Η απότομη πτώση στις τιμές του πετρελαίου, συνέπεια της εμπορικής πολιτικής του Ντόναλντ Τραμπ, έχει αρχίσει να πλήττει σημαντικά τα αποθεματικά της Ρωσίας που χρηματοδοτούν, μεταξύ άλλων, και τις στρατιωτικές της δαπάνες.
Περίπου το ένα τρίτο των ρωσικών εσόδων σύμφωνα με τον προϋπολογισμό προέρχεται από έσοδα που σχετίζονται με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Εφόσον οι τιμές παραμείνουν στα τρέχοντα επίπεδα, ο προϋπολογισμός για το 2025 ενδέχεται να είναι χαμηλότερος έως και 2,5% σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις. Αυτό θα υποχρεώσει το Κρεμλίνο είτε να καταφύγει σε δανεισμό, είτε να προβεί σε περικοπές δαπανών εκτός του στρατιωτικού τομέα, είτε να μειώσει εκ νέου το εναπομείναν αποθεματικό στα κρατικά ταμεία.
Η τιμή του πετρελαίου Urals έχει υποχωρήσει στα 50 δολάρια ανά βαρέλι, σύμφωνα με το πρακτορείο τιμολόγησης Argus. Η ρωσική κυβέρνηση είχε βασίσει τον σχεδιασμό του προϋπολογισμού του 2025 στην τιμή των 69,70 δολαρίων ανά βαρέλι, μια κρίσιμη διαφορά.
Η μείωση της τιμής του πετρελαίου πιέζει ακόμα περισσότερο τη ρωσική οικονομία, η οποία αναμένεται να επιβραδυνθεί φέτος μετά από μια περίοδο ανάπτυξης την οποία τροφοδοτούσαν κυρίως δαπάνες σχετιζόμενες με τον πόλεμο. Η κυβέρνηση έχει ήδη αντλήσει σημαντικούς πόρους από το κρατικό επενδυτικό ταμείο για να στηρίξει την οικονομία.
«Η κατάσταση είναι εξαιρετικά ασταθής»
Ρώσοι αξιωματούχοι εξέφρασαν την ανησυχία τους για την πτώση των τιμών. Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, δήλωσε: «Οι ενδείξεις αυτές είναι ιδιαίτερα κρίσιμες για τα έσοδα του προϋπολογισμού μας… Η κατάσταση είναι εξαιρετικά ασταθής, τεταμένη και φορτισμένη».
Η παρούσα εξέλιξη καταδεικνύει πως, παρά τις πρόσφατες «θερμές» δηλώσεις του Τραμπ προς τη Μόσχα και την πρόθεσή του να αποκαταστήσει τις οικονομικές σχέσεις στο πλαίσιο διαπραγματεύσεων για τον τερματισμό του πολέμου στην Ουκρανία, η εμπορική πολιτική των ΗΠΑ έχει αρνητικές συνέπειες για τη ρωσική οικονομία.
Η επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσίας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, προειδοποίησε πως, αν ο εμπορικός πόλεμος συνεχιστεί, ενδέχεται να οδηγήσει σε παγκόσμια οικονομική επιβράδυνση και μείωση της ζήτησης για τις ρωσικές ενεργειακές εξαγωγές.
Κίνδυνος να χαθούν 1 τρισ. ρούβλια
Εφόσον οι τιμές του πετρελαίου διατηρηθούν στα σημερινά επίπεδα, η Ρωσία ενδέχεται να απολέσει περίπου 1 τρισ. ρούβλια σε έσοδα φέτος – ποσό που ισοδυναμεί με το 2,5% των αναμενόμενων εσόδων βάσει του προϋπολογισμού, σύμφωνα με την επικεφαλής οικονομολόγο της T-Investments, Σοφία Ντόνετς. Η απώλεια αυτή θα μπορούσε να περιορίσει την ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες.
Η ρωσική οικονομία λειτουργεί ήδη στο μάξιμουμ των δυνατοτήτων της, με την αναμενόμενη ανάπτυξη για το 2025 να περιορίζεται στο 1% έως 2,5%, σύμφωνα με τις επίσημες εκτιμήσεις – αισθητά χαμηλότερα από τον μέσο όρο του 4% των δύο προηγούμενων ετών.
«Το τι μπορεί να κάνει το καθεστώς, πέραν των οδυνηρών περικοπών στις μη στρατιωτικές δαπάνες, είναι άλλο ζήτημα», σημειώνει ο Μπέντζαμιν Χίλγκενστοκ, επικεφαλής οικονομικών ερευνών στο Ινστιτούτο της Οικονομικής Σχολής του Κιέβου. Περίπου 340 δισεκατομμύρια δολάρια από τα συναλλαγματικά αποθέματα της Κεντρικής Τράπεζας παραμένουν δεσμευμένα λόγω των δυτικών κυρώσεων, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο τα περιθώρια κινήσεων.
Η Μόσχα ενδέχεται να στραφεί στον δανεισμό, καθώς το δημόσιο χρέος της Ρωσίας παραμένει χαμηλό (κάτω του 30% του ΑΕΠ). Ωστόσο, για πολλούς ξένους επενδυτές, τα ρωσικά ομόλογα θεωρούνται ακόμη «τοξικά». Παράλληλα, οι εγχώριες τράπεζες έχουν επικεντρωθεί στη στήριξη του ιδιωτικού τομέα και δείχνουν περιορισμένο ενδιαφέρον για τη χρηματοδότηση ελλειμμάτων.
Ο Χίλγκενστοκ εκτιμά ότι, παρά τους σοβαρούς περιορισμούς, δεν αναμένεται αιφνίδια κατάρρευση της ρωσικής οικονομίας. «Δεν είναι καλή εξέλιξη για τον προϋπολογισμό, αλλά δεν είναι και καταστροφική», καταλήγει.

