Πριν από περίπου έξι χρόνια, όταν ο νέος ακόμη τότε δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης Εκρέμ Ιμάμογλου αποκάλεσε «ηλίθιους» εκλογικούς αξιωματούχους επειδή ακύρωσαν την αρχική του νίκη στις κάλπες, ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πιθανόν διέκρινε κάποια πολιτική απειλή στο πρόσωπό του.
Το σχόλιο οδήγησε σε καταδικαστική απόφαση σε βάρος του, για την οποία ασκήθηκε έφεση. Ακολούθησε χιονοθύελλα νομικών ερευνών και κατηγοριών για άλλες υποθέσεις που κορυφώθηκαν με την προφυλάκισή του χθες Κυριακή, εν αναμονή της δίκης, όπου θα αντιμετωπίσει κατηγορίες διαφθοράς. Η αντιπολίτευση κάνει λόγο για πολιτικές και αντιδημοκρατικές διώξεις.
Σε κάθε περίπτωση, ο συνδυασμός εκλογικών επιτυχιών και νομικών περιπετειών έχει πλέον εδραιώσει τον Ιμάμογλου ως τον κύριο αντίπαλο του Ερντογάν και την μεγαλύτερη απειλή στην 22ετή διακυβέρνησή του, στη συνείδηση αρκετού κόσμου. Η αντιπολίτευση έκανε λόγο για «πραξικόπημα» ενάντια στη θέληση του λαού.
«Είμαστε αντιμέτωποι με τυραννία, αλλά θέλω να ξέρετε ότι δεν θα τα παρατήσω», είπε ο Ιμάμογλου σε βίντεο που αναρτήθηκε στο X, καθώς περιέγραφε πώς εκατοντάδες αστυνομικοί είχαν δημιουργήσει κλοιό γύρω από το σπίτι του.
«Θα συνεχίσω να πολεμώ εναντίον αυτού του ατόμου», πρόσθεσε ο 54χρονος πολιτικός, αναφερόμενος στον 71χρονο Ερντογάν. Η κυβέρνηση από πλευράς της, απέρριψε τους ισχυρισμούς της αντιπολίτευσης ότι ο Ερντογάν έπαιξε ρόλο στις διώξεις, υποστηρίζοντας ότι το δικαστικό σώμα είναι ανεξάρτητο.
Νομικός μαραθώνιος – Το χρονικό
Ο νομικός μαραθώνιος ξεκίνησε για τον Ιμάμογλου το 2019, όταν ηγήθηκε της σημαντικής νίκης της αντιπολίτευσης έπειτα από χρόνια. Κέρδισε τις δημοτικές εκλογές της Κωνσταντινούπολης τον Μάρτιο, ωστόσο, το αποτέλεσμα ακυρώθηκε από τις Αρχές τον Μάιο λόγω φερόμενων τεχνικών ζητημάτων, όπως ανυπόγραφα έγγραφα αποτελεσμάτων και μη εξουσιοδοτημένοι υπάλληλοι στις κάλπες.
Οι νομικές απειλές ξεκίνησαν λίγο αργότερα, τον Ιούνιο και λίγο πριν από τις επαναληπτικές εκλογές, όταν ο Ερντογάν δήλωσε ότι ο δήμαρχος Κωνσταντινούπολης θα αντιμετώπιζε συνέπειες για δήθεν προσβολή του κυβερνήτη της επαρχίας της Μαύρης Θάλασσας Ορντού κατά την εκστρατεία του εκεί.
Ο Ιμάμογλου επικράτησε αποφασιστικά στις επαναληπτικές εκλογές, λαμβάνοντας το 54% των ψήφων έναντι του 45% του υποψηφίου του κυβερνώντος κόμματος AKP, καταφέρνοντας ένα από τα μεγαλύτερα πλήγματα που είχε υποστεί ο Ερντογάν στα τότε 16 χρόνια του στην εξουσία.
Οι νομικές απειλές έγιναν πιο σοβαρές το 2021, όταν οι εισαγγελείς ζήτησαν ποινή φυλάκισης τεσσάρων ετών για τον Ιμάμογλου με την κατηγορία της προσβολής των εκλογικών αρχών. Κατηγορήθηκε πως τους αποκάλεσε «ηλίθιους» σε ομιλία του αμέσως μετά την ακύρωση των εκλογών τον Μάρτιο του 2019.
Τον επόμενο χρόνο, το δικαστήριο τον καταδίκασε σε δύο χρόνια και επτά μήνες φυλάκιση σε δίκη για εξύβριση, προκαλώντας διαμαρτυρίες χιλιάδων πολιτών που τάχθηκαν στο πλευρό του δημάρχου.
Οι δικαστικές μάχες του Ιμάμογλου θυμίζουν εκείνες του ίδιου του Ερντογάν, ο οποίος φυλακίστηκε για τέσσερις μήνες το 1999 επειδή απήγγειλε ποίημα που θεωρήθηκε αντι-κοσμικό, ενώ ήταν δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης. Δύο χρόνια αργότερα ίδρυσε το κόμμα AKP, το οποίο ανήλθε στην εξουσία το 2002.
Ο βετεράνος αρθρογράφος Φικρέτ Μπίλα είχε σχολιάσει ότι ο Ερντογάν ήταν ένα από τα πολλά παραδείγματα πολιτικών που αναδείχθηκαν έπειτα από νομικές διώξεις.
Ανέφερε τους Σουλεϊμάν Ντεμιρέλ, Μπουλέντ Ετζεβίτ και Νετζμετίν Ερμπακάν, οι οποίοι συνέχισαν να είναι πρωθυπουργοί παρά τις διώξεις σε βάρος τους και τη φυλάκισή τους μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1980.
«Ακόμη και αν η κυβέρνηση εμποδίσει τον Ιμάμογλου να διεκδικήσει το αξίωμα, δεν μπορεί να τον κρατήσει εκτός πολιτικής», έγραψε ο Μπίλα στον ιστότοπο Halk TV που ευθυγραμμίζεται με την αντιπολίτευση.
Τα τελευταία δύο χρόνια, η νομική επίθεση εντάθηκε. Τον Ιούνιο του 2023, δικαστήριο άρχισε να εκδικάζει υπόθεση κατά του Ιμάμογλου για χειραγώγηση διαγωνισμών, που σχετίζεται με την περίοδο 2014-2019, κατά την οποία υπήρξε δήμαρχος περιοχής της Κωνσταντινούπολης.
Παρά τη νέα δικαστική μάχη, ο Ιμάμογλου επανεξελέγη τον Μάρτιο του 2024 με τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης και το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP) να καταγράφουν τεράστια νίκη σε εθνικό επίπεδο, σηματοδοτώντας και πάλι τη μεγαλύτερη εκλογική ήττα για τον Ερντογάν και το κόμμα του.
Κορύφωση των διώξεων
Στα τέλη του περασμένου έτους άρχισε να γράφεται το τελευταίο κεφάλαιο. Ο Ιμάμογλου και πολλοί άλλοι αξιωματούχοι της αντιπολίτευσης διώχθηκαν με αποτέλεσμα κάποιοι να χάσουν θέσεις και αξιώματα.
Στις αρχές του τρέχοντος έτους αρνήθηκε τις κατηγορίες ότι προσπάθησε να επηρεάσει το δικαστικό σώμα, ασκώντας κριτική για νομικές υποθέσεις εναντίον δήμων που διοικούνται από την αντιπολίτευση.
Τον Φεβρουάριο οι εισαγγελείς εξέδωσαν τρίτο κατηγορητήριο κατά του Ιμάμογλου για σχόλια που επέκριναν τον εισαγγελέα της πόλης, επιδιώκοντας να τον καταδικάσουν σε επτά χρόνια για προσβολή δημόσιου λειτουργού.
Τελικά, την περασμένη εβδομάδα, η αστυνομία συνέλαβε τον Iμάμογλου με κατηγορίες για διαφθορά και παροχή βοήθειας σε τρομοκρατική ομάδα. Τέσσερις ημέρες αργότερα προφυλακίστηκε, πυροδοτώντας τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις στη χώρα εδώ και πάνω από μία δεκαετία.
Κάλεσμα σε μποϊκοτάζ των φιλοκυβερνητικών Μέσων
Στις ημέρες που μεσολάβησαν, περισσότεροι από 1.130 διαδηλωτές έχουν συλληφθεί στην Τουρκία, όπως ανακοίνωσαν οι αρχές που απαγόρευσαν «προσωρινά» οποιαδήποτε συγκέντρωση στις τρεις μεγάλες πόλεις της χώρας. Μαζικά πολίτες αψηφούν αυτές τις απαγορεύσεις.
Η αντιπολίτευση της Τουρκίας, εν μέσω των μεγάλων διαδηλώσεων διαμαρτυρίας για τη φυλάκιση του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, απάντησε καλώντας σε μποϊκοτάζ των τηλεοπτικών σταθμών και συνολικά των μέσων ενημέρωσης που, όπως λέει, «αγνοούν τη στιγμή».
Η Τουρκία συγκλονίζεται από τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις που έχουν σημειωθεί εδώ και πάνω από μία δεκαετία μετά τη σύλληψη και στη συνέχεια, την Κυριακή, την προφυλάκιση του δημάρχου.
Ο Οζγκούρ Οζέλ, πρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP) του δημάρχου, στάθηκε πάνω σε λεωφορείο ενώπιον εκατοντάδων χιλιάδων υποστηρικτών στην Κωνσταντινούπολη αργά χθες Κυριακή και προέτρεψε τον κόσμο να μποϊκοτάρει μέσα που, όπως είπε, επωφελούνται υποστηρίζοντας την κυβέρνηση.
Ελάχιστα πλάνα από τις διαδηλώσεις
Η συντριπτική πλειονότητα των τουρκικών κεντρικών μέσων ενημέρωσης θεωρείται φιλοκυβερνητική και τα μεγάλα κανάλια έχουν δείξει ελάχιστα πλάνα από τις διαδηλώσεις. «Γνωρίζουμε όλα τα τηλεοπτικά κανάλια που αγνοούν αυτή τη στιγμή», τόνισε ο Οζέλ, χωρίς να κατονομάσει κάποιο από αυτά.
Ο Οζέλ κατηγόρησε επίσης κανάλια ότι «υπηρετούν το παλάτι (του Ερντογάν)» και υποσχέθηκε ότι θα τα κατονομάσει σύντομα.
Η δικαστική απόφαση της Κυριακής για απομάκρυνση του Ιμάμογλου από το αξίωμα του δημάρχου και την προφυλάκισή του εν αναμονή της δίκης έχει προκαλέσει την αντίδραση εκατομμυρίων πολιτών, που την Κυριακή βρέθηκαν στις κάλπες του CHP για την ανάδειξη του υποψηφίου για την προεδρία, δίνοντας πρακτικά «ψήφο εμπιστοσύνης» στον διωκόμενο Ιμάμογλου.
Η φυλάκισή του έρχεται έπειτα από πολύμηνες διώξεις στελεχών της αντιπολίτευσης, καθώς και μετά την απομάκρυνση εκλεγμένων αξιωματούχων, σε αυτό που οι επικριτές ισχυρίζονται ότι αποτελεί κυβερνητική προσπάθεια να βλάψει τις εκλογικές προοπτικές τους.
Οι τουρκικές αγορές βυθίστηκαν την περασμένη εβδομάδα, ωστόσο, οι μετοχές ανέκαμψαν κάπως σήμερα Δευτέρα μετά την απαγόρευση των ανοικτών πωλήσεων από το συμβούλιο κεφαλαιαγορών της χώρας.
Υπερερντογανικά ΜΜΕ
Οι κύριοι ραδιοτηλεοπτικοί φορείς και οι εφημερίδες έχουν υποστηρίξει σθεναρά την κυβέρνηση του Ερντογάν έπειτα από χρόνια κρατικής, νομικής και οικονομικής πίεσης.
Τα μεγάλα κανάλια έχουν αποφύγει σε μεγάλο βαθμό να προβάλλουν διαμαρτυρίες, αντίθετα, οι λίγοι ανεξάρτητοι και αντιπολιτευόμενοι σταθμοί είχαν σχεδόν ασταμάτητα κάλυψη.
Ο ραδιοτηλεοπτικός οργανισμός RTUK ανέφερε σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης X το Σάββατο ότι οι άδειες των σταθμών που μεταδίδουν ζωντανά τις διαμαρτυρίες θα μπορούσαν να ανακληθούν για «προκατειλημμένες» εκπομπές. Στη συνέχεια, κανάλια έκοψαν την κάλυψη των συγκρούσεων της αστυνομίας με τους διαδηλωτές.
Το Χ του Ελον Μασκ απαγόρευσε την πρόσβαση σε εκατοντάδες λογαριασμούς την περασμένη εβδομάδα έπειτα από αίτημα των τουρκικών αρχών, ωστόσο διευκρίνισε ότι αντιτίθεται στις δικαστικές αποφάσεις.
Οι Δημοσιογράφοι Χωρίς Σύνορα, υπέρμαχοι της ελευθερίας του λόγου, κατέταξαν την Τουρκία στην 158η θέση μεταξύ 180 χωρών στον δείκτη ελευθερίας του Τύπου για το 2024. Ανέφεραν ότι περίπου το 90% των μέσων ενημέρωσης ήταν υπό κυβερνητική επιρροή, ωθώντας τους Τούρκους να στραφούν περισσότερο στην αντιπολίτευση ή σε ανεξάρτητα ειδησεογραφικά μέσα.
Ο Οζέλ προέτρεψε τους υποστηρικτές να χρησιμοποιήσουν την αγοραστική τους δύναμη για να γονατίσουν επιχειρήσεις που στηρίζουν τα φιλοκυβερνητικά Μέσα.
«Εάν διευθύνουν αλυσίδα εστιατορίων αλλά αρνούνται να δουν αυτό το πλήθος, δεν θα πουλήσουν φαγητό σε εμάς. Είτε μας αναγνωρίζουν είτε βυθίζονται», τόνισε.
Ο Βόλφανγκ Πικολί, συμπρόεδρος της εταιρείας συμβούλων Teneo, είπε ότι παρόλο που τα μποϊκοτάζ στην Τουρκία είναι συνήθως σύντομα και δεν έχουν αντίκτυπο, «το κλειδί για το CHP είναι να διατηρήσει τη δυναμική και αυτή η κίνηση θα μπορούσε να βοηθήσει» σε αυτή την κατεύθυνση.
Η «πολιτική ανυπακοή» περιορίστηκε δραματικά από τότε που οι διαμαρτυρίες κατά της κυβέρνησης του Ερντογάν στο πάρκο Γκεζί το 2013 προκάλεσαν βίαιη κρατική καταστολή – πλάνα που επίσης αγνοήθηκαν σε μεγάλο βαθμό από τα κύρια μέσα ενημέρωσης εκείνη την εποχή.
Με πληροφορίες από Reuters

