Η συγκέντρωση της 15ης Μαρτίου στο κέντρο του Βελιγραδίου ήταν αν όχι μεγαλύτερη, τουλάχιστον εφάμιλλη εκείνων του 2005 που έριξαν τον Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς. Τότε το σύνθημα ήταν «Σλόμπο, φύγε ή αυτοκτόνησε» και τις επόμενες μέρες ο Μιλόσεβιτς παραιτήθηκε ή, για την ακρίβεια, ανατράπηκε. Στις τωρινές διαδηλώσεις, με αφορμή το δυστύχημα με τους 16 νεκρούς στον σιδηροδρομικό σταθμό του Νόβι Σαντ, οι φοιτητές και οι αλληλέγγυοι πολίτες αξιώνουν να πέσει φως στα αίτια της τραγωδίας, να τιμωρηθούν οι υπεύθυνοι, να παταχθεί η διαφθορά, να αυξηθούν τα κονδύλια για την εκπαίδευση κ.ά.
Ενα μόνο αίτημα δεν έχει προβληθεί στις διαδηλώσεις, αυτό της παραίτησης του προέδρου Αλεξάνταρ Βούτσιτς. Γιατί; Διότι, όπως και ο Μιλόσεβιτς, εξουσιάζει τα πάντα στη Σερβία επί μια δεκαετία και πλέον. Ο ίδιος κλείνει τις μεγάλες συμφωνίες, όπως αυτή για την κατασκευή του σιδηροδρόμου Βελιγραδίου – Βουδαπέστης με τους Κινέζους, στη διαδρομή της οποίας έγινε το δυστύχημα, με τη Γερμανία για την εξόρυξη λιθίου κ.λπ. Ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση απλώς διεκπεραιώνουν τις αποφάσεις του και είναι αναλώσιμοι.
Οι φοιτητές, σοφά ποιώντας, δεν έβαλαν στο στόχαστρό τους τον Βούτσιτς, υπό τον φόβο ότι θα το αξιοποιήσει προπαγανδιστικά για να ισχυριστεί ότι επιχειρείται ανατροπή του. Εκείνοι απέφυγαν την όξυνση. Ο Βούτσιτς, όμως, όχι. Με ανάρτησή του την Παρασκευή, ο Σέρβος πρόεδρος έδειξε διατεθειμένος να ρισκάρει ακόμη και τον κοινωνικό διχασμό, προκειμένου να προστατεύσει την εξουσία του. Κάλεσε μέσω Ιnstagram σε «λαϊκή αντίσταση» εναντίον των διαδηλώσεων των φοιτητών στο Βελιγράδι, χαρακτηρίζοντας τις κινητοποιήσεις «τρομοκρατία» και απευθύνοντας κάλεσμα για αντισυγκεντρώσεις υποστηρικτών του σε όλη την επικράτεια στις 28 Μαρτίου.
Ο Βούτσιτς αναγνωρίζει έτσι ότι ο τελικός στόχος του κύματος διαμαρτυρίας δεν μπορεί παρά να είναι ο ίδιος. Οπως το έθεσε (Novo Dan) με αφορμή τη μεγάλη συγκέντρωση της 15ης Μαρτίου ο ιστορικός Μίλαν Πρότιτς, «η μόνη πραγματική απαίτηση είναι η παραίτηση του προέδρου γιατί είναι σαφές σε όλους ότι αυτός είναι ο υπεύθυνος για όλα, ότι φέρει την ευθύνη για όσα έχουν συμβεί στη χώρα πριν και μετά το τραγικό γεγονός στο Νόβι Σαντ».
Οι πρώτες ρωγμές στο σύστημα εξουσίας του Βούτσιτς έχουν ήδη φανεί. Ο ίδιος «οδήγησε» σε παραίτηση τον πρωθυπουργό, δικό του άνθρωπο, Μίλος Βούτσεβιτς και την κυβέρνησή του, που λειτουργεί πλέον ως υπηρεσιακή. Τώρα έχει δύο επιλογές: σχηματισμό νέας κυβέρνησης έως τη 18η Απριλίου, όπως προβλέπει το σύνταγμα, ή προκήρυξη νέων εκλογών. Ο ίδιος έχει δηλώσει πως αν χρειαστεί θα στηθούν κάλπες στις 8 Ιουνίου, αλλά δεν θα είναι εύκολο για τον ίδιο και το κόμμα του. Η εικόνα του πανίσχυρου, του αδιαμφισβήτητου ηγέτη έχει τρωθεί και το δυστύχημα του Νόβι Σαντ φαίνεται να είναι η κορυφή του παγόβουνου.
Οι διαδηλώσεις
Ο δημοσιογράφος και πολιτικός αναλυτής Σλόμπονταν Μάρκοβιτς περιγράφει στην «Κ» τη σημερινή κατάσταση: «Oι ειρηνικές και άνευ προηγουμένου μαζικές διαδηλώσεις στη Σερβία, με επικεφαλής φοιτητές, συγκλόνισαν την κυβέρνηση και της αφαίρεσαν την αξιοπιστία της. Η κυβέρνηση επιβίωνε μέχρις ότου παραιτήθηκε και τυπικά την Τετάρτη, χάρη στον κομματικό και τον ελεγχόμενο κρατικό μηχανισμό, αλλά όπως δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις έχει χάσει πλέον την υποστήριξη των πολιτών».
»Επειτα από τέσσερις μήνες διαδηλώσεων, καμία από τις δύο πλευρές δεν πέτυχε τον στόχο της: οι μαθητές να ρίξουν φως στην ευθύνη του κράτους για την τραγωδία στο Νόβι Σαντ και η κυβέρνηση να αποδείξει ότι οι θάνατοι δεν ήταν αποτέλεσμα του τρόπου διακυβέρνησής της και της διαφθοράς. Για να επέλθει ωστόσο αλλαγή, πρέπει να μεταφερθεί στον πολιτικό και θεσμικό στίβο ο αγώνας των φοιτητών. Προς το παρόν, όμως, δεν υπάρχει πολιτική δράση από την αντιπολίτευση εκτός από μεμονωμένες περιστασιακές δηλώσεις και ανακοινώσεις σχεδίου για τη σύσταση προσωρινής κυβέρνησης τεχνοκρατών, περί δημιουργίας συνθηκών για δημοκρατικές και δίκαιες εκλογές στις οποίες θα αλλάξει η κυβέρνηση και στη συνέχεια θα ικανοποιηθούν τα αιτήματα των φοιτητών και της κοινωνίας», παρατηρεί ο Μάρκοβιτς.

Οι δημοσκοπήσεις
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν σημαντική πτώση του κόμματος του Βούτσιτς, που καταγράφει υποχώρηση από το 44% στο 33%. Δεν είναι βέβαιο ότι θα του φτάσουν οι ψήφοι των 750.000 μελών του κόμματος και εκείνες της δεξαμενής των 270.000 συμβασιούχων του δημοσίου, που βρίσκονται υπό καθεστώς ομηρίας. Οπως δεν είναι σίγουρο ότι θα υπάρξουν πολλοί φτωχοί και απελπισμένοι που θα απλώνουν το χέρι για να τους μοιράζει 10ευρα, κατά την προσφιλή του συνήθεια, αντιγράφοντας τον «στρατηγικό εταίρο» Ερντογάν.
Ούτε όμως μια νέα κυβέρνησή του εκτιμάται από τους αναλυτές ότι μπορεί να εκτονώσει τη λαϊκή οργή, από τη στιγμή που ο άνθρωπος ο οποίος στη συνείδηση του κόσμου κινεί τα νήματα θα παραμένει στην εξουσία. Για πρώτη φορά στην υπερδεκαετή άσκηση εξουσίας βρίσκεται σε τόσο δεινή θέση. Ωστόσο, είναι νωρίς να προεξοφλήσει κανείς την πτώση του, όσο μάλιστα στο Βελιγράδι δεν προβάλλει εναλλακτική πολιτική λύση, με την αντιπολίτευση κατακερματισμένη και ανυπόληπτη.
Η Σερβία είναι ιστορικά χώρα – «κλειδί» στις βαλκανικές ισορροπίες και όταν «φτερνίζεται» μπορεί να προκαλέσει εθνοτικές «πνευμονίες» στη Βοσνία, στο Κόσοβο, στην Κροατία, στη Βόρεια Μακεδονία, στο Μαυροβούνιο, όπου υπάρχουν συμπαγείς πληθυσμοί, ικανοί να συγκροτήσουν με το εθνικό κέντρο εν δυνάμει τον «σερβικό κόσμο» ή αλλιώς τη «Μεγάλη Σερβία». Ο Βούτσιτς, καλώς ή κακώς, έχει πείσει τους δυτικούς ότι μόνο αυτός μπορεί να ελέγξει αποσχιστικές δυναμικές. Μέσα στον πονοκέφαλο των διαδηλώσεων ανέλαβε να κάνει «μασάζ», για λογαριασμό των Ευρωπαίων και των Αμερικανών, στον Σερβοβόσνιο ηγέτη Μίλοραντ Ντόντικ ο οποίος απειλεί με απόσχιση της Σερβικής Δημοκρατίας της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης, εξέλιξη που θα σημάνει τη διάλυση του ασταθούς κράτους.
Στον πόλεμο της Ουκρανίας αρνήθηκε να συμμετάσχει στην επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας, από την οποία συνεχίζει να παίρνει φθηνό φυσικό αέριο, πετρέλαιο και διεθνή στήριξη στο θέμα του Κοσόβου, ενώ με την άδειά του η Μόσχα διατηρεί στην πόλη Νις «ανθρωπιστική βάση», η οποία εν μια νυκτί μπορεί να μετατραπεί σε στρατιωτική.
Στα τέλη του περασμένου χρόνου υπέγραψε με τον Γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς συμφωνία για την εκμετάλλευση από τη Γερμανία των μεγάλων κοιτασμάτων λιθίου, που τόσο χρειάζεται η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, πέρυσι έκλεισε συμφωνία με τον Εμανουέλ Μακρόν για την αγορά πολεμικών αεροσκαφών Rafale, έδωσε στους Κινέζους την κατασκευή των μεγάλων έργων, συμφώνησε με τον Ερντογάν να αγοράσει δεκάδες τουρκικά drones κ.ά.
Παρ’ όλα αυτά ο Βούτσιτς δεν δίστασε να πουλήσει στον γαμπρό του Τραμπ ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο, στο οποίο βρίσκεται και το κτίριο του κατεστραμμένου από τα αμερικανικά «Στελθ» υπουργείο Αμυνας στο ιστορικό κέντρο του παλιού Βελιγραδίου. Ούτε να πανηγυρίζει δημόσια για τη νίκη του Τραμπ, δηλώνοντας με περηφάνια ότι τον ψήφισαν όλοι οι Σέρβοι απόδημοι στις ΗΠΑ.
Οι ξένοι, λοιπόν, μπορεί να μη θέλουν να τον σπρώξουν στον γκρεμό τούτες τις δύσκολες για εκείνον ώρες. Υπάρχει όμως και η κοινωνία, η οποία υποφέρει από τον αυταρχικό τρόπο άσκησης της εξουσίας και την απύθμενη διαφθορά – το δυστύχημα στο Νόβι Σαντ ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι της οργής και ανέδειξε το πρόβλημα λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος σε μια χώρα που φιλοδοξεί να γίνει μέλος της Ε.Ε.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, ακόμη κι αν κερδίσει τις εκλογές, ελάχιστοι θα πιστέψουν ότι δεν τις πήρε με νοθεία.
Μνήμες 2005
Τον Οκτώβριο του 2005, όταν οι διαδηλωτές έριξαν τον Μιλόσεβιτς, η αντιπολίτευση ήταν κατακερματισμένη, όπως και τώρα. Τα βρήκαν όμως μεταξύ τους τα κόμματα και έφτιαξαν κυβέρνηση, θα μπορούσε να πει κανείς. Ναι, αλλά τότε υπήρχε ο Αμερικανός πρέσβης Μοντγκόμερι, εγκατεστημένος στη Βουδαπέστη –τον είχε απελάσει ο Μιλόσεβιτς–, που έδινε τη γραμμή στην αντιπολίτευση και τις διαδηλώσεις και ο δικός μας Αλεξ Ρόντος, που ενεργούσε επί του πεδίου. Τώρα τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Ο Βούτσιτς, όσο κι αν τον υπηρέτησε ως υφυπουργός του, δεν είναι Μιλόσεβιτς. Μπορεί να είναι εθνικιστής και λαϊκιστής, δεν έσυρε όμως τους Σέρβους σε μεγαλοϊδεατισμούς για να πνίξει την περιοχή στο αίμα και κάπου εδώ θα πρέπει να αναζητηθεί η απάντηση για την ανοχή της Ευρώπης και των Αμερικανών στα τεκταινόμενα στο Βελιγράδι.

Η φωτιά εξαπλώνεται και στα Σκόπια
Το τραγικό δυστύχημα με τους 59 νεκρούς νέους στην ντισκοτέκ της κωμόπολης Κότσανι της Βόρειας Μακεδονίας προκαλεί συνειρμούς ότι οι «φλόγες» από την πυρκαγιά των διαδηλώσεων στο Βελιγράδι μπορεί να επεκταθούν στα Σκόπια. Διαδηλώσεις φοιτητών που αξιώνουν τη σύλληψη και παραδειγματική τιμωρία των ενόχων για το έγκλημα, όπως το χαρακτηρίζουν, ξεκίνησαν ήδη από την επομένη του δυστυχήματος στο Πανεπιστήμιο Κυρίλλου και Μεθοδίου.
Οπως μεταδόθηκε, οι κινητοποιήσεις αναμένεται να φουντώσουν τις επόμενες μέρες και σε άλλες πόλεις της Βόρειας Μακεδονίας, με γενικό αίτημα την πάταξη της διαφθοράς, προϊόν της οποίας, όπως παραδέχθηκε και ο πρωθυπουργός Κρίστιαν Μίτσκοσκι, ήταν και η πλαστή άδεια λειτουργίας και η παντελής απουσία μέτρων ασφαλείας στην ντισκοτέκ, όπου κάηκαν ζωντανοί οι 59 νέοι άνθρωποι και τραυματίστηκαν περισσότεροι από 150.
Οι συνθήκες βεβαίως δεν είναι ίδιες με εκείνες στη Σερβία, καθώς η νεόκοπη κυβέρνηση Μίτσκοσκι στα Σκόπια θα ήταν υπερβολικό να επωμισθεί όλο το βάρος των ευθυνών για τη διαφθορά. Ωστόσο, η οργή στην κοινωνία είναι περίπου βέβαιο ότι θα τροφοδοτήσει και στα Σκόπια κύμα διαμαρτυριών, το οποίο θα κληθεί να διαχειριστεί η κυβέρνηση του VMRO DPMNE. To πολιτικό γαϊτανάκι για το ποιος ευθύνεται για το δυστύχημα ξεκίνησε ήδη μετά τη σύλληψη του πρώην υπουργού Οικονομικών της κυβέρνησης Ζάεφ, ο οποίος ανήκει στο ισχυρό αλβανικό κόμμα DUI. Η ηγεσία του τελευταίου αντέδρασε υποστηρίζοντας ότι η σύλληψη έχει εθνοτικά χαρακτηριστικά και τρέφει εχθρότητα απέναντι στο αλβανικό στοιχείο. Οι Αρχές στη Βόρεια Μακεδονία είχαν προχωρήσει σε τουλάχιστον δεκαπέντε συλλήψεις και οι έρευνες συνεχίζονταν, με την κατάσταση να παραμένει έκρυθμη. Τραυματίες διακομίσθηκαν και σε νοσοκομεία της Βόρειας Ελλάδας για περίθαλψη.
_____________________________________________________________________________
Κεντρική φωτό: Σιγή εις μνήμην των νεκρών του Νόβι Σαντ και αναμμένοι φακοί κινητών. Oι νέοι στη Σερβία ζητούν να πέσει φως στην υπόθεση που ταλαιπωρεί τη χώρα τους τελευταίους πέντε μήνες. Ο πρόεδρος Βούτσιτς, ωστόσο, δεν μπαίνει στο «κάδρο» τους, αφού οι φοιτητικές οργανώσεις φοβούνται πως θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι επιχειρείται ανατροπή του, αποπροσανατολίζοντας την κοινή γνώμη. [A.P. Photo/Marko Drobnjakovic]

