Οι δεσμώτες και οι πελάτες

Την ώρα που η κοινωνική πλειοψηφία δείχνει συμβιβασμένη με το καθεστώς Ερντογάν, πολλοί νέοι θέλουν να εγκαταλείψουν τη χώρα. Ποια θα είναι η Τουρκία μετά την υπόθεση Ιμάμογλου;

7' 22" χρόνος ανάγνωσης

Η Τουρκία ποτέ δεν υπήρξε μια πλήρης φιλελεύθερη δημοκρατία. Ομως δεν ήταν και πλήρης απολυταρχία. Το «πραξικόπημα της 19ης Μαρτίου», όπως αποκαλούν τη σύλληψη Ιμάμογλου οι επικριτές του Ερντογάν, μετακινεί τώρα την Τουρκία στην αντίπερα όχθη του Ρουβίκωνα. Πώς προκύπτει η παθητική στάση της τουρκικής κοινωνίας; Ποιος θα είναι ο αντίκτυπος στην τουρκική οικονομία και πώς βιώνει τις εξελίξεις η τουρκική νεολαία; Σχεδόν όλοι οι αναλυτές συμφωνούν: Η Τουρκία μετατρέπεται σε χώρα του ενός ανδρός. Κι αυτή είναι μία πραγματικότητα που, μέχρι στιγμής, συνειδητά παραγνωρίζουν οι θιασώτες της ευρωτουρκικής προσέγγισης στον νευραλγικό τομέα της ασφάλειας.

Τελικό ξεκαθάρισμα;

«Εάν ο Ερντογάν καταφέρει να καταστείλει βίαια τις διαδηλώσεις και να αποδυναμώσει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης –το CHP– διασπώντας την εκλογική του υποστήριξη και καταλαμβάνοντας τις ηγετικές λειτουργίες του πέρα από τη σύλληψη των δημάρχων, η Τουρκία θα γίνει πλήρης απολυταρχία με μονοπρόσωπη κυριαρχία στο άμεσο μέλλον. Μια αποδυναμωμένη ή απενεργοποιημένη αντιπολίτευση σημαίνει ότι o Eρντογάν θα μπορέσει να αλλάξει το σύνταγμα για να παρατείνει τη θητεία του ως προέδρου και να “κερδίσει” τις επόμενες εκλογές παρά την απότομη πτώση της εκλογικής δημοτικότητας του κόμματός του.

Μια τέτοια “νίκη” μπορεί να του επιτρέψει να φανταστεί ότι έχει ακόμη την υποστήριξη του πληθυσμού, αλλά θα έχει αφαιρέσει το φύλλο συκής φανερώνοντας την πραγματικότητα», αναφέρει χαρακτηριστικά στην «Κ» η Τζένι Γουάιτ, επίτιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Τουρκικών Μελετών.

Οι δεσμώτες και οι πελάτες-1Η αλήθεια είναι ότι, παρά τη σχετικά μακρά ιστορία του πολυκομματικού της συστήματος, η Τουρκία δεν υπήρξε ποτέ μια πλήρης φιλελεύθερη δημοκρατία. Μάλιστα, υπό την ηγεσία του Ερντογάν, η χώρα έχει καταστεί ολοένα και πιο αυταρχική, ιδίως μετά την καταστολή των διαδηλώσεων στο πάρκο Γκεζί το 2013 και τη διετή κατάσταση εκτάκτου ανάγκης μεταξύ 2016-2018, η οποία ήταν το όχημα για την αλλαγή πολιτικού καθεστώτος με μετάβαση της εξουσίας από τη Βουλή στον πρόεδρο, μια συνταγματική αλλαγή που στην πράξη λειτούργησε εις βάρος του κράτους δικαίου.

«Η Τουρκία βρίσκεται στα πρόθυρα να γίνει άλλη μια περίπτωση “όψιμου φασισμού”, όρος που επινοήθηκε από τον Αλμπέρτο Τοσκάνο για να εξηγήσει το ευνοϊκό προς αυτή την κατεύθυνση πολιτισμικό κλίμα. Χρησιμοποιώ σκόπιμα αυτόν τον όρο διότι η κυρίαρχη ιδεολογική σύγκρουση σήμερα είναι μεταξύ του κυβερνώντος ισλαμιστικού τουρκικού εθνικισμού και του κοσμικού κεμαλικού εθνικισμού της κύριας αντιπολίτευσης. Και οι δύο πλευρές δεν ευνοούν την προηγμένη, χωρίς αποκλεισμούς δημοκρατική πολιτική. Αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι το κουρδικό πολιτικό κίνημα ως ένωση διαφορετικών κινημάτων προσφέρει δυνατότητες προώθησης της κύριας αντιπολίτευσης, η οποία αυτή καθαυτήν δεν είναι δημοκρατική», τονίζει στην «Κ» ο νομικός Λεβέντ Κέκερ, ειδικός στο Τουρκικό Δίκαιο.

Οι δεσμώτες και οι πελάτες-2Ως μετωπική πρόκληση για τον τελευταίο εναπομείναντα θεσμό μιας αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας ερμηνεύει τις εξελίξεις από τη δική του πλευρά ο Τσενγκίζ Ακτάρ, καθηγητής στη Σχολή Τουρκικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Αν και το καθεστώς στο πρόσφατο παρελθόν έχει ακυρώσει σειρά εκλεγμένων Κούρδων δημάρχων, διέβη πλέον τον Ρουβίκωνα, απομακρύνοντας από τα καθήκοντά του τον δήμαρχο της μεγαλύτερης πόλης και της οικονομικής και πολιτιστικής πρωτεύουσας της Τουρκίας. Επιπλέον, ο Ιμάμογλου υπήρξε –δεν είναι πια, αν δεν καταρρεύσει το καθεστώς– ο πιο σοβαρός αμφισβητίας του Ερντογάν. Συνολικά, η Τουρκία είναι τελικά μια πλήρης απολυταρχία, επιβεβαιώνοντας τη διολίσθηση που ξεκίνησε το 2013, με τις εκλογές, την αντιπολίτευση και κατά συνέπεια την πολιτική να έχουν απονομιμοποιηθεί πλήρως όπως στη Ρωσία, στη Βενεζουέλα ή στις δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας», είναι η άποψη που παραθέτει στην «Κ» ο Ακτάρ.

Ο ίδιος περιγράφει μία ανήμπορη αντιπολίτευση: «Η κουρδική και η τουρκική αντιπολίτευση είναι διχασμένες, δεν ενεργούν μαζί. Οι Κούρδοι έχουν μεγάλες προσδοκίες, αν και αβάσιμες, να καταλήξουν σε συμφωνία εξομάλυνσης με το καθεστώς. Η τουρκική αντιπολίτευση είναι αδύναμη και στερείται ισχυρού ηγέτη με τις προοπτικές του Ιμάμογλου να τίθενται σε κίνδυνο. Η κοινωνική αντιπολίτευση είναι διάσπαρτη και ανίκανη να πραγματοποιήσει οποιαδήποτε ουσιαστική μακροχρόνια διαμαρτυρία. Πρώτον, γιατί δεν έχει τέτοια παράδοση και δεύτερον, διότι η αστυνομία και η δικαιοσύνη του καθεστώτος δεν αφήνουν χώρο για μαζικές διαδηλώσεις. Μια βίαιη κυριαρχία του καθεστώτος είναι ο κανόνας».

Το CHP και ο Ιμάμογλου προσπαθούν να κινητοποιήσουν την τουρκική κοινωνία με αίτημα τις πρόωρες εκλογές. Οι δικαστικές αποφάσεις αποκλεισμού του Ιμαμόγλου –και ίσως του CHP– από το πολιτικό μέλλον της Τουρκίας έχουν προκαλέσει την αντίδραση των φοιτητών της Τουρκίας, οι οποίοι συγκροτούν το κύριο σώμα των διαδηλώσεων κατά της κυβέρνησης.

Η αντιπολίτευση επιδιώκει τη διεξαγωγή εκλογών το 2025 ή κάποια στιγμή το 2026 και οι δημοσκοπήσεις καταγράφουν ευνοϊκό κλίμα προς αυτήν την κατεύθυνση. Ωστόσο, η εκτίμηση που κυριαρχεί ανάμεσα στους αναλυτές είναι ότι η καταστολή θα κλιμακωθεί και το πιθανότερο θα αποτραπεί η προσφυγή στην εκλογική διαδικασία – για πολλούς, ούτως ή άλλως, ημιδημοκρατική στην Τουρκία.

Και πώς βιώνουν τις εξελίξεις οι Τούρκοι πολίτες; Προβληματίζονται οι ψηφοφόροι του Ερντογάν; «Η τουρκική κοινωνία ήταν πολύ παθητική την τελευταία δεκαετία –μετά τη συντριβή των διαδηλώσεων στο Γκεζί το 2013– για να μπορέσει να αντισταθεί στην κυρίαρχη απολυταρχία. Οσο για την εκλογική περιφέρεια του Ερντογάν, είναι προφανές ότι ορισμένοι από τους υποστηρικτές του δεν χαίρονται με το συνεχιζόμενο “ελεγχόμενο χάος”. Ωστόσο, βρίσκονται στο ίδιο σκάφος με τον Ερντογάν και το καθεστώς του, όντας πελάτες τους. Θα συνεχίσουν να υπακούουν», τονίζει ο Τσενγκίζ Ακτάρ.

Είναι προφανές ότι ορισμένοι από τους υποστηρικτές του Ερντογάν δεν χαίρονται με το συνεχιζόμενο «ελεγχόμενο χάος». Ωστόσο, βρίσκονται στο ίδιο σκάφος με τον Ερντογάν και το καθεστώς του. -Τσενγκίζ Ακτάρ, καθηγητής στη Σχολή Τουρκικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Οι δεσμώτες και οι πελάτες-3«Οι ψηφοφόροι του Ερντογάν και οι εκλογικές περιφέρειες του AKP ανησυχούν σοβαρά για τις αδικίες και τα αντιδημοκρατικά μέτρα. Οι εκλογές του Μαρτίου 2024 έδειξαν την έκταση αυτών των ανησυχιών, καθώς το AKP έχασε πολλά από τα προπύργιά του και το CHP έφτασε να ελέγχει τους δήμους που είναι υπεύθυνοι για το 65% του πληθυσμού που παράγει σχεδόν το 80% του ΑΕΠ της Τουρκίας. Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν τώρα ότι οι ψήφοι του CHP αυξάνονται», συμπληρώνει από την πλευρά του ο Λεβέντ Κεκέρ.

Νέο κύμα brain drain

Μέσα σε αυτό το σκηνικό, η Τζένι Γουάιτ προβλέπει περαιτέρω ενίσχυση του brain drain της Τουρκίας. «Οι περισσότεροι διαδηλωτές, αν και όχι όλοι, είναι νεαρής ηλικίας. Οι νέοι αντιπροσωπεύουν το μισό του πληθυσμού της Τουρκίας. Αυτό που έχουν γνωρίσει είναι μόνο η κυριαρχία του AKP και έχουν βαρεθεί με τον ασφυκτικό έλεγχο της κυβέρνησης στις ζωές τους, την καταρρέουσα οικονομία, τα υπονομευμένα πανεπιστήμια, την έλλειψη κράτους δικαίου και ευκαιριών. Περισσότεροι από τους μισούς νέους θέλουν να φύγουν από την Τουρκία. Νιώθουν απελπισία. Θέλουν αλλαγή. Δεν νομίζω ότι θα κάνουν πίσω. Τα ζητήματα αυτήν τη φορά είναι υπαρξιακά. Θέλουν δικαιοσύνη, δικαιώματα και ελευθερία. Με άλλα λόγια, θέλουν να έχουν μέλλον», αναφέρει χαρακτηριστικά.

Οι νέοι αντιπροσωπεύουν το μισό του πληθυσμού της Τουρκίας. Αυτό που έχουν γνωρίσει είναι μόνο η κυριαρχία του AKP και έχουν βαρεθεί τον ασφυκτικό έλεγχο στη ζωή τους. Θέλουν αλλαγή. -Τζένι Γουάιτ, επίτιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Στοκχόλμης, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Τουρκικών Μελετών.

Σημειωτέον, η τουρκική οικονομία αντιμετώπιζε ούτως ή άλλως σωρεία προκλήσεων και τώρα έρχεται να προστεθεί ο σοβαρός κλονισμός της εμπιστοσύνης των επενδυτών, οι οποίοι είθισται να αναζητούν σταθερότητα και προβλεψιμότητα. Η παράμετρος αυτή μπορεί να αποδειχθεί κρίσιμη για την προοπτική της Τουρκίας, η οποία σε αντίθεση με άλλα αυταρχικά καθεστώτα –βλ. Ρωσία ή Βενεζουέλα– δεν διαθέτει πλούσιους φυσικούς πόρους, αλλά αντιθέτως βασίζει σε μεγάλο βαθμό την οικονομία της στη ροή επενδύσεων από το εξωτερικό.

«Η Ευρώπη θα συνεχίσει να κάνει τα στραβά μάτια»

«Η Δύση αγνοεί επιδεικτικά αυτό που συμβαίνει στην Τουρκία και πιθανότατα θα συνεχίσει έτσι», σχολιάζει ο Τσενγκίζ Ακτάρ εξηγώντας την αδιαφορία που επιδεικνύει ο διεθνής παράγοντας, ενώ στην Τουρκία ο Ερντογάν ουσιαστικά εγκαθιδρύει ενός ανδρός αρχή.
«Οι λόγοι είναι διάφοροι: οι απαιτήσεις της νέας αρχιτεκτονικής άμυνας και ασφάλειας της Ευρώπης χωρίς τις ΗΠΑ, η σχετική σταθερότητα της Τουρκίας σε σύγκριση με τα αποτυχημένα κράτη στον νότο –Ιράκ, Συρία, Λίβανος–, η ρωσική απειλή στον βορρά και η δυνητική απειλή του Ιράν. Επιπλέον, κυριαρχεί ο φόβος μιας τουρκικής κατάρρευσης η οποία θα σήμαινε μαζική εκροή όχι μόνο προσφύγων που βρίσκονται στην Τουρκία αλλά και Τούρκων πολιτών, πέρα από τη διατάραξη του επιχειρηματικού περιβάλλοντος της χώρας, στο οποίο έχει συμφέροντα και η Δύση», αναφέρει ο καθηγητής της Σχολής Τουρκικών Σπουδών του ΕΚΠΑ.

Αίσθηση ατιμωρησίας

Υπάρχει όμως ακόμα μία διάσταση. «Είναι ξεκάθαρο ότι η εκλογή του Τραμπ έδωσε μια αίσθηση ατιμωρησίας στους απολυταρχικούς ηγέτες σε όλο τον κόσμο. Ερντογάν και Τραμπ είχαν ένα μακρύ, προφανώς εγκάρδιο, τηλεφώνημα λίγο πριν από τη σύλληψη του Ιμάμογλου. Είναι σαφές ότι πιστεύει πως ο Τραμπ δεν θα φέρει αντίρρηση», υπογραμμίζει η Τζένι Γουάιτ, δίνοντας τη σκυτάλη στον Λεβέντ Κεκέρ: «Η Ευρώπη έχει κάνει τα στραβά μάτια εδώ και αρκετό καιρό.

Η Ευρωπαϊκή Ενωση, στο πρόσφατο παρελθόν, μπλόκαρε τις διαπραγματεύσεις για τη δικαστική ανεξαρτησία, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το κράτος δικαίου, προτιμώντας να εργαλειοποιήσει τις σχέσεις της με την Τουρκία λόγω των ειδικών ανησυχιών της για το μεταναστευτικό (…) Οι καιροί δεν ευνοούν τους δημοκρατικούς υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αλλά η Ευρώπη ήταν προπύργιο αυτών των αξιών μέχρι πρόσφατα, και είναι σίγουρα πολύ λυπηρό να παρατηρούμε πώς τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα κλείνουν τα μάτια».

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT