηση εθελοντών.
Ο Λάντερ ανέφερε πως η κοινή τους εμφάνιση είναι «κάτι ιδιαίτερο: ένας Εβραίος και ένας μουσουλμάνος Νεοϋορκέζοι συνεργάζονται για να προστατεύσουν όλους τους πολίτες». Μαζί δήλωσαν ότι προωθούν πολιτική βασισμένη στον σεβασμό της ανθρωπιάς και στις ανάγκες των πολιτών.
Πέρα από τις απόψεις του στα διεθνή θέματα, πολλοί ανησυχούν για τη σχετική απειρία του στην πολιτική. «Ψήφισα τον Λάντερ γιατί έχει νομοθετική εμπειρία και γνωρίζει τον δημοτικό προϋπολογισμό», εξηγεί η 24χρονη Σοφία. Για άλλους, όμως, το νεαρό της ηλικίας του είναι πλεονέκτημα. «Καταλαβαίνει τα προβλήματα της γενιάς μας», τονίζει ο Ρέτζι Κουόρτι, νεαρός εργαζόμενος στον εκδοτικό χώρο. «Αν δεν ψηφίσουμε νέους με φρέσκες ιδέες, τίποτα δεν θα αλλάξει».
Τα μηνύματα
Ακόμη κι αν ο Μαμντάνι εκλεγεί τον Νοέμβριο, η δύναμή του θα είναι περιορισμένη. «Η Αμερική έχει εμμονή με τους δημάρχους και τους κυβερνήτες», λέει ο Εγκνερ, «αλλά πολλές φορές το κοινό υπερεκτιμά την πραγματική εξουσία των τοπικών παραγόντων». Ο Κέιζιν προβλέπει δυσκολίες στην επίτευξη της προοδευτικής ατζέντας του Μαμντάνι, με αντιστάσεις τόσο από τους Ρεπουμπλικανούς όσο και από κεντρώους Δημοκρατικούς.
Εξι μήνες μετά την επιστροφή του προέδρου Τραμπ στον Λευκό Οίκο, η εκλογή Μαμντάνι αποτελεί κρίσιμη εξέλιξη και οιωνός ανάκαμψης του Δημοκρατικού κόμματος ενόψει των κρίσιμων ενδιάμεσων εκλογών του 2026. Η ακραία κατασταλτική πολιτική του Τραμπ επηρέασε άμεσα τον Λάντερ, ο οποίος συνελήφθη και κρατήθηκε για λίγες ώρες από πράκτορες της ICE επειδή παρακολουθούσε δίκη μεταναστευτικού ενδιαφέροντος.
Το μήνυμα των χθεσινών αποτελεσμάτων είναι σαφές: «Η πόλη χρειάζεται ριζική αλλαγή, η σταδιακή πρόοδος δεν αρκεί», λέει ο Κουόρτι. Ο Κέιζιν συμφωνεί ότι η νίκη Μαμντάνι εκφράζει «μια εθνική επιθυμία για ρήξη με το κατεστημένο».

