Πριν από σχεδόν δύο χρόνια, ο ηθοποιός Τζέρεμι Ρένερ παρασύρθηκε από ένα εκχιονιστικό μηχάνημα επτά τόνων. Στο νέο αυτοβιογραφικό βιβλίο του, περιγράφει τη μοναδική εμπειρία που έζησε ενώ βρισκόταν ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο. Εβλεπε όλη του τη ζωή να περνάει μπροστά από τα μάτια του και ένιωσε μια «συναρπαστική γαλήνη» και μια σύνδεση με τον κόσμο. Εβλεπε επίσης την οικογένεια και τους φίλους του να στέκονται μπροστά του και να του λένε να μην τα παρατήσει.
«Αυτό που ένιωσα ήταν ενέργεια, μια συνεχώς συνδεδεμένη, όμορφη και φανταστική ενέργεια», γράφει ο Ρένερ. «Δεν υπήρχε χρόνος, χώρος ή τόπος, και δεν υπήρχε τίποτα να δω, εκτός από ένα είδος ηλεκτρικής, αμφίδρομης όρασης που δημιουργούνταν από κλωστές αυτής της ακατανόητης ενέργειας, σαν τις γραμμές των φώτων των αυτοκινήτων που φωτογραφίζουμε με κάμερα time-lapse».
Αυτό που περιγράφει ο Τζέρεμι Ρένερ, σύμφωνα με τον δρα Τζέφρι Λονγκ, ιδρυτή του Ιδρύματος Ερευνας Επιθανάτιων Εμπειριών, αποτελεί «κλασικό παράδειγμα επιθανάτιας εμπειρίας», όπως ονομάζουν αυτά τα βιώματα οι ερευνητές. Το ίδρυμα του Λονγκ έχει συγκεντρώσει περισσότερες από 4.000 μαρτυρίες παρόμοιες με εκείνη του Ρένερ. Δεν υπάρχει επιστημονική ομοφωνία για το τι προκαλεί τις επιθανάτιες εμπειρίες. Οποια κι αν είναι η αιτία τους, είναι ικανές να αλλάξουν τη ζωή ενός ανθρώπου. Κάποιοι παύουν να φοβούνται τον θάνατο, άλλοι αλλάζουν καριέρα ή εγκαταλείπουν σχέσεις. Οι αντιδράσεις στις επιθανάτιες εμπειρίες φαίνεται να ξεπερνούν ό,τι έχουν παρατηρήσει οι ερευνητές σε άτομα που ήρθαν κοντά στον θάνατο, αλλά δεν βίωσαν κάτι αντίστοιχο. «Συνήθως, στις τελευταίες περιπτώσεις, το άτομο απλώς εκτιμά περισσότερο τη ζωή», λέει η Μαριέτα Πεχλιβάνοβα, ερευνητική βοηθός καθηγήτρια Ψυχιατρικής και Νευροσυμπεριφορικών Επιστημών στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια, στο Τμήμα Μελετών της Αντίληψης, με αντικείμενο τις επιθανάτιες εμπειρίες.
Γιατί συμβαίνουν
Οι επιθανάτιες εμπειρίες είναι δύσκολο να μελετηθούν, καθώς τα σοβαρά τραύματα και οι απειλητικές για τη ζωή ασθένειες που τις προκαλούν δεν προσφέρονται για ελεγχόμενα πειράματα. Ωστόσο, οι νευροεπιστήμονες έχουν διατυπώσει διάφορες θεωρίες σχετικά με την προέλευσή τους και πολλοί εκτιμούν ότι πρόκειται για αποτέλεσμα μιας σύνθετης αλληλουχίας νευρολογικών και φυσιολογικών διεργασιών.
Σε μια δημοσίευσή τους, που έγινε τον Μάρτιο, επτά ερευνητές πρότειναν μια εξήγηση που συνδέει τις επιθανάτιες εμπειρίες με μια απότομη απελευθέρωση νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο και την ενεργοποίηση συγκεκριμένων υποδοχέων που προκαλούν αίσθηση ηρεμίας και έντονες οπτικές εικόνες. Η ίδια δημοσίευση υποστηρίζει επίσης ότι τέτοιες εμπειρίες μπορεί να συμβαίνουν όταν άνθρωποι που διατηρούν μερική συνείδηση περνούν στάδια ύπνου REM, όπου εμφανίζονται τα πιο ζωντανά και σύνθετα όνειρα. Αλλες επιστημονικές θεωρίες περιλαμβάνουν εκείνη που αφορά τους ίδιους νευροϋποδοχείς μέσω των οποίων δρα η κεταμίνη.
Μια άλλη υπόθεση αποδίδει ορισμένες πτυχές των επιθανάτιων εμπειριών σε δυσλειτουργία μιας περιοχής του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη για την ενοποίηση των αισθητηριακών ερεθισμάτων – όπως η όραση, η ακοή, η κίνηση και η έμφυτη αίσθηση του πού βρισκόμαστε σε μια ενιαία αισθητηριακή εμπειρία.
Αυτό θα μπορούσε να εξηγήσει μία από τις πιο παράξενες εκφάνσεις των επιθανάτιων εμπειριών: το ότι κάποιοι λένε ότι παρακολουθούσαν το σώμα τους από ψηλά και περιγράφουν με ακρίβεια γεγονότα που διαδραματίζονταν γύρω τους και δεν θα μπορούσαν, θεωρητικά, να γνωρίζουν.
Ο δρ Κέβιν Νέλσον, καθηγητής Νευρολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντάκι και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης του Μαρτίου, σημειώνει ότι οι άνθρωποι μπορεί να είναι σε θέση να ακούν ακόμη και όταν φαίνεται να μην ανταποκρίνονται και ότι τα μάτια τους παραμένουν συχνά ανοιχτά κατά τις προσπάθειες ανάνηψης.
Επεξεργασία
Ορισμένοι ερευνητές –καθώς και πολλοί άνθρωποι που έχουν βιώσει επιθανάτιες εμπειρίες– πιστεύουν ότι καμία από τις προτεινόμενες επιστημονικές εξηγήσεις δεν αρκεί για να ερμηνεύσει όλα τα στοιχεία αυτών των βιωμάτων· πρόκειται για αυθεντικές επαφές με τη μετά θάνατον ζωή. Η ιδέα αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τις αρχές πολλών νευροεπιστημόνων, για τους οποίους είναι θεμελιώδης η πεποίθηση πως η συνείδηση προκύπτει αποκλειστικά από τη λειτουργία του εγκεφάλου.
Ο Λονγκ, ο οποίος είναι ιατρός με ειδίκευση στην ακτινοθεραπευτική ογκολογία, πιστεύει ότι η ανθρώπινη συνείδηση πράγματι αποχωρίζεται το σώμα κατά τη διάρκεια επιθανάτιων εμπειριών, με τρόπο που η νευροεπιστήμη αδυνατεί να εξηγήσει.
Η Πεχλιβάνοβα και οι συνάδελφοί της στο Ινστιτούτο του Πανεπιστημίου της Βιρτζίνια πιστεύουν ότι μπορεί να υπάρχει πραγματικός διαχωρισμός ανάμεσα στη συνείδηση και στον εγκέφαλο, παρότι συνεχίζουν να εξετάζουν και τις νευρολογικές ή φυσιολογικές ερμηνείες.

