Ανώτατοι οικονομικοί αξιωματούχοι από τις επτά πλουσιότερες χώρες του κόσμου, παραμέρισαν τις διαφορές τους ως προς τους δασμούς των ΗΠΑ και συμφώνησαν να αντιμετωπίσουν τις παγκόσμιες «οικονομικές ανισορροπίες». Κάτι που θα μπορούσε να σηματοδοτεί επερχόμενη από κοινού «επίθεση» στις εμπορικές πρακτικές της Κίνας.
Στο ανακοινωθέν των υπουργών Οικονομικών της Ομάδας των Επτά και των διοικητών των κεντρικών τραπεζών τους, το οποίο εκδόθηκε χθες, Πέμπτη, έπειτα από την τριήμερη συνάντησή τους στον Καναδά, δεν υπάρχει αναφορά στην παραδοσιακή υπεράσπιση του ελεύθερου εμπορίου. Ενώ, σε σχέση με πέρυσι, έχει αμβλυνθεί η κριτική σε βάρος της Ρωσίας για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
«Βάναυσος» αλλά όχι «παράνομος» πόλεμος
Οι επικεφαλής των οικονομικών της G7 καταδικάζουν τον «συνεχιζόμενο βάναυσο πόλεμο» της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και προειδοποιούν ότι εάν αποτύχουν οι προσπάθειες κατάπαυσης του πυρός, θα διερευνήσουν όλες τις πιθανές επιλογές, συμπεριλαμβανομένης της «περαιτέρω ενίσχυσης των κυρώσεων».
Η περιγραφή του πολέμου της Ουκρανίας αποδυναμώθηκε σε σχέση με τη δήλωση της G7 του Οκτωβρίου -πριν από την επανεκλογή του Τραμπ- όπου γινόταν λόγος για «παράνομο, αδικαιολόγητο και απρόκλητο επιθετικό πόλεμο κατά της Ουκρανίας».
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ περιόρισε την υποστήριξη των ΗΠΑ προς την Ουκρανία, ενώ υπέδειξε το Κίεβο ως υπαίτιο για τη σύγκρουση στην προσπάθεια να πείσει τη Ρωσία να προσέλθει σε ειρηνευτικές συνομιλίες.
Πάντως, τα περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας στις δικαιοδοσίες της G7 θα παραμείνουν «παγωμένα» έως ότου η Μόσχα τερματίσει τον πόλεμο και πληρώσει για τη ζημιά που προκάλεσε στην Ουκρανία, αναφέρει το ανακοινωθέν.
Επιπλέον, οι υπουργοί της G7 δεσμεύτηκαν να συνεργαστούν για να διασφαλίσουν ότι καμία χώρα που χρηματοδοτεί ή ενισχύει τη Ρωσία δεν θα επωφεληθεί από την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, χωρίς να κατονομάσουν την Κίνα ή άλλες χώρες, τις οποίες η Δύση έχει κατηγορήσει ότι προμηθεύουν εξαρτήματα στη Ρωσία, αψηφώντας τις κυρώσεις.
Στο στόχαστρο το Πεκίνο

Το ανακοινωθέν αναφέρει ακόμη ότι τα μέλη της G7 θα συνεχίσουν να παρακολουθούν «πολιτικές και πρακτικές εκτός αγοράς», που συμβάλλουν σε ανισορροπίες στο παγκόσμιο εμπόριο.
Στη δήλωση δεν υπάρχει και πάλι σαφής αναφορά στην Κίνα, αλλά οι «πολιτικές εκτός αγοράς» αναφέρονται συνήθως στις εξαγωγικές επιδοτήσεις και στις συναλλαγματικές πρακτικές του Πεκίνου, οι οποίες, σύμφωνα με την κυβέρνηση Τραμπ, δίνουν πλεονέκτημα στη χώρα στο διεθνές εμπόριο.
«Συμφωνούμε ως προς τη σημασία των ισότιμων όρων ανταγωνισμού και την υιοθέτηση μιας ευρέως συντονισμένης προσέγγισης για να αντιμετωπίσουμε τη ζημία που προκαλείται από όσους δεν τηρούν τους ίδιους κανόνες και στερούνται διαφάνειας», αναφέρει το ανακοινωθέν.
Αναγνωρίζει επίσης αύξηση των διεθνών αποστολών πακέτων χαμηλής αξίας που, όπως αναφέρει, μπορεί να κατακλύσουν τα τελωνεία και τα συστήματα είσπραξης φόρων και να χρησιμοποιηθούν για λαθρεμπόριο ναρκωτικών και άλλων παράνομων αγαθών.
Κινεζικές εταιρείες ηλεκτρονικού εμπορίου, όπως η Shein και η Temu έχουν εκμεταλλευτεί το αφορολόγητο καθεστώς για πακέτα αξίας μικρότερης των 800 δολαρίων.
Η κινεζική πρεσβεία στην Οτάβα δεν σχολίασε το ανακοινωθέν της G7.
«Βρήκαμε κοινό έδαφος»
Η τελευταία συνάντηση των ανώτατων οικονομικών αξιωματούχων από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, τη Βρετανία, την Ιαπωνία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και την Ιταλία έγινε σε καλύτερο κλίμα σε σχέση με την προηγούμενη των υπουργών Εξωτερικών της G7, που είχε πραγματοποιηθεί τον Μάρτιο, επίσης στον Καναδά.
Τότε, ο Αμερικανός πρόεδρος εξαπέλυε απειλές ότι θα επέβαλε σκληρούς δασμούς στον Καναδά και ότι η χώρα θα γινόταν η 51η πολιτεία των ΗΠΑ.
Πριν από τη συνάντηση, υπήρχαν αμφιβολίες σχετικά με το εάν θα κατέληγε σε κοινό ανακοινωθέν. Ωστόσο, έπειτα από τρεις ημέρες συνομιλιών, οι συμμετέχοντες υπέγραψαν το μακροσκελές κείμενο που αναφέρεται, μεταξύ άλλων και στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής.
«Βρήκαμε κοινό έδαφος για να αντιμετωπίσουμε τα πιο πιεστικά παγκόσμια ζητήματα», τόνισε ο Καναδός υπουργός Οικονομικών Φρανσουά Φίλιπ Σαμπάν στη συνέντευξη Τύπου.
«Νομίζω ότι το ανακοινωθέν στέλνει πολύ σαφές μήνυμα στον κόσμο… ότι η G7 είναι ενωμένη τόσο ως προς τον σκοπό όσο και στη δράση», πρόσθεσε ο ίδιος.
Η συνάντηση έθεσε τις βάσεις για τη σύνοδο κορυφής των ηγετών της G7 που θα πραγματοποιηθει από τις 15 έως τις 17 Ιουνίου στο ορεινό θέρετρο Κανανάσκις, του Καναδά. Ο Τραμπ θα παραστεί στη σύνοδο κορυφής, όπως επιβεβαίωσε ο Λευκός Οίκος χθες Πέμπτη.
Με πληροφορίες από Reuters

