Παρά την πρώτη ψήφο εμπιστοσύνης στον νέο κυβερνητικό συνασπισμό του εν αναμονή καγκελαρίου Φρίντριχ Μερτς από τους Βαυαρούς Χριστιανοκοινωνιστές (CSU), έντονες αντιδράσεις για την προγραμματική συμφωνία διατυπώνονται ήδη στους κόλπους των Σοσιαλδημοκρατών (SPD). Η σχετική εσωκομματική διαδικασία θεωρείται η πλέον κρίσιμη, αφού τα 358.000 μέλη του κεντροαριστερού κόμματος θα κληθούν να επικυρώσουν το κείμενο εντός δύο εβδομάδων με καταληκτική ημερομηνία τις 29 Απριλίου. Ειδικά στο μεταναστευτικό και στη σκλήρυνση της πολιτικής έναντι των αιτούντων άσυλο καταγράφονται αντιδράσεις στο εσωτερικό του SPD, αλλά και στις μουσουλμανικές κοινότητες. Η ομάδα εργασίας «Μετανάστευση και πολυπολιτισμικότητα» κάλεσε χθες τα μέλη να καταψηφίσουν τη συμφωνία, καθώς στέλεχος της ομάδας ανέφερε ότι εμπεριέχονται αμφίβολες πρακτικές από άποψη διεθνούς δικαίου. Δεν πρέπει να γίνουμε καταλύτες ακροδεξιών δυνάμεων, μια δύσκολη υποθήκη ενόψει των εκλογών του 2029, ανέφερε ο Αζίζ Μποζκούρτ.
«Το Ισλάμ περιγράφεται μόνο ως κίνδυνος για την ασφάλεια, για τη μουσουλμανική ζωή υπάρχει πλήρης αδιαφορία», καταγγέλλουν από την πλευρά τους οι μουσουλμανικές ενώσεις, διεκδικώντας καθαρές κουβέντες για την ισλαμοφοβία και ποσόστωση συμμετοχής μεταναστών στο υπουργικό συμβούλιο (30%). Μεταξύ άλλων, στη συμφωνία προβλέπεται η συγκρότηση μιας δύναμης πρόληψης μέσα στο υπουργείο Εσωτερικών, αφού ο ισλαμισμός αντιμετωπίζεται ως στόχος καταπολέμησης, σαν την Ακροδεξιά και την Ακροαριστερά.
Η 146σέλιδη συμφωνία, που περιγράφει τις βασικές κυβερνητικές πολιτικές στους τομείς της οικονομίας, της άμυνας, της διπλωματίας και της ενέργειας, έγινε δεκτή με μικρό ενθουσιασμό και από τους περισσότερους οικονομολόγους. Η βασική ένστασή τους εντοπίζεται στην έλλειψη φιλόδοξων, δομικών μεταρρυθμίσεων, μια και οι δύο κυβερνητικοί εταίροι προσπάθησαν να εξουδετερώσουν τις προεκλογικές υποσχέσεις της άλλης πλευράς. Ετσι, το κείμενο περιλαμβάνει τη μείωση των επιχειρηματικών φόρων κατά 5% έως το 2025, ένα μέτρο των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), και την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 15 ευρώ την ώρα, μια υπόσχεση του SPD. Ο Μερτς εξασφάλισε την κατάργηση των επιδομάτων της προηγούμενης κυβέρνησης υπό το SPD, όχι όμως και περικοπές στη φορολογία εισοδήματος. «Οι σχεδιαζόμενες μεταρρυθμίσεις δεν αποτελούν ένα μεγάλο συμβιβασμό Κεντροδεξιάς και Κεντροαριστεράς που χρειάζεται η Γερμανία για να επιστρέψει οριστικά στη σταθερή ανάπτυξη», σχολίασε στους Financial Times ο Χόλγκερ Σμίεντινγκ, οικονομολόγος στην κορυφαία ιδιωτική τράπεζα Berenberg με έδρα το Αμβούργο.
Η Μέρκελ επικροτεί τη σκλήρυνση μεταναστευτικής πολιτικής, τονίζοντας ωστόσο ότι «το ζήτημα θα επιλυθεί στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε.».
Η πρώην καγκελάριος Aγκελα Μέρκελ χαιρέτισε χθες την αυστηρότερη μεταναστευτική πολιτική, στην οποία συμφώνησαν οι μελλοντικοί κυβερνητικοί εταίροι, CDU/CSU και SPD, ενώ επέκρινε την πολιτική του Αμερικανού προέδρου για την επιβολή δασμών. «Υπάρχουν σίγουρα διαφορές, τόσο ως προς τις διατυπώσεις όσο και ως προς τον τόνο. Αλλά, αν δείτε προσεκτικά, κι εγώ τους ίδιους στόχους είχα», δήλωσε η κυρία Μέρκελ στη γερμανική ραδιοφωνία (Deutschlandfunk Kultur), αναφερόμενη στις διατάξεις της προγραμματικής συμφωνίας για το μεταναστευτικό, και πρόσθεσε ότι και η ίδια υποστήριζε την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της τιμωρίας των διακινητών. «Είναι επίσης σωστό ότι –σε συνεννόηση με τις γειτονικές χώρες– πρέπει να υπάρχουν και απελάσεις μεταναστών στα σύνορα», υπογράμμισε, τονίζοντας ωστόσο ότι «το μεταναστευτικό δεν θα επιλυθεί στα γερμανοαυστριακά σύνορα, αλλά στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε.».
Σχετικά με την άρση του «φρένου χρέους» και τις επενδύσεις δισεκατομμυρίων που σχεδιάζει η νέα κυβέρνηση, η Αγκελα Μέρκελ αναφέρθηκε κυρίως στα κατασκευαστικά έργα, σημειώνοντας ότι «θα πρέπει να βρεθεί το εξειδικευμένο προσωπικό, να γίνεται σωστός προγραμματισμός και να επιταχυνθούν οι ρυθμοί».
Επικριτική ήταν η Αγκελα Μέρκελ σχετικά με τον Ντόναλντ Τραμπ και τη δασμολογική πολιτική του. «Νομίζω ότι ο Αμερικανός πρόεδρος είναι βαθιά πεπεισμένος πως η Αμερική βρίσκεται εδώ και χρόνια σε μειονεκτική θέση. Το είχα ήδη βιώσει ως καγκελάριος. Μια κυβέρνηση ωστόσο των ΗΠΑ δεν μπορεί να ξεφύγει από τις συνέπειες των πολιτικών της. Αν τα κρατικά ομόλογα γίνουν πιο ακριβά, τα επιτόκια αυξηθούν, εάν οι επενδυτές απομακρυνθούν από τα αμερικανικά προϊόντα και στραφούν αλλού στον κόσμο, τότε κανείς δεν μπορεί να είναι αδιάφορος», επισήμανε και εξέφρασε την εκτίμηση πως οι ενέργειες του Τραμπ είναι «περισσότερο προγραμματισμένες» από ό,τι κατά την πρώτη του θητεία. «Τα πράγματα τώρα θα εφαρμόζονται πιο ριζικά. Ο Τραμπ προέρχεται από τον κλάδο των ακινήτων. Εκεί ισχύει περίπου ότι: Ή παίρνω το ακίνητο ή το παίρνει ο ανταγωνιστής μου. Αυτό σημαίνει ότι όταν κάποιος χάνει, κάποιος κερδίζει και, φυσικά, θέλει να κερδίσει εκείνος», δήλωσε και ανέδειξε τη σημασία της διατήρησης της ενότητας στην Ευρώπη. «Ολόκληρη η Ε.Ε. βασίζεται στην ιδέα ότι είμαστε ενωμένοι και ότι τα πράγματα θα είναι καλύτερα με αυτόν τον τρόπο. Είμαστε πιο δυνατοί μαζί. Αυτή είναι η άποψή μου», πρόσθεσε. Η πρώην καγκελάριος αναφέρθηκε ακόμη στον πρώην εσωκομματικό της αντίπαλο και κατά πάσα πιθανότητα μελλοντικό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς, περιγράφοντάς τον ως πολιτικό με «απόλυτη βούληση για εξουσία». «Τώρα άδραξε την ευκαιρία. Αυτό που μας χώριζε ήταν ότι θέλαμε και οι δύο να γίνουμε αρχηγοί», είπε. Σε μιαν άλλη εξέλιξη, ο προκάτοχος της Μέρκελ, Γκέρχαρντ Σρέντερ, απέτυχε χθες για τρίτη φορά να ανακτήσει το κρατικά χρηματοδοτούμενο γραφείο του στη γερμανική Βουλή. Το ομοσπονδιακό διοικητικό δικαστήριο απεφάνθη ότι η απόφαση, με την οποία στερήθηκε το γραφείο του στην Μπούντεσταγκ, δεν εμπίπτει στη δική του αρμοδιότητα και θα πρέπει να προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο. Αφορμή για την απόφαση ήταν οι σχέσεις του με τον Πούτιν και μετά την εισβολή στην Ουκρανία.

