Κι όμως, η ζημιά είναι πολιτική
Του ΣΤΑΥΡΟΥ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ
Σεπτέμβριος του 2017. Ο Εμανουέλ Μακρόν θα μιλούσε επιτέλους στους Ελληνες. Στην Πνύκα!
Ηταν λίγους μήνες πρόεδρος και η χαρά του δεν κρυβόταν. Χαμόγελα και βλέμμα αισιοδοξίας. Δίπλα του η Μπριζίτ. Σοβαρή! Σχεδόν άκαμπτη. Μονάχα στις επίσημες χειραψίες επέτρεπε μια ρωγμή στην έκφρασή της.
Καθόμουν στην πρώτη σειρά. Μας χώριζαν 10-12 κεφάλια και μπορούσα να βλέπω καθαρά το προεδρικό ζεύγος. Η Μπριζίτ με είχε πιάσει να την παρατηρώ. «Τι θέλει τώρα αυτός;», θα αναρωτιόταν.
Κάποια στιγμή το βλέμμα μου διασταυρώθηκε με αυτό του Μακρόν. Ανασηκώθηκε, ύψωσε τις ενωμένες παλάμες του στο στήθος και μου χαμογέλασε – μια υπόμνηση. Σηκώθηκα και του ανταπέδωσα θερμά τον χαιρετισμό. Ναι, και με μια μικρή κάμψη του κεφαλιού μου.
Πριν γίνει πρόεδρος, είχαμε περάσει ένα πρωινό συζητώντας με φόντο τον Σηκουάνα. Ηταν υπουργός του Ολάντ. Η συνάντησή μας ήταν προγραμματισμένη για 20 λεπτά και κράτησε δύο ώρες! Τα κρουασάν κρύωναν. Ολα τα άλλα ήταν ζεστά στο γραφείο του. Και τους μήνες της ελληνικής κρίσης, είχαμε ανταλλάξει κάποια λίγα μηνύματα στα κινητά μας.
Αλλά έγραφα για την Μπριζίτ. Γιατί τόση αποστασιοποίηση από τη χαρά του άντρα της, αναρωτιόμουν εκεί στην Πνύκα.
Ο Μακρόν έκανε μια καταπληκτική ομιλία. Και έκλεισε με στίχους Σεφέρη:
«Το θαύμα δεν είναι πουθενά / παρά κυκλοφορεί μέσα στις φλέβες του ανθρώπου».
Πεταχτήκαμε όλοι από τις θέσεις μας, τόσο, που τραντάχτηκε η εξέδρα. Εγώ για μία ακόμα φορά αναζήτησα τις αντιδράσεις της. Ηταν όρθια, χειροκροτούσε, αλλά ενθουσιασμός κανένας. «Μια φορά καθηγήτρια, πάντα καθηγήτρια», μονολόγησα, χωρίς να ξέρω ακριβώς τι εννοούσα – μα κάτι μέσα μου συμφωνούσε.
Ναι, είχα παραξενευθεί –όπως νομίζω και όλοι μας– όταν έμαθα πως ο Μακρόν είχε γνωρίσει την Μπριζίτ όταν αυτός ήταν 15 κι εκείνη 40. Ερωτεύθηκε την καθηγήτριά του. Συνέβαινε πιο συχνά εκείνες τις εποχές. «Μόλις είχε κλείσει τα 18 / ήταν όμορφος σαν παιδί / δυνατός σαν άντρας», τραγουδούσε η Dalida τη δεκαετία του ’70 στο αυτοβιογραφικό τραγούδι της «Il venait d’avoir 18 ans».
Και εγώ στην Αγία Βαρβάρα δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από τη γαλλικού μας, που φορούσε μόνο κομψές γόβες. Και οι συμμαθήτριές μου λιγώνονταν με την μπάσα φωνή του μαθηματικού. Και τον ζούσαμε σιωπηλά τον έρωτά μας, εισπράττοντας πειράγματα από τους πιο «σκληρούς».
Ο Εμανουέλ και η Μπριζίτ το έφτασαν μέχρι τον γάμο. Αυτό, ναι, ήταν –και παραμένει– ένα άλυτο μυστήριο. Αλλά δεν θα αποπειραθώ να δώσω εξηγήσεις γι’ αυτήν την οιδιπόδεια επιλογή.
Aλλο με απασχολεί. Γιατί η Μπριζίτ, μετά τόσες δεκαετίες, παραμένει βλοσυρή απέναντι στον «μικρό μαθητή» της και δεν χάνει ευκαιρία να το δείχνει.
Oλα τα ζευγάρια μαλώνουν. Δεν παραξενεύτηκα, λοιπόν, όταν στο Ανόι οι κάμερες «έπιασαν» το χέρι της Μπριζίτ να προσγειώνεται βίαια στο πηγούνι του Γάλλου προέδρου. Η συνέχεια, όμως, που έδωσε η ίδια στο επεισόδιο με εξόργισε.
Εχω δει πολλές φορές το βίντεο, με την εμμονή που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος που 30 χρόνια συνθέτει ιστορίες, πλάνο πλάνο.
Αναλύω, λοιπόν. Ο Μακρόν αντιλαμβάνεται ότι δημοσιογράφοι και κάμερες καταγράφουν τη χειρονομία της γυναίκας του. Παγώνει και σχεδόν ταυτόχρονα προσπαθεί να χαμογελάσει και υποχωρεί στο αθέατο μέρος της σκηνής. Από εκεί που βγήκε το χέρι της Μπριζίτ.
«Μαζέψου, μας είδαν», θα ήταν η ίσως η αντίδρασή του. Ή, αν θέλετε, «τέλος τα παιχνίδια, μας περιμένουν». Και επιστρέφει ξανά στο πλατύσκαλο και χαμογελάει όπως πρέπει. Οπως περιμένουν όλοι να χαμογελάει ένας πρόεδρος. Εκείνη, ανέκφραστη –κέρινη– τον ακολουθεί. Ο Μακρόν της προσφέρει το μπράτσο για να τον πιάσει αγκαζέ (είναι και γαλλική λέξη, ανάθεμά την…). Εκείνη όμως τον αγνοεί…
Και δεν σταματάει εκεί! Σύμφωνα με τους ειδικούς στην ανάγνωση χειλιών, η Μπριζίτ καθώς τον προσπερνάει, του ψιθυρίζει: «Ξεκουμπίσου, χαμένε» – «Dégage, espèce de loser».
Ο Μακρόν κρατάει την ψυχραιμία του και απαντά ήρεμα: «Ας προσπαθήσουμε, σε παρακαλώ» – «Essayons, s’il te plaît».
Δεν με ενδιαφέρει τι πίκρανε την Μπριζίτ. Και δεν ενδιαφέρει και τους Γάλλους. Θυμάστε, ελπίζω, τον εμβληματικό τρόπο με τον οποίο ο Μιτεράν απάντησε σε έναν δημοσιογράφο που τόλμησε να τον ρωτήσει αν έχει παιδί εκτός γάμου. «Και λοιπόν;» – «Et alors?».
Ο Εμανουέλ σ’ αυτό το σαθρό διεθνές πολιτικό περιβάλλον –όπου ο τραμπισμός μεταδίδεται σαν νόσος– αποτελεί μία από τις λίγες σταθερές αξίες. Το ξέρουμε στην Αθήνα, το ξέρουν στην Ευρώπη, το γνωρίζουν ακόμη καλύτερα στη Μόσχα, στην Ουάσιγκτον, στο Πεκίνο… Δημόσιες –σε κοινή θέα– προσβολές στο πρόσωπό του μειώνουν τις φιλελεύθερες αξίες που ο Μακρόν υπερασπίζεται εξ ονόματος όλων μας.
Σταύρος Θεοδωράκης
Η «Libération», όταν πια δημοσιεύθηκε η πρώτη φωτογραφία της «κρυμμένης κόρης», έκανε αυτές τις δύο λέξεις τεράστιο τίτλο. Ενα εξώφυλλο που έμεινε στην ιστορία του Τύπου, να θυμίζει ότι η ιδιωτική ζωή των πολιτικών δεν είναι αντικείμενο δημόσιας κριτικής όταν δεν επηρεάζει τη διακυβέρνηση. Αλλά αποκαλείς τον ύπατο πολιτειακό άρχοντα της Γαλλίας «loser»; Χρησιμοποιείς, δηλαδή, τη φράση που ξεστομίζουν όλα αυτά τα χρόνια κάποιοι ψεκασμένοι –ακροδεξιοί και ακροαριστεροί– και μαζί τα φιλορωσικά τρολ;
Τα ίδια τρολ που πριν από μερικές βδομάδες έστησαν το fake «κόκα στο τρένο» με στόχο τους Μακρόν, Μερτς, Στάρμερ που συνταξίδευαν από το Κίεβο. Και παρουσίασαν μια αμήχανη κίνηση του Γάλλου προέδρου να πάρει από το τραπέζι ένα χρησιμοποιημένο χαρτομάντιλο ως προσπάθειά του να κρύψει την… κόκα.
Προσπάθησα να διαβάσω ό,τι γράφτηκε τελευταία για το περιστατικό στο αεροδρόμιο στο Ανόι. Ακόμη και σχόλια χρηστών στα social είδα.
Γυναίκες –σίγουρες ότι το ατόπημα του Μακρόν είναι ασυγχώρητο– της συνέστησαν να κατέβει από το Cotam Unité και να επιστρέψει στο Παρίσι με την Air France.
Ανδρες συνέδεσαν την απαράδεκτη συμπεριφορά της Μπριζίτ με την ηλικία της: «Μεγάλη γυναίκα», «Στα 73 πάει!».
Λάθος! Εχω φίλες σε αυτές τις ηλικίες που παραμένουν τρυφερές, όμορφες και κάποιες… ερωτεύσιμες.
Τις επόμενες μέρες της περιοδείας του Μακρόν στη Νοτιοανατολική Ασία, έγινε προσπάθεια να ξεχαστεί το «περιστατικό». Και έτσι είδαμε την Μπριζίτ να τον κρατάει από το χέρι, να τον πιάνει αγκαζέ, να του χαμογελάει, να, να…
Η ζημιά, όμως, έγινε. Και την προκάλεσε η Μπριζίτ.
Ο Εμανουέλ σ’ αυτό το σαθρό διεθνές πολιτικό περιβάλλον –όπου ο τραμπισμός μεταδίδεται σαν νόσος– αποτελεί μία από τις λίγες σταθερές αξίες. Το ξέρουμε στην Αθήνα, το ξέρουν στην Ευρώπη, το γνωρίζουν ακόμη καλύτερα στη Μόσχα, στην Ουάσιγκτον, στο Πεκίνο…
Δημόσιες –σε κοινή θέα– προσβολές στο πρόσωπό του, μειώνουν τις φιλελεύθερες αξίες που ο Μακρόν υπερασπίζεται εξ ονόματος όλων μας.
Οι πάντες το καταλαβαίνουμε αυτό. Η γυναίκα του όχι; Λες και βιώνει μια συνεχή προδοσία. «Τον έχω» και τώρα «μου τον αποσπούν».
Πώς το λέει η Εντίθ Πιαφ; «Οταν το πλήθος τον αποσπά από την αγκαλιά μου/ τον παίρνει, κι εγώ χάνω την αγάπη μου για πάντα».

H πολιτική σαν υπερβαρετό σίριαλ
Της ΒΙΒΙΑΝ ΣΤΕΡΓΙΟΥ
Ενιωσα άβολα όταν απλώς άνοιξα το κινητό και το βίντεο με τον Μακρόν που τον δέρνει ελαφρώς η γυναίκα του εμφανίστηκε μπροστά μου. ∆εν ήθελα να το δω. ∆εν θέλω να έχω συναισθήματα για τους πολιτικούς (πράγμα σχεδόν ανέφικτο). Κυρίως δεν θέλω να αισθάνομαι συμπάθεια για λόγους που ουδόλως σχετίζονται με την εργασία τους.
Δεν με νοιάζει να δω την ανθρώπινη πλευρά, δεν έχουν όλοι και όλα ανθρώπινη πλευρά και, τέλος πάντων, όσο είναι εν ενεργεία κανείς κρίνεται για τις πολιτικές του ενέργειες, για παράδειγμα, σχετικά με την ειρήνευση ή τη διακοπή του λιμού στη Γάζα. Τι μ’ ένοιαζε να δω αν τον έδειρε η γυναίκα του;
Ολως παραδόξως, το ίδιο είπαν, αν κατάλαβα καλά, και κυβερνητικές πηγές της Γαλλίας. Σταματήστε να κοιτάζετε τον πρόεδρο από την κλειδαρότρυπα, είπαν. Τη μία λέτε πως τάχα κάνει κοκαΐνη, ενώ απλώς φυσάει τη μύτη του σ’ ένα μαντίλι. Την άλλη ψαχουλεύετε τον γάμο του με μία κατά πολύ μεγαλύτερή του γυναίκα να δείτε πώς πάει, πώς να πάει; Το θέμα είναι ότι υπάρχουν πολύ μεγαλύτερα θέματα και ότι έχουμε χάσει κάθε αίσθηση του μέτρου. Συμφωνώ. Και ισχυρίζομαι πως έτσι έχουμε εκπαιδευτεί.
Μαθημένοι ν’ ασχολούμαστε με τους σκύλους του Ομπάμα ή τους κοιλιακούς του Πούτιν, υπνωτισμένοι από έναν τσαρλατάνο που μιλάει με γρέζι και απρόβλεπτα αφηγηματικά σχήματα, μαθημένοι να μας παίζουν στα δάχτυλα ανέλεγκτα επικοινωνιακά επιτελεία, αναρωτηθήκαμε: Μήπως ο Μακρόν περνάει δύσκολα;
Σε κάθε περίπτωση, δεν ξέρω τι έκανε η σύζυγος του προέδρου, χάθηκε, όμως, μια ευκαιρία να καταδικάσουμε τη βία απ’ όπου κι αν προέρχεται, ίσως γιατί προήλθε από την πλευρά που συνήθως την υφίσταται. Ομως, η βία μπορεί να ξεφυτρώσει από παντού, σαν απάντηση και σαν ερώτηση. Κάλλιστα γυναίκες μπορούν να την ασκήσουν. Μέσα κι έξω από το σπίτι, η λογοτεχνία έχει ήδη αναδείξει αυτά τα θέματα (βλ. «Το Σπίτι Των Ονείρων», Ματσάδο).
Εχοντας πει αυτά, ας μην μπερδευόμαστε. Οπως συνιστά μία αποτυχία για τον φεμινισμό να στέλνονται γυναίκες στο φεγγάρι επειδή είναι ελκυστικές σελέμπριτι που κάνουν νύχια και όχι έγκριτες φυσικομαθηματικοί που κάνουν έρευνα, αντιστοίχως είναι ένα σφάλμα στη στόχευση να ασχολούμαστε με το χαστούκι της Μπριζίτ.
Το αυξημένο ενδιαφέρον για το χαστούκι Μπριζίτ έχει κάτι από την αποχαύνωση μιας ολονυχτίας με βρώμικο φαγητό μπροστά στην τηλεόραση. Τιναχτήκαμε, ύστερα μας ξαναπήρε ο ύπνος. Το σόου συνεχίζεται, πληκτικό, γραμμένο από πρώην ευφάνταστα τυπάκια που εργάζονται εναλλάξ πολιτικό γραφείο και διαφήμιση.
Βίβιαν Στεργίου
Είμαι σίγουρη πως φιλορωσικά αρσενικά τύπου άλφα θ’ ασχοληθούν και θα ενισχύσουν την προπαγάνδα τους περί «εκθηλυμένης» ηγεσίας και άρα «έκπτωτης» τάχα Δύσης, όμως εμάς άλλα πρέπει να μας απασχολήσουν. Πώς θα απεμπλακεί η πολιτική από το λάιφσταϊλ; Πώς θα μειωθεί η ζήτηση για πολιτικούς που ανέχονται να παίξουν τους πιο προβλέψιμους παλιομοδίτικους ρόλους σε σεμνότυφο αμερικανικό σίριαλ προκειμένου να χτίσουν «προφίλ εξουσίας»;
Το αυξημένο ενδιαφέρον για το χαστούκι Μπριζίτ έχει κάτι από την αποχαύνωση μιας ολονυχτίας με βρώμικο φαγητό μπροστά στην τηλεόραση. Τιναχτήκαμε, ύστερα μας ξαναπήρε ο ύπνος. Το σόου συνεχίζεται, πληκτικό, γραμμένο από πρώην ευφάνταστα τυπάκια που εργάζονται εναλλάξ πολιτικό γραφείο και διαφήμιση. Σ’ αυτό το πλαίσιο τίποτα ειλικρινές δεν μπορεί να ειπωθεί και η αίσθηση των ανθρώπων (αίσθηση του 20ού αιώνα ήδη) ότι η πολιτική μοιάζει με θέατρο επιτείνεται. Η Μπριζίτ είχε το κλασικό ξέσπασμα του δευτεροκλασάτου ηθοποιού που δεν του δίνουν λόγια.
Η κ. Βίβιαν Στεργίου είναι συγγραφέας.

Από τη Μιμή στην Μπριζίτ
Του ΒΑΣΙΛΗ ΒΑΜΒΑΚΑ
Από το νεύμα του Ανδρέα Παπανδρέου στη ∆ήμητρα Λιάνη στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, στο χαστούκι της Μπριζίτ στον Εμανουέλ Μακρόν στο αεροδρόμιο του Ανόι, μεσολαβούν πολλά χιλιόμετρα και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες. Ομως, ούτε ο χρόνος από μόνος του ούτε οι υπαρκτές κοινωνικές και πολιτικές αποστάσεις μεταξύ γαλλικής και ελληνικής κοινωνικοπολιτικής πραγματικότητας επαρκούν για να καταλάβουμε τα δύο εικονικά στιγμιότυπα που με ένα παράξενο τρόπο έχουν περισσότερες ομοιότητες από διαφορές.
Το αινιγματικό σκαμπίλι της κυρίας Μακρόν αποτελεί μια τομή ανεξάρτητα από τον λόγο που το προκάλεσε. Ανεξάρτητα από το αν ήταν κίνηση αβρότητας ή επιθετικότητας, το σημαινόμενο –όπως θα έλεγαν οι σημειολόγοι– που παρήγαγε υπερβαίνει τις γνωστές σημασίες μιας χειροδικίας. Ποτέ στο παρελθόν ένας άνδρας πολιτικός ηγέτης δεν έδειξε πιο ευάλωτος απέναντι στη σύζυγό του. Συναισθηματικά εξαρτημένος και πραγματικά αδύναμος να αντιδράσει, έστω και να επινοήσει μια χειρονομία αποκατάστασης της εικόνας του.
Είναι ξεκάθαρο ότι το πατριαρχικό μοντέλο ηγέτη που βρίσκει την ιδιόμορφη επανασύστασή του στην περίπτωση του Τραμπ υπέστη –πιθανότατα ασχεδίαστα– ένα σημαντικό ρήγμα. Πάνω σε αυτό, άλλωστε, έχουν βαδίσει σχεδόν όλες οι ανεπτυγμένες χώρες, με πρώτη από όλες την ίδια τη Γαλλία. Μιτεράν, Σιράκ, Ολάντ, χαρακτηριστικά παραδείγματα που ο ηγέτης (χαρισματικός ή μη) οργανώνει την εξουσία του όχι μόνο γύρω από την πολιτική διαχείριση, αλλά και τη δύναμά του να καταπατά και να αποκρύπτει –αποτελεσματικά ή όχι– τους συζυγικούς όρκους, να εκμεταλλεύεται τη μη πολιτικότητα των ερωτικών σχέσεων για να δείχνει ότι είναι υπεράνω συμβατικών κανόνων.
Το πατριαρχικό μοντέλο ηγέτη που βρίσκει την ιδιόμορφη επανασύστασή του στην περίπτωση του Τραμπ υπέστη –πιθανότατα ασχεδίαστα– ένα σημαντικό ρήγμα. Πάνω σε αυτό, άλλωστε, έχουν βαδίσει σχεδόν όλες οι ανεπτυγμένες χώρες, με πρώτη από όλες την ίδια τη Γαλλία. Μιτεράν, Σιράκ, Ολάντ, χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Βασίλης Βαμβακάς
Δεν χρειάζεται να επεκταθούμε στο παράδειγμα του Μπιλ Κλίντον ή του Σίλβιο Μπερλουσκόνι για να θυμίσουμε τη μακρά ιστορία της πολιτικής εξουσίας διεθνώς να «επιδεικνύει» τον ανδρισμό της.
Αν θέλει, πάντως, κάποιος να αναζητήσει ένα παραπλήσιο περιστατικό, τότε πράγματι πρέπει να πάει στην Ελλάδα της δεκαετίας του ’80, στην επιστροφή από την νοσηλεία του στο Χέρφιλντ του τότε μεγάλου ηγέτη, και αναμφισβήτητα φορέα μιας ανδροπρεπούς εξουσίας, Ανδρέα Παπανδρέου. Το περιβόητο νεύμα στη μέχρι τότε ερωμένη και μετέπειτα σύζυγό του Δήμητρα Λιάνη δεν αποτέλεσε απλώς τη γενναία –όπως από πολλούς προσελήφθη τότε– κίνηση νομιμοποίησης μιας «παράνομης» σχέσης που είχε μονοπωλήσει το ενδιαφέρον της σκανδαλοθηρικής δημοσιογραφίας. Σηματοδότησε επίσης την «πρόσκληση» στο πολιτικό προσκήνιο μιας τότε άγνωστης γυναίκας, η οποία μάλιστα στην πρωθυπουργική θητεία του Ανδρέα Παπανδρέου τη δεκαετία του 1990 φαίνεται να έπαιξε κάτι παραπάνω από τον ρόλο της απλής συζύγου στο πλάι του ισχυρού, αλλά αποδυναμωμένου πολιτικού ανδρός.
Η εξάρτηση της ανδρικής ηγετικότητας από μια γυναικεία εξουσία-επιρροή και η σχεδόν αναγκαστική αποδοχή της είναι το κοινό σημείο ανάμεσα στα δύο περιστατικά, εκτός βεβαίως από το φόντο ενός αεροπλάνου. Ακόμη και αν στα δύο παραδείγματα οι πρωταγωνιστές αποτελούν αντίστροφες περιπτώσεις όσον αφορά την ηλικιακή διαφορά, ακόμη και αν ο σκανδαλισμός που έχουν προκαλέσει στην κοινή γνώμη τα δύο ζεύγη έχει εντελώς αποκλίνουσες πολιτισμικές σημασίες, τα δύο περιστατικά, το χαστούκι και το νεύμα, συνιστούν σημεία αποδιοργάνωσης του ανδρισμού της εξουσίας.
Στην περίπτωση, βεβαίως, του Ανδρέα Παπανδρέου η αποδιοργάνωση αυτή διαμεσολαβήθηκε από τη δημόσια ομολογία της εξωσυζυγικής σχέσης, ενώ στην περίπτωση του Εμανουέλ Μακρόν αποκαλύφθηκε κατά λάθος με την αμήχανη υποταγή στη γυναικεία κίνηση κυριαρχίας. Ομως και τα δύο παραδείγματα εξαναγκασμένου «ιπποτισμού» φανερώνουν ότι στη δημοκρατική πολιτική την εποχή της πολύμορφης διαφάνειας, το ιδιωτικό δεν μπορεί να μην είναι δημόσιο και η κυριαρχική (πολλές φορές ερωτική) μορφή εξουσίας δεν έχει φύλο.
Ο κ. Βασίλης Βαμβακάς είναι καθηγητής Κοινωνιολογίας και Επικοινωνίας, ΑΠΘ.
Ο θόρυβος και το είδωλο
Του ΝΙΚΟΥ ΑΛΙΑΓΑ
Μια εικόνα. Λίγα δευτερόλεπτα. Ενα χέρι που αγγίζει ένα πρόσωπο. Η Μπριζίτ Μακρόν φαίνεται να απλώνει το χέρι της στο πρόσωπο του Εμανουέλ Μακρόν κατά την έξοδό του από το προεδρικό αεροπλάνο στο Ανόι. Ο Γάλλος πρόεδρος αντιδρά με ένα απότομο βήμα πίσω, βλέπει τις κάμερες, χαμογελάει με αμηχανία και χαιρετάει. Το στιγμιότυπο διακινείται από το Associated Press, κατακλύζει τα κοινωνικά δίκτυα, σχολιάζεται, παρερμηνεύεται και γίνεται παγκόσμια είδηση.
Το Μέγαρο των Ηλυσίων αρχικά διαψεύδει, μιλάει για fake βίντεο· στη συνέχεια ανασκευάζει: «Ενας καβγάς τρυφερότητας», «μια στιγμή οικειότητας». Ο ίδιος ο Μακρόν αστειεύεται: «Παίζαμε». Μα το κακό έχει γίνει. Αυτό που ήταν μια φευγαλέα στιγμή μετατρέπεται σε κρατικό ζήτημα. Το ιδιωτικό γίνεται δημόσιο.
Το πρόβλημα δεν είναι η απρόσμενη σκηνή, είναι η ταχύτητα με την οποία το κοινό διψάει για εξήγηση πριν καν διαμορφώσει ερώτημα. Κρυσταλλοποιεί την παθολογική μας ανάγκη να δώσουμε υπέρμετρη διάσταση στην εικασία. Δεν ξέρουμε πια να κοιτάμε χωρίς να ερμηνεύουμε, να σχολιάζουμε χωρίς να διογκώνουμε. Το πιθανό ξεπέρασε το αληθινό, χωρίς ανάλυση, χωρίς απόσταση, μόνο για να ικανοποιήσει το πεινασμένο βλέμμα της κατανάλωσης. Το αληθοφανές θυσίασε την αλήθεια στον βωμό του όχλου.
Το ζήτημα δεν είναι η οντολογική φύση του πλάνου της απρόσμενης «σκηνής» του προεδρικού ζεύγους, αλλά το γεγονός ότι η εκμετάλλευση μιας στιγμής επισκιάζει την ουσία, λες και η διπλωματική ατζέντα του προέδρου στη Νοτιοανατολική Ασία περιορίζεται σε μια χειρονομία. Δεν πρόκειται για πολιτική, αλλά για θόρυβο που μεταμφιέζεται σε είδηση.
Νίκος Αλιάγας
Χάσαμε τη σημειολογία της εικόνας. Κάποτε η εικόνα διαβαζόταν σαν κείμενο, με τα πλάνα της, τις σιωπές της, τις προθέσεις της και τα αίτιά της. Σήμερα δεν αποκωδικοποιείται· καταναλώνεται. Η εικόνα βρίσκεται πλέον αποσπασμένη από το πλαίσιο, κατακερματισμένη, επαναλαμβανόμενη, δεν αποκαλύπτει τίποτε άλλο από αυτό που προβάλλουμε εμείς πάνω της. Η κάμερα δεν δείχνει· υποδεικνύει. Το βλέμμα δεν αποκρυπτογραφεί· κρίνει.
Η εικόνα γίνεται πρώτη ύλη για συλλογική αφήγηση, στερημένη από την οικειότητα, πλημμυρισμένη από τον σχολιασμό. Η εικόνα δεν είναι πλέον ένδειξη, γίνεται ετυμηγορία, αποδεικτικό στοιχείο της άποψης. Ενα σπαρακτικό παράδοξο: όσο πιο μικρή η πληροφορία, τόσο μεγαλύτερη η βεβαιότητα που προκαλεί.
Φετιχοποιούμε τις λεπτομέρειες, γιατί δεν αντέχουμε την αδυναμία μας να κατανοούμε έναν κόσμο που αλλάζει τους κανόνες με γοργούς ρυθμούς. Ο συγγραφέας Μπορίς Σιριλνίκ το λέει ξεκάθαρα: «Το κακό της εποχής μας είναι η ταχύτητα με την οποία κρίνουμε χωρίς να περνάμε από τη διαδικασία της κατανόησης». Αυτό που πιστεύουμε ότι βλέπουμε μετράει περισσότερο από αυτό που είναι.
Το βλέμμα δεν ερευνά, αποφαίνεται. Το είδωλο πήρε την εξουσία σε έναν κόσμο όπου το φαίνεσθαι έχει γίνει αυθεντία. Επιστρέψαμε στο σπήλαιο του Πλάτωνα, εκεί όπου η σκιά μετατρέπεται σε αρχέτυπο εν αγνοία μας. Οπως γράφει ο φιλόσοφος Ζαν-Φρανσουά Ματεΐ στο βιβλίο «Η δύναμη του ειδώλου» (La Puissance du Simulacre): «Το είδωλο δεν είναι πια το προσωπείο μιας απούσας πραγματικότητας· έχει γίνει το σημείο αναφοράς».
Στην εποχή της τεχνητής νοημοσύνης, η πληροφορία δεν διαφωτίζει πια· προκαλεί μόνο εντύπωση και αντίδραση. Κάποια δημοσιογραφικά δίκτυα, ακολουθώντας τη νευρικότητα της κοινωνικής δικτύωσης, εγκλωβίζονται περισσότερο στην αίσθηση παρά στη σκέψη. Το θέμα πουλάει και η αγορά φλέγεται, οι φωνές συγχωνεύονται σε μια γενικευμένη σύγχυση και το ιδιωτικό γίνεται θέαμα. Το σχόλιο προηγείται της έρευνας. Η φόρμα συνθλίβει το περιεχόμενο και η εικόνα αλλοιώνεται.
Το ζήτημα δεν είναι η οντολογική φύση του πλάνου της απρόσμενης «σκηνής» του προεδρικού ζεύγους, αλλά το γεγονός ότι η εκμετάλλευση μιας στιγμής επισκιάζει την ουσία, λες και η διπλωματική ατζέντα του προέδρου στη Νοτιοανατολική Ασία περιορίζεται σε μια χειρονομία. Δεν πρόκειται για πολιτική, αλλά για θόρυβο που μεταμφιέζεται σε είδηση.
Οταν διογκώνουμε το ασήμαντο, διαβρώνουμε το νόημα. Χρειαζόμαστε πυξίδα. Ιεράρχηση γεγονότων. Επιφύλαξη στο βλέμμα. Σκέψη που δεν παραδίνεται στο εφήμερο συναίσθημα. Ειδάλλως κινδυνεύουμε να ζήσουμε «την τυραννία του παρόντος», όπως την αποκαλεί ο Σιριλνίκ. Και τότε δεν θα είναι μόνο η εικόνα που θα διαστρεβλώνει τo γεγονός, αλλά η ίδια η εξάλειψη της πραγματικότητας προς όφελος του ειδώλου της. Και ίσως, τότε, να μη θυμόμαστε πια ούτε τι πραγματικά συνέβη.
Ο κ. Νίκος Αλιάγας είναι δημοσιογράφος που ζει στη Γαλλία.
Το θαυματουργό χαστούκι
Της ΛΕΝΑΣ ΔΙΒΑΝΗ
Ούτε στα καλύτερα όνειρά μου δεν θα πίστευα ότι ένα χαστούκι θα έφτανε για να συνειδητοποιήσουν όλοι ξαφνικά, Ευρωπαίοι, Αμερικανοί, Αφρικανοί και Ασιάτες, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, ότι η βία δεν είναι κάτι συνηθισμένο στον καθ’ ημέραν βίο –κατακριτέο μεν θεωρητικά, αλλά εντάξει μωρέ, το ένα έφερε το άλλο, ανάψαν τα αίματα, γίνονται αυτά στα ζευγάρια– αλλά κάτι απεχθές και επονείδιστο.
Οταν λέμε όλοι, βεβαίως, δεν εννοούμε όλοι. Εκατομμύρια γυναίκες το είχαν συνειδητοποιήσει αυτό από χρόνια. Γυναίκες που τις κλειδώνουν στα υπόγεια, τις πλακώνουν στις κλωτσιές για να «μαλακώσουν» και να βγουν μετά υποταγμένες στην πορνεία, γυναίκες που απαγορεύεται να τις εξετάσει γιατρός, να πάνε στο σχολείο, γυναίκες που βιάζονται και μετά εξευτελίζονται στα δικαστήρια με ερωτήσεις του τύπου «μήπως φορούσατε στριγκάκι;», κορίτσια που βιάζονται και μετά υποχρεούνται να γεννήσουν τον καρπό του βιαστή τους.
Αυτές το είχαν φάει στο πετσί τους το λεπίδι της βίας και ήξεραν τι ουλές αφήνει. Προσπαθούσαν λοιπόν ήρεμα, δειλά στην αρχή, να εξηγήσουν στους άνδρες συντρόφους τους ότι δεν τις σκοτώνουν γιατί τις αγαπούν, αλλά γιατί τις θεωρούν κτήμα τους που τολμά να σηκώσει κεφάλι. Επιχείρησαν επίσης με κάθε τρόπο (βιβλία, συνέδρια, ψυχαναλυτικά σεμινάρια, πανεπιστημιακές διαλέξεις, διαδηλώσεις, ακόμη και στο TED X έφτασαν) να αποδείξουν στους άνδρες συντρόφους τους ότι η πατριαρχία βλάπτει σοβαρά τις ανθρώπινες σχέσεις, τον πυρήνα κάθε ύπαρξης, την ελευθερία και το δικαίωμα να διαλέξουμε όλα τα πλάσματα αυτής της γης τον τρόπο με τον οποίο θέλουμε να ζήσουμε.
Ε, λοιπόν, αυτό που θεωρούσαμε εμείς αυτονόητο αποδείχθηκε τόσο παγκοσμίως δυσνόητο, που με έχει αφήσει με το στόμα ανοιχτό. Φυσικά, κάποιοι άντρες το κατάλαβαν, γίναν σύμμαχοί μας. Οι περισσότεροι όμως επαναλαμβάνουν σαν παπαγάλοι ότι η βία είναι εγγενής στην ανθρώπινη φύση, τη γουστάρουμε κι εμείς οι γυναίκες κι ας μην το ομολογούμε, μπορεί να είναι σέξι τα χαστούκια και οι κλωτσιές. Η μόνη χαραμάδα φωτός μού ήρθε από ένα δεκάχρονο αγόρι σ’ ένα σχολείο όπου με κάλεσαν πρόσφατα να μιλήσω για την ισότητα. Απευθυνόμουν αρχικά στα κορίτσια, όταν ο Μενέλαος με διέκοψε και με ρώτησε: «Δηλαδή, κυρία, εμείς είμαστε κακοί;».
Ενα χαστούκι κατάφερε το ακατόρθωτο: άνοιξε τα μάτια της παγκόσμιας ανδρόσφαιρας, που έσπευσε αγανακτισμένη να καταδικάσει επιτέλους την έμφυλη βία. Η ανθρωπότητα έκανε ένα βήμα μπροστά (ακούγονται χειροκροτήματα). Βεβαίως μετά έκανε 1.000 πίσω. Το «θύμα» γελοιοποίησαν πάλι: «Ο Μακρόν αξίζει την απόλυτη περιφρόνηση», «τέτοιοι άνδρες κρατούν την τύχη μας στα χέρια τους;». Αυτά γράψαν οι παντελονάτοι (και μερικές παντελονάτες) στα σόσιαλ.
Λένα Διβάνη
Γελάσαμε όλοι με την αθώα, αλλά αγωνιώδη αναρώτησή του. «Οχι, αγάπη μου, καθόλου κακοί δεν είστε», του είπα. «Απλώς σας μεγαλώνουν έτσι εσάς τα αγόρια, που δεν καταλαβαίνετε ακόμη ότι το να θέλεις να γίνεις παραδοσιακός μάτσο άνδρας δεν θα αδικήσει μόνον τα κορίτσια, αλλά και σε σένα μόνο προβλήματα θα φέρει. Σκέψου: θα πρέπει εσύ να αναλάβεις να είσαι ο κουβαλητής στην οικογένειά σου, να καθαρίζεις στα δύσκολα, να μη μασάς, να μην κλαις όταν σε αδικούν και σε πικραίνουν, να είσαι πάντα δυνατός, να νικάς τους εχθρούς σου, να έχεις την καλύτερη δουλειά, λεφτά και εξουσία. Πόσο δύσκολο είναι να το καταφέρεις αυτό; Γιατί αν δεν το καταφέρεις, οι άλλοι μάτσο άνδρες θα σε πουν αδερφή και γελοίο και άνδρα της καρπαζιάς». Το αγοράκι κούνησε το κεφάλι. Το κατάλαβε, το είδα στα μάτια του. Ενας «παντελονάτος» λιγότερος, σκέφτηκα. Τυχερή αυτή που θα τον αγαπήσει.
Προχθές, λοιπόν, όλα αυτά άλλαξαν. Ενα χαστούκι κατάφερε το ακατόρθωτο: άνοιξε τα μάτια της παγκόσμιας ανδρόσφαιρας που έσπευσε αγανακτισμένη να καταδικάσει επιτέλους την έμφυλη βία. Η ανθρωπότητα έκανε ένα βήμα μπροστά (ακούγονται χειροκροτήματα). Βεβαίως, μετά έκανε 1.000 πίσω. Το «θύμα» γελοιοποίησαν πάλι: «Ο Μακρόν αξίζει την απόλυτη περιφρόνηση», «τέτοιοι άνδρες κρατούν την τύχη μας στα χέρια τους;». Αυτά γράψαν οι παντελονάτοι (και μερικές παντελονάτες) στα σόσιαλ. Τον είχαν στην μπούκα ούτως ή άλλως. «Ακούς εκεί να ζει με μια μεγαλύτερη, ασκημότερη γυναίκα και να τον βαράει κι από πάνω», έγραψε στο Facebook ο Μάκης, ο γείτονάς μου, γνήσιο αρσενικό, ετών 42, που ζει με τη μαμά του γιατί απολύθηκε πάλι. Κάθε φορά που απολύεται, ακούμε τη μαμά του στον φωταγωγό να εκτοξεύει παντόφλες και να τον αποκαλεί «άχρηστο κρέας».
Κατάλαβες, Μενέλαε;
Η κ. Λένα Διβάνη είναι συγγραφέας, ιστορικός, τ. καθηγήτρια στο ΕΚΠΑ.

