Από το βράδυ της Δευτέρας, εκατομμύρια λέξεις γράφτηκαν και ειπώθηκαν για τη δίωρη επικοινωνία του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τις παραινέσεις, τις παραχωρήσεις, τις προειδοποιήσεις και τελικά ακόμη ένα τέλμα στις πολυμερείς διεργασίες για εκεχειρία στην Ουκρανία.
Σε ανάλυσή του στο CNN, ο Νικ Πέιτον Γουόλς επιλέγει να εστιάσει στην πλευρά του Ρώσου προέδρου και τους λόγους που του επιτρέπουν να παραμένει αμετακίνητος στις θέσεις του.
«Τα βαθύτερα αίτια της σύγκρουσης». Αυτά ήταν τρομακτικά λόγια από έναν άνθρωπο που υποτίθεται ότι βρίσκεται στο δρόμο προς την ειρήνη», σημειώνει αρχικά ο Γουόλς στο άρθρο του.
«Αλλά είναι η πεμπτουσία της θέσης του Ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν για το τι πρέπει να επιλυθεί για την ειρήνη, μετά από δύο εβδομάδες ή τρεις μήνες -αναλόγως του πώς μετράει κανείς- αυξανόμενης πίεσης για άμεση και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός για 30 ημέρες. Ανεπηρέαστος, δεχόμενος το πιο σημαντικό αυτό τηλεφώνημα σε μια μουσική σχολή στην ακτή του Σότσι, ο επικεφαλής του Κρεμλίνου επέστρεψε στην αρχή – στο αφήγημά του για έναν επιλεκτικό πόλεμο που προκλήθηκε από την ραγδαία διεύρυνση του ΝΑΤΟ», τονίζει το δημοσίευμα.
«Λίγες στιγμές μετά το τηλεφώνημα, ο Τραμπ ακουγόταν ήδη σαν ένας άνθρωπος που αποχωρεί από τη μάχη. Πέντε ημέρες νωρίτερα ήταν ο φλογερός μεσάζων, ο ειρηνοποιός που ήταν πρόθυμος να γεφυρώσει την έχθρα μεταξύ του Πούτιν και του Ουκρανού Βολοντίμιρ Ζελένσκι για μια συνάντηση στην Τουρκία. Αλλά μετά το τηλεφώνημα της Δευτέρας με τον Πούτιν, είπε απλώς ότι η Ουκρανία και η Ρωσία πρέπει να μιλήσουν απευθείας, “όπως μόνο αυτοί μπορούν”. “Πάσαρε”, μάλιστα, την αποστολή στο Βατικανό, την πατρίδα του νέου Αμερικανού Πάπα, ως πιθανό τόπο διεξαγωγής. Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί να μην έχουν βγει εντελώς από τη διαδικασία, αλλά μιλούν σαν να θέλουν κάποιον άλλο να ηγηθεί».
Οι τελευταίες δέκα ημέρες, συνεχίζει το CNN, είναι μια ζωηρή υπενθύμιση τού πόσο λίγο χρειάζεται ο Πούτιν τον Τραμπ ή την έγκρισή του. «Και η λογική είναι απλή».
Για το μεγαλύτερο μέρος των τριών αυτών χρόνων πολέμου, τα κρατικά μέσα της Ρωσίας κάνουν κατήχηση στο τηλεοπτικό κοινό πως δεν βρίσκονται σε σύγκρουση μόνο με την Ουκρανία, αλλά και με όλο το ΝΑΤΟ, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Πολιτειών. Η προεδρία Τραμπ δημιούργησε ένα μικρό παράθυρο, στο πλαίσιο του οποίου το Κρεμλίνο θα μπορούσε να συνδιαλαγεί για να βελτιώσει τη θέση του ή ακόμη και να αμβλύνει το άχθος ορισμένων δυτικών κυρώσεων. Όμως, αυτό δεν αλλάζει τον κεντρικό υπολογισμό ή το μήνυμα του Κρεμλίνου: Αυτός είναι ένας υπαρξιακός πόλεμος για την αποκατάσταση της υπεροχής τους στο εγγύς εξωτερικό. Ο ρωσικός λαός έχει υποστεί τόση οδύνη και τόσες απώλειες στον πόλεμο, ώστε η επίτευξη μέτριων ή κακών αποτελεσμάτων θα μπορούσε να περιορίσει σημαντικά τη μακροημέρευση της ρωσικής ηγεσίας. Αυτός δεν είναι ένας πόλεμος που μπορεί να θεωρηθεί ότι έχουν χάσει.
Σύμφωνα με το CNN, τα όρια όσων μπορούν να προσφέρουν οι ΗΠΑ στη Ρωσία αυτή τη στιγμή, όσον αφορά τα πλεονεκτήματα, είναι ορατά από το διάστημα. Ναι, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να κλιμακώσουν τις κυρώσεις, ακόμη και, όπως σκέφτηκε ο Τραμπ την περασμένη εβδομάδα, να προσθέσουν «δευτερογενείς κυρώσεις» κατά των χρηματοδοτών της Ρωσίας, των αγοραστών πετρελαίου της Ινδίας και της Κίνας. Όμως, αυτό θα προκαλούσε ακόμη μία εμπορική ρήξη με τις παγκόσμιες δυνάμεις, με τις οποίες η Ουάσιγκτον τα πάει καλά. Εναλλακτικά, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να χαλαρώσουν τις κυρώσεις για να πείσουν τη Ρωσία να κάνει παραχωρήσεις. Αλλά αυτή η μεταχείριση “με το γάντι” θα ενοχλούσε τους Ευρωπαίους συμμάχους των ΗΠΑ και πιθανότατα θα ατονούσε χωρίς την πρακτική υποστήριξη της Ευρώπης.
Οποιαδήποτε περαιτέρω βήματα για να προκαλέσει πόνο στη Μόσχα θα σήμαιναν πιθανότατα ότι ο Τραμπ είχε προχωρήσει περισσότερο για να τιμωρήσει τη Ρωσία από ό,τι ο προκάτοχός του Τζο Μπάιντεν. Αυτό δεν είναι το γεωπολιτικό σχέδιο του MAGA, καθώς θα επέτεινε την εμπλοκή των ΗΠΑ σε έναν πόλεμο όπου, πραγματικά, δεν υπάρχει ορατό τέλος, τουλάχιστον έως ότου η μία πλευρά να εγκαταλείψει ή να υπάρξει δραστική αλλαγή στην πολιτική ηγεσία, σημειώνεται στο δημοσίευμα.
Η Ουκρανία το 2025 είναι μια ζοφερή προοπτική. Αλλά το κεντρικό δόγμα της ευρωπαϊκής πολιτικής ήταν η καλύτερη επιλογή σε έναν κόσμο φρικτών επιλογών: Η Μόσχα θα μπορούσε να αναγκαστεί να μειώσει τους στόχους της μόνο αν έβλεπε μπροστά της ένα απείρως ενωμένο ΝΑΤΟ. Τότε, η οικονομία της, ο εφεδρικός της πλούτος, το ανθρώπινο δυναμικό ή το υλικό της θα υποχωρούσαν – μόνο ένα χρειάζεται για να αρχίσει να κομπιάζει η πολεμική μηχανή. Τα πράγματα είναι ζοφερά, αλλά η Ευρώπη δεν έχει πολλές επιλογές. Η Ουκρανία δεν έχει καμία απολύτως επιλογή.
Ο Τραμπ ένιωσε πως έχει μιαν επιλογή, λέει ο Γουόλς. «Η επιχειρηματική του οξυδέρκεια δεν διακρίνει καμία αξία στο να επενδύσει μακροπρόθεσμα σε μια σύγκρουση με έναν εχθρό με τον οποίο θα προτιμούσε κανείς να τα έχει καλά. Το καλύτερο αποτέλεσμα μιας επένδυσης είναι να επιστρέψει η Ευρώπη στην ειρήνη που γνώριζε πριν. Δεν υπάρχει καμία συμφωνία που μπορεί να γίνει εδώ. Ο Πούτιν δεν αγοράζει τίποτα – επιδιώκει μόνο να κατακτήσει και να πάρει. Ο Τραμπ δεν έχει τίποτα να πουλήσει, εκτός από την υποστήριξη των Ηνωμένων Πολιτειών προς τους παραδοσιακούς συμμάχους τους. Δεν υπάρχει περίπτωση ο Πούτιν και ο Τραμπ να κερδίσουν και οι δύο και να διατηρήσουν το κύρος τους».
Η αμερικανική ηγεσία οικοδομείται εδώ και δεκαετίες γύρω από κάτι άλλο πλην των καλών, μικρών συμφωνιών. Η καλοσύνη της προς τους συμμάχους, η τεράστια ήπια ισχύς και η στρατιωτική ηγεμονία, την έχουν αναγάγει τη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, με ένα ανίκητο νόμισμα.
«Αλλά ο Τραμπ βλέπει τον ρόλο της Αμερικής ως μικρότερο», καταλήγει το CNN. «Αυτή μπορεί να είναι η στιγμή που ο Τραμπ έκανε πίσω, αντιλαμβανόμενος τελικά τον Πούτιν ως κάποιον που πραγματικά δεν επιδιώκει την έγκριση ή την αφοσίωσή του. Αν είναι έτσι, τότε και οι Ηνωμένες Πολιτείες υποχώρησαν από δεκαετίες κατά τις οποίες έκαναν κουμάντο, παραδέχτηκαν τα όρια της δύναμής τους και παρέπεμψαν την πιο σημαντική ειρηνευτική συμφωνία από τη δεκαετία του 1940 στο Βατικανό με το “Χαίρε Μαρία”».

